Ένας ανασκαφικός Σεπτέμβρης

Ένας ανασκαφικός Σεπτέμβρης

*Ονομάζομαι Αθηνά Διβριώτη και είμαι τριτοετής φοιτήτρια Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο ΕΚΠΑ. Αγαπώ κάθε μορφή τέχνης, θαυμάζω την ανθρώπινη ευαισθησία και πιστεύω στη δύναμή της να ομορφαίνει τον κόσμο!

Πολιτισμός, μια έννοια τόσο ευρεία. Ένας όρος «ομπρέλα» που αγκαλιάζει καθετί το ανθρώπινο. Ένα ταξίδι στον πολιτισμό έκανα το Σεπτέμβρη του 2022. Όχι μακριά, μόλις 120 χιλιόμετρα έξω από την Αθήνα. Πρόκειται για την αρχή μιας πορείας για εσωτερική αναζήτηση και αυτοπραγμάτωση που ξεκίνησε ως περιπέτεια με αφορμή τη βαθύτερη γνωριμία μου με το αντικείμενο που σπουδάζω, την Αρχαιολογία.

«Είμαστε της αρχαιολογίας» είπα και επιβιβαστήκαμε στο πλοίο. Η φράση αυτή με στιγμάτισε. Ένιωσα δέος στη σκέψη ότι ανήκω σε μια ομάδα μελλοντικών αρχαιολόγων. Μια χούφτα φοιτητές έτοιμοι να συνδράμουμε στο έργο του καθηγητή. Κυρίως όμως να βιώσουμε την αρχαιολογία στη πράξη, να αγγίξουμε κομμάτια του παρελθόντος μέσα στο δικό μας παρόν. Να συνδεθούμε με το παιδί μέσα μας, κάνοντας ένα ταξίδι με τη χρονομηχανή που πάντα λαχταρούσαμε.

Αυτό είναι η ανασκαφή για εμένα. Ένα ταξίδι στο χρόνο και ίσως μια ουσιαστική γνωριμία με αυτόν. Μια αναπάντεχη αποκάλυψη του παρελθόντος σε ένα παρόν τόσο διαφορετικό. Κάθε ύπαρξη, υλική ή μη, φέρει μέσα της την έννοια της ιστορικότητας. Της κυκλικής πορείας στον χρόνο: δημιουργία, εξέλιξη, φθορά. Ένα επαναλαμβανόμενο ρυθμικό μοτίβο που εμπεριέχει τη δυναμική της ζωής. Ο άνθρωπος εισπνέει, εκπνέει και πάλι από την αρχή. Και σε αυτή την τόσο απλή, ασυναίσθητη αλλά αναγκαία οργανική λειτουργία απαντάται η ίδια η ζωή. Στο ανασκαφικό πεδίο ήρθα σε άμεση επαφή με αυτήν την συνέχεια, τη ροή. Καθημερινά έσκαβα, περνώντας διαδοχικά ένα προς ένα τα χρονικά και γεωλογικά στρώματα. Αντικρίζοντας κάθε εύρημα, κοιτούσα το παρελθόν κατάματα. Έπαιρνε σάρκα και οστά μπροστά μου. Βρισκόμουν στον πρωτογενή τόπο ανάδυσής του και το επανάφερα στο κόσμο. Με το υπομονετικό και ζωοποιό μου σκάλισμα, το καλούσα να ανασάνει ελπίζοντας σε μια συζήτηση με αυτό.

Στη συνάντησή μας, συνειδητοποίησα πόσο εφήμερο είναι το δικό μου πέρασμα από τη γη. Πόσο πρόσκαιρος είναι ο χαρακτήρας της ζωής μου. «Ποια η σχέση μου με τον χρόνο;», «πόσο αληθινά ζω το παρόν;» σκέφτηκα. Από τα μαθητικά χρόνια, η επαφή μας με αυτόν είναι γραμμική. “Υπάρχει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον” μας μαθαίνουν. Χθες έπαιζα (παρατατικός). Τώρα ζωγραφίζω (ενεστώτας). Αύριο θα τραγουδήσω (μέλλοντας). Καθώς μεγαλώνουμε, κατανοούμε ότι αυτή η συμβατική διαίρεση του χρόνου υπάρχει, καθώς βολεύει, συστηματοποιεί και ανακουφίζει. Γιατί ποιος θέλει να ζει χωρίς πλάνο; Προγραμματίζει το μέλλον και τακτοποιεί το παρελθόν. Το παρόν που βρίσκεται, ωστόσο, σ’ αυτήν την επινόηση; Μήπως στο παρόν ο άνθρωπος αναλώνεται στη προσπάθειά του να συμβαδίσει με τη ταχεία εξέλιξη των κοινωνιών; Ίσως προσπαθεί να θέσει σε λειτουργία τον παραπάνω κομφορμιστικό μηχανισμό εκπλήρωσης της τάξης και αποφυγής της αταξίας. Μάλλον το τώρα αποτελεί ένα ενδιάμεσο φάσμα. Αντικατοπτρίζει την αγωνιώδη προσπάθειά μας να δημιουργήσουμε ένα «ταιριαστό» αύριο, αφήνοντας το πριν στην άκρη και αναμοχλεύοντάς το όποτε το θεωρούμε απαραίτητο.

Ανασκάπτοντας, αναγνώρισα πέρα από τη σχετικότητα του χρόνου και την έννοια της μεταβολής. Αλλάζοντας στρώματα -διαταραγμένα και μη- ήρθα σε επαφή με την παρουσία της συγκυρίας. Συνειρμικά κατανόησα πόσο αναπόφευκτη είναι η αλλαγή από τη ζωή μας. Ο νεολιθικός άνθρωπος κατόρθωσε να επιβληθεί στην φύση. Ο σύγχρονος καπιταλιστής έγινε δυνάστης της. Και οι δύο με σκοπό να δώσουν μια ψευδαίσθηση μονιμότητας και ασφάλειας στη ζωή τους. Ωστόσο, οι εξωτερικές συνθήκες έχουν τη δύναμη να ταράζουν συθέμελα τον ανθρώπινο κόσμο, από τον υλικό του πολιτισμό μέχρι το πνεύμα του. Ένα ιερό μπορεί τη μία στιγμή να είναι χώρος προσευχής, την άλλη άσυλο. Ένα αγγείο ή ένα ειδώλιο μπορεί να έχουν αρχικά οικιακή χρήση, να καταλήξουν όμως να συντροφεύουν έναν νεκρό στο ταφικό του μνήμα. Και εμείς έχουμε συνέχεια στον χρόνο, η ζωή μας κάνει ατέρμονους κύκλους. Σαν το σπιράλ ένα πράγμα. Αλλάζουμε και θα αλλάζουμε συνεχώς. Δύσκολα μπορούμε να μείνουμε αλώβητοι από το μοιραίο. «Επιτυχία», «ευτυχία» ευχόμαστε στους αγαπημένους μας. Είμαστε όλοι διαχρονικά δέσμιοι της τύχης.

Ευνοημένη από τη τύχη αισθάνθηκα στην όψη της πρώτης μου ανακάλυψης. Άλλο τόσο πανευτυχής με τις αποκαλύψεις που ακολούθησαν και τη πληθώρα των ευρημάτων που αντίκρισα. Κάθε φορά βίωνα την ίδια μεγαλειώδη αίσθηση. Κάθε έννοια χρονικότητας έδινε τη θέση της στο απόλυτο χάος. Πού βρισκόμουν άραγε; Κενό. Παρελθόν, παρόν, μέλλον ήταν όλα τόσο συγκεχυμένα μέσα μου. Ήμουν μετέωρη. Ένιωθα τον χρόνο να κυλά δίπλα μου και εγώ στο ρόλο του απλού παρατηρητή βίωνα μια ουτοπία. Ζούσα σε μια δική μου χρονική βαθμίδα, εγώ και το εύρημά μου.

Παρ’ όλη την ομορφιά που αντίκριζα καθημερινά, κανείς και τίποτα δεν με είχε προϊδεάσει για την μοναδική εμπειρία της ανακάλυψης.

Ανεβαίνοντας στο ανασκαφικό πεδίο, πεζοπορούσαμε είκοσι λεπτά. Φτάναμε στην κορυφή του λόφου και ακολουθούσε μικρή ανάπαυση πριν ξεκινήσουμε την εργασία μας. Καθόμασταν βουβοί πάνω στους δροσερούς πωρόλιθους ενός μαντριού και αντικρίζαμε το αχανές γαλάζιο. Το σκηνικό ήταν σαγηνευτικό. Το ιδιόμορφο κυκλαδίτικο πανόραμα από μικρή με γοήτευε και εκεί είχα την ευκαιρία να το θαυμάζω σε καθημερινή βάση. Άγονα και απότομα υψώματα, ξερολιθιές που σαν διακοσμητικές χαράξεις με ανορθόδοξους σχηματισμούς προσέδιδαν ένα στοιχείο δροσιάς στο άνυδρο έδαφος. Όλα, παρά τις διαφορές τους, έμοιαζαν να εναρμονίζονται με το επιβλητικό μπλε φόντο.

Αναρωτιόμουν, «πόσο να διέφερε το παραπάνω σκηνικό στο ύστατο παρελθόν;». Σίγουρα τα υλικά κατάλοιπα που εντοπίσαμε εκεί δεν έχουν φωνή να μας μιλήσουν για τους κατόχους τους και τις ζωές τους. Εδώ έγκειται και η πρόκληση της αρχαιολογικής επιστήμης. Εγώ όμως ένιωσα ότι συνδέθηκα με αυτούς. Ο περιβάλλοντας χώρος και η διεξοδική παρατήρησή του, μου επέτρεψε να δω στοιχεία του δικού τους παρόντος μέσα στο δικό μου.

Στο ύψωμα αυτό, είχα την ευκαιρία να αντικρίσω τη ποικιλομορφία του υλικού πολιτισμού και συνάμα να αντιληφθώ τη δυνατότητά του να αυτοπροσδιορίζει. Κατανόησα σε βάθος ότι όλα προσαρμόζονται στο γεωμορφολογικό ανάγλυφο, στο φυσικό τοπίο εν γένει. Τα σπίτια, οι οικισμοί, οι δρόμοι και ο τρόπος επικοινωνίας, τα εργαλεία, η διατροφή, τα αγγεία, οι θρησκευτικές πρακτικές. Οτιδήποτε ανθρώπινο είναι αλληλένδετο του χώρου στον οποίο αναπτύσσεται. Σήμερα μιλάμε για τοπικά έθιμα και τοπικές ταυτότητες. Δεν χρειάζεται να ταξιδέψουμε μίλια μακριά, σε άλλους λαούς ή περασμένες εποχές, για να συλλάβουμε τις διαφορετικές πολιτισμικές εκφράσεις των λαών.

Αλλά είναι αυτή η διαφορετικότητα που υπερτονίζει την κοινή ανθρώπινη ουσία. Αναπνέω, άρα υπάρχω. Ξυπνάω, κοιμάμαι, άρα έχω ανάγκη για ανάπαυση. Γεύομαι, μάλλον χρειάζομαι τροφή, ώστε να «συνεχίσω». Άπτομαι, ίσως δύσκολα μπορώ να δεσμευτώ στη «συνέχεια» δίχως τη σύνδεση με εμένα και τον διπλανό μου. Ακούω, βλέπω, κατανοώ, μιλώ, άρα δέχομαι εξωγενή ερεθίσματα και προσπαθώ να εκφράσω όσα νιώθω. Δεν είναι λίγα αυτά που μας ενώνουν. Πρόκειται για πάγια, σταθερά γνωρίσματα που μας χαρακτηρίζουν εδώ και αιώνες. Αυτά επιστεγάζει η γενεσιουργός δύναμη της δημιουργίας. Εκείνη προσπερνά τα στεγανά του χώρου και του χρόνου. Ταυτίζεται με την ελευθερία και ενεργοποιείται από την «ανάγκη». Και η «ανάγκη» ταυτίζεται με την εξέλιξη, τη δύναμη που μας ωθεί στη φαντασία, τη σύλληψη, την επινοητικότητα.

Θα συμφωνούσε κανείς ότι οι αχανείς και απροσπέλαστοι αιώνες με καθιστούν ξένη ως προς τα ευρήματα και τον κόσμο που κουβαλούν μέσα τους. Η δύναμη του αγγίγματος μου επέτρεψε ωστόσο να τα διαβάσω διαφορετικά. Ανεβαίνοντας σε εκείνο το ύψωμα και λαμβάνοντας ενεργό ρόλο στη ρομαντική, σχεδόν «ονειρική» δραστηριότητα της ανακάλυψης και επιφάνειας του παρελθόντος, κατανόησα σε βάθος κάτι απλό και πανανθρώπινο: την ικανότητά μας να μετατρέπουμε την εξωτερική πληροφορία σε κάτι εσωτερικό, προσωπικό. Στην ανασκαφή πήγα στην πηγή του πολιτισμού και αισθάνθηκα την κινητήρια δύναμή του: την δημιουργικότητα.

+ posts