Διανύουμε ακόμη ένα ελληνικό καλοκαίρι κι όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος θα ήταν σχεδόν ουτοπικό να μην είχαμε να ασχοληθούμε με κανά δυο -σχήμα λόγου γιατί στην πραγματικότητα είναι πολλές περισσότερες- φωτιές. Πριν από ακριβώς τέσσερα χρόνια, στις 23/7/2018 συντελέστηκε μία από τις μεγαλύτερες τραγωδίες στα ελληνικά χρονικά, όταν ξέσπασε η φονική πυρκαγιά στο Μάτι Αττικής, Νέο Βουτζά και Κόκκινο Λιμανάκι, η οποία στοίχισε τη ζωή σε 102 συμπολίτες μας. «Πάθαμε και μάθαμε μπορεί να πούνε κάποιοι». Τι ακριβώς όμως έχει αλλάξει τέσσερα χρόνια αργότερα;
Όλοι θυμόμαστε τις τραγικές αυτές ώρες, όπου ανήμποροι παρακολουθούσαμε την καταστροφή. Τεράστιες εκτάσεις γης να καίγονται, σπίτια να παραδίδονται επίσης στις φλόγες και συγγενείς να αναζητάνε απεγνωσμένα τα αγαπημένα τους πρόσωπα, πολλά από τα οποία δυστυχώς στη συνέχεια βρίσκονταν απανθρακωμένα. Κρατικός μηχανισμός και σχέδιο διαφυγής και ενημέρωσης ανύπαρκτα, ευθύνες που μετακυλίονταν από τον έναν στον άλλο. Πριν από ένα μήνα αποφασίστηκε η παραπομπή των 21 από τα 24 άτομα που βρέθηκαν στη θέση των κατηγορουμένων για αδικήματα σε βαθμό πλημμελήματος και συγκεκριμένα για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή και της πρόκλησης σωματικών βλαβών κατά συρροή. Όμως, όποια και αν είναι η τελική απόφαση, ποιος μπορεί να πει ότι αυτή είναι ικανή να δικαιώσει τα θύματα, να παρηγορήσει τους ανθρώπους που έχασαν φίλους και συγγενείς ή τους κόπους μιας ζωής, να σβήσει τις εφιαλτικές μνήμες από μέσα τους;
Η τραγωδία στο Μάτι σόκαρε την κοινή γνώμη, δέσμευσε την ελληνική κοινωνία να μην αφήσει ποτέ ξανά καμία φυσική καταστροφή ανεξέλεκτη. Η ελληνική Πολιτεία όμως; Ποια η δική της θέση; Είναι πλέον πασιφανές ότι ο κρατικός μηχανισμός, ανεξαρτήτου πολιτικού κόμματος που βρίσκεται στην ηγεσία, περνάει μία διαρκή κρίση. Τα πολιτικά κόμματα καθημερινά διαξιφίζονται για το ποιο θα άφηνε λιγότερα στρέμματα γης να καούν, σπίτια να καταστραφούν και ανθρώπους να πεθάνουν και ο λαός προσπαθεί πληγωμένος να μαζέψει τα σπασμένα του κομμάτια.

Στις αρχές του 2019 ξεκίνησαν οι δοκιμαστικές λειτουργίες του 112, ενώ από τον Ιανουάριο του 2020 τέθηκε σε πλήρη λειτουργία. Ομολογουμένως, αυτό ήταν ένα αναγκαίο και θετικό βήμα, καθώς μέσα από την έγκαιρη προειδοποίηση μπορούν να σωθούν ανθρώπινες ζωές και για να μην έχουμε παράπονο μέχρι τώρα μας έχει συντροφεύσει, είτε λόγω χιονιού, είτε λόγω πλημμύρων, είτε λόγω φωτιών ουκ ολίγες φορές. Ωστόσο,πολλές φορές προβληματίζομαι και αναρωτιέμαι αν ο ρόλος ενός κράτους είναι να αρκείται στην προειδοποίηση μίας επικείμενης καταστροφής. Γιατί σίγουρα στην ουσιαστική πρόληψη και οργανωμένη αντιμετώπιση υστερούμε.
Από το περσινό καλοκαίρι μέχρι το φετινό έχουμε έρθει αντιμέτωποι με άλλες τέσσερις κρίσιμες πυρκαγιές μέσα σε αστικό ιστό και σκέφτομαι αν αυτό που μας γλίτωσε από το να επαναλειφθούν τραγικές εικόνες απώλειας ανθρώπινων ζωών είναι ο κρατικός συντονισμός ή περισσότερο πρόκειται για θέμα τύχης. Πέρυσι τον Αύγουστο ζήσαμε με την αγωνία της φωτιάς στη Βαρυμπόμπη και στην Εύβοια, που εξελίχθηκε σε μία τεράστια οικολογική καταστροφή, αφού επίσης άνθρωποι έμειναν χωρίς σπίτι κι ήδη μέσα στο φετινό καλοκαίρι σπίτια κάηκαν στο Πανόραμα Βούλας τον Ιούνιο και σε Πεντέλη, Ντράφι, Ανθούσα, Γέρακα και Πανόραμα Παλλήνης πριν λίγες μέρες, σύμφωνα με τον μέχρι τώρα απολογισμό. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ικανοποιημένος για τον τρόπο αντίδρασης του κρατικού μηχανισμού, καθώς διασφαλίστηκε «η διάσωση του υπέρτατου αγαθού της ανθρώπινης ζωής». Είναι όμως πράγματι ικανοποιητικό το να συγκρίνεται η δράση του κρατικού μηχανισμού με το χειρότερο πιθανό σενάριο, αυτό της απώλειας ανθρώπινων ζωών; Ή η οικολογική καταστροφή, η καταστροφή σπιτιών ανθρώπων και το τραγικό τέλος ζώων δεν είναι λόγοι που θα έπρεπε από μόνοι τους να καταστήσουν μία επιχείρηση ανεπιτυχή;

Σύμφωνα με στοιχεία του European Forest Fire Information System και της WWF, από το 2018 μέχρι σήμερα μόνο αυξητικό αριθμό έχουν τα στρέμματα γης που καίγονται ετησίως. Το 2018 κάηκαν 88.980 στρέμματα γης, το 2019 120.450 στρέμματα, το 2020 167.000, ενώ το 2021 1.300.000 στρέμματα γης (το χειρότερο των τελευταίων 13 ετών). Θλιβερό γεγονός είναι επίσης ότι τα Μ.Μ.Ε επιλέγουν να αναπαράγουν και να δώσουν σημασία μόνο σε πυρκαγιές οι οποίες συμβαίνουν μέσα σε αστικό ιστό, αδιαφορώντας στη πράξη για τη φύση αυτή καθεαυτή ή σε πυρκαγιές που αφορούν αποκλειστικά τη πρωτεύουσα, αδιαφορώντας για τις υπόλοιπες περιφέρειες.
Στην τωρινή περίπτωση της Πεντέλης εκτιμάται ότι κάηκαν πάνω από 20.000 στρέμματα γης, ενώ ο αριθμός των ζώων που βρήκαν φρικτό τέλος θα παραμείνει άγνωστος. Ένας ηλικιωμένος άντρας έβαλε τέλος στη ζωή του, μην αντέχοντας να βλέπει το σπίτι του να καίγεται για τρίτη φορά κι αν μη τι άλλο αυτό θα έπρεπε να οδηγήσει την κυβέρνηση μόνο σε προβληματισμό, μόνο σε προσπάθεια κατανόησης του τι πήγε λάθος, του τι μπορεί να βελτιωθεί από εδώ και πέρα. Η προσπάθεια κατάσβεσης στηρίχθηκε κυρίως στον προσωπικό αγώνα κατοίκων που αρνήθηκαν με κίνδυνο τη ζωή τους να εκκενώσουν την περιοχή, σε πάρα πολύ μεγάλο αριθμό εθελοντών πυροσβεστών και σε ένα πυροσβεστικό σώμα με χρόνιες ελλείψεις τόσο σε εξοπλισμό όσο και νέο προσωπικό, που σε καμία περίπτωση δεν είναι αρκετό.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αν και τα εναέρια μέσα αυξήθηκαν στα 90 αεροσκάφη και ελικόπτερα, μόνο το 15% των πυροσβεστικών οχημάτων είναι κάτω των 10 ετών, ενώ υπάρχουν οχήματα που χρησιμοποιούνται έχοντας στη πλάτη τους πάνω από 30 χρόνια λειτουργίας. Οι κομβικές επίγειες δυνάμεις έχουν πλέον μέσο όρο ηλικίας τα 48 έτη και αναμένεται να χάσουν μέσα στα επόμενα 7 χρόνια 5.000 Πυροσβέστες, χωρίς να έχει γίνει κάποια από τις 3.000 προσλήψεις που είχε υποσχεθεί η προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου. Η κυβέρνηση μέσα σε μία χρονιά που από την αρχή προμήνυε ένα δύσκολο καλοκαίρι, με ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως η ταχύτητα του αέρα στη συγκεκριμένη περίπτωση, ασχολήθηκε εκτενώς με τη στελέχωση του Αστυνομικού Σώματος καθώς και τη δημιουργία νέου Σώματος Ασφαλείας, αυτό της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας. Πόσο επένδυσε όμως πάνω στο Πυροσβεστικό Σώμα; Το Νοέμβριο ήρθαμε αντιμέτωποι με εικόνες ντροπής, όταν έγινε επέμβαση των ΜΑΤ σε μία ειρηνική πορεία πυροσβεστών, οι οποίοι ζητούσαν την ενίσχυση του Πυροσβεστικού Σώματος. Ρίψη χημικών και χρήση νερού υπό πίεση ήταν μέρος της αντιμετώπισης των κατά τ’ άλλα «ηρώων» του καλοκαιριού, ενώ ένας πυροσβέστης κινδύνεψε να χάσει το χέρι του από κροτίδα λάμψης. Άνθρωποι που το καλοκαίρι αντιμετωπίζονται ως ήρωες και το χειμώνα ξεχνιούνται, που για 800 και 1.000 ευρώ ρισκάρουν την ίδια τους τη ζωή χωρίς να διαθέτουν τον κατάλληλο εξοπλισμό, που με προσωπική αυτοθυσία στέκονται πάντοτε στη πρώτη γραμμή είναι οι πυροσβέστες μας και η κυβέρνηση, που δεν μπορεί να σταθεί αντάξια των απαιτήσεων, θα έπρεπε τουλάχιστον να δείχνει έναν ειλικρινή σεβασμό.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες και επειδή η κλιματική αλλαγή κάνει κάθε μέρα αισθητή την παρουσία της μέσα από την εμφάνιση ακραίων καιρικών φαινομένων, η κυβέρνηση και γενικότερα η πολιτική σκηνή θα όφειλε να αναγνωρίσει τις χρόνιες κρατικές ανεπάρκειες και να επενδύσει πιο ουσιαστικά στην πρόληψη καταστροφών. Το να αρκείται στο να επιρρίπτει την ευθύνη στους εμπρηστές και στους κατοίκους που «δεν είχαν καθαρίσει τα ξερόχορτα», αγνοώντας τον ρόλο του κράτους, την ετοιμότητα και τον εξοπλισμό, τους πόρους που έχουν διατεθεί για την αντιμετώπιση ακραίων φαινομένων σίγουρα δεν είναι αρκετό για να αποφευχθεί μία επόμενη καταστροφή, σίγουρα δεν δημιουργεί μία αίσθηση ασφάλειας στους πολίτες. Και επειδή πάντοτε θέλω να κλείνω τα κείμενά μου με μία αισιόδοξη νότα, συγκινητική και ελπιδοφόρα ήταν για άλλη μια φορά η κοινωνική αλληλεγγύη και η ανταπόκριση του κόσμου, που ξέρει μέσα σε δύσκολες στιγμές να γίνεται μία γροθιά, να στέκεται στον συνάνθρωπο. Που αντιλαμβάνεται πώς μόνο όταν ενωνόμαστε μπορούμε να πάμε μπροστά.
Ονομάζομαι Κωνσταντίνα Τσέλιου και σπουδάζω στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης στο ΕΚΠΑ. Διαβάζω βιβλία, αγαπάω τη μουσική και παίζω κιθάρα. Έχω μία ιδιαίτερη αγάπη προς τη λογοτεχνία και την ποίηση ενώ ανέκαθεν το γράψιμο ήταν η διέξοδός μου. Πιστεύω στην ομορφιά αυτού εδώ του κόσμου και κυρίως στη δύναμη που διαθέτουμε για να τον κάνουμε καλύτερο!