Του Στέφανου Φραγκόπουλου, Απόφοιτος Φοιτητής Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης (ΕΚΠΑ)
Με την έλευση του 2024 οι ΗΠΑ, μετά το εκλογικά αδρανές 2023, εισέρχονται σε τροχιά προεδρικών εκλογών. Όπως κάθε φορά, έτσι και τώρα παράλληλα με τις προεδρικές θα διεξαχθούν και εκλογές για την Γερουσία, τη Βουλή των Αντιπροσώπων, τους Κυβερνήτες των επιμέρους πολιτειών και τα πολιτειακά νομοθετικά σώματα. Ωστόσο, τα φώτα είναι στραμμένα στις προεδρικές, κάτι εύλογο καθώς ο εκάστοτε πλανητάρχης είναι εκείνος που χαράσσει πολιτική και κινεί τα νήματα, επηρεάζοντας την πορεία όχι μόνο της χώρας του αλλά και του κόσμου συνολικά, δυτικού και μη. Σε ό τι αφορά τους Δημοκρατικούς, ο νυν Πρόεδρος Biden έχει θέσει εκ νέου υποψηφιότητα για το αξίωμα. Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικάνων, από τη στιγμή κιόλας που εντός του μηνός θα λάβουν χώρα οι πρώτες προκριματικές εκλογές στις πολιτείες Iowa (15 Ιανουαρίου) και New Hampshire (23 Ιανουαρίου).
Αν όμως λάβει κανείς υπόψη τις δημοσκοπήσεις, θα μπορούσε να συμπεράνει πως οι αναμετρήσεις αυτές έχουν λήξει πριν καν στηθούν οι κάλπες. Ακλόνητο φαβορί δείχνει ο πρώην Πρόεδρος Trump, ενώ κανείς εκ των λοιπών διεκδικητών δεν δείχνει ικανός να τον απειλήσει για το χρίσμα. Για το πλασάρισμα στη δεύτερη θέση μάχονται ο Κυβερνήτης της Florida Ron DeSantis και η πρώην πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ Nikki Haley, οι οποίοι μέχρι στιγμής ακολουθούν αντίθετη πορεία.
Ειδικότερα, ο DeSantis μετά τον εκλογικό του θρίαμβο στην Florida το 2022 (επικράτησε με διαφορά 19 μονάδων της αντιπάλου του σε μία πολιτεία που μέχρι πρότινος θεωρούνταν εντελώς αμφίρροπη) έδειχνε να αποτελούσε το πρόσωπο που θα μπορούσε να εκφράσει το κυρίαρχο στους Ρεπουμπλικάνους ρεύμα “MAGA” (Make America Great Again), επιτρέποντας στο κόμμα να απογαλακτιστεί από τον Τrump και να προχωρήσει στο μέλλον απαλλαγμένο από την πόλωση που προκαλούσε ο πρώην Πρόεδρος και η οποία τον καθιστούσε αντιδημοφιλή σε σημαντικό τμήμα του εκλογικού σώματος. Ωστόσο, οι ελπίδες αυτές αποδείχθηκαν φρούδες, καθώς οι αριθμοί του DeSantis σημείωσαν δραματική πτώση[1], εξαιτίας του γεγονότος ότι εκείνος προσπάθησε να εκφράσει έναν “αυθεντικό” συντηρητισμό, υιοθετώντας σε ζητήματα όπως οι αμβλώσεις και η κοινωνική ασφάλιση θέσεις δεξιότερες του Trump, με συνέπεια να απολέσει σημαντικό τμήμα της μέχρι τότε υπολογίσιμης επιρροής του.
Η Haley από την πλευρά της εισήλθε στην εκλογική αναμέτρηση σχετικά απαρατήρητη, χωρίς να συγκεντρώνει ανάλογο με τους υπόλοιπους υποψηφίους ενδιαφέρον. Οι επιδόσεις της στα debates την κατέστησαν γνωστότερη στο ευρύ κοινό και έκτοτε σημειώνει διαρκή άνοδο στις δημοσκοπήσεις, ιδιαίτερα στην δεύτερη σε σειρά πολιτεία, στο New Hampshire[2]. Έχοντας όμως υιοθετήσει σε σημαντικά ζητήματα απόψεις διαφορετικές του Trump, όπως η υποστήριξή της για εξακολούθηση της αμερικανικής βοήθειας στην Ουκρανία και η αρκετά μετριοπαθέστερη στάση της για τις αμβλώσεις, έρχεται σε αντίθεση με το πολυπληθέστερο τμήμα της βάσης των Ρεπουμπλικάνων, που ακόμη ενστερνίζεται τις θέσεις του πρώην Προέδρου. Η Haley δείχνει δηλαδή να έχει εκλογικό “ταβάνι”: μπορεί κάλλιστα να πάρει με το μέρος της τους πιο μετριοπαθείς-ανεξάρτητους ψηφοφόρους, καθώς επίσης και τους πολέμιους του Trump (τους never-trumpers), χωρίς όμως να καταφέρει να διεισδύσει στη συντηρητική βάση του κόμματος. Τα δεδομένα αυτά είναι απαγορευτικά, ειδικά σε μία εσωκομματική εκλογική αναμέτρηση.
Το ισχυρό προβάδισμα Trump μπορεί να εξηγηθεί από αρκετούς παράγοντες. Αρχικά, βάσει και όσων αναπτύχθηκαν ανωτέρω, καθίσταται σαφές πως όποιος υποψήφιος προσπάθησε να διαφοροποιηθεί από τον Trump προβάλλοντας διαφορετικές ιδέες σε μια σειρά από ζητήματα, είτε έχασε την επιρροή του (DeSantis) είτε ανέβηκε δίχως όμως να καλλιεργήσει ισχυρές προσδοκίες επικράτησής του (η λεγόμενη “παράσταση νίκης” στην περίπτωση της Haley). Οδηγούμαστε συνεπώς στο συμπέρασμα πως ο “τραμπισμός”, υπό την έννοια των πολιτικών που εφάρμοσε ο πρώην Πρόεδρος κατά την θητεία του, όπως η μείωση φορολογικών συντελεστών, η υιοθέτηση προστατευτικών και τονωτικών της εγχώριας βιομηχανίας μέτρων, το δόγμα νόμος-τάξη στη δημόσια ασφάλεια και μία λιγότερο παρεμβατική στα διεθνή δρώμενα πολιτική με έμφαση στην αποτροπή συγκρούσεων, παραμένει υπέρμετρα δημοφιλής στους Ρεπουμπλικάνους (βλ. και παλαιότερο άρθρο μου https://www.foititikoskosmos.gr/%cf%83%cf%85%ce%bc%cf%80%ce%b5%cf%81%ce%ac%cf%83%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1/). Για να έχει κάποιος υποψήφιος πιθανότητες επιτυχίας, θα πρέπει αναγκαστικά να ενστερνιστεί αυτές τις ιδέες. Όσο όμως παραμένει ενεργός ο Trump, είναι φυσικό επακόλουθο πως οι ψηφοφόροι θα τον προτιμήσουν ως τον αυθεντικό εκφραστή αυτού του ρεύματος.
Εξήγηση για το προβάδισμα του Trump αποτελεί και η εξής παρατήρηση: πως πλέον δεν είναι η αντισυστημική μορφή του 2016, δεν είναι πολιτικός “παρείσακτος”. Έχει διατελέσει Πρόεδρος των ΗΠΑ και έχει μετασχηματίσει το ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα της χώρας, με σημαντική απήχηση σε πολλά στρώματα της κοινωνίας. Αποτελεί πλέον ο ίδιος “κατεστημένο” και είναι αποδεκτός από τη συντριπτική πλειοψηφία των Ρεπουμπλικάνων πολιτικών, αρκετοί από τους οποίους προσπάθησαν το 2016 να τον εμποδίσουν να λάβει το χρίσμα. Αξιοσημείωτο είναι επίσης πως η στήριξη αυτή δεν ατόνησε ούτε μετά την εισβολή φανατικών οπαδών του Trump στο Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου 2021. Την υποψηφιότητα του στηρίζουν επίσημα 100 μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων, 19 Γερουσιαστές και 7 Κυβερνήτες[3]. Η στήριξη σε DeSantis (5 μέλη της Βουλής-2 Κυβερνήτες) και Haley ( 1 και 1 αντίστοιχα) είναι πενιχρή.
Ούτε οι διώξεις που έχουν ασκηθεί εις βάρος του τόσο σε ομοσπονδιακό όσο και σε πολιτειακό επίπεδο δείχνουν να έχουν επηρεάσει αρνητικά την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων προς το πρόσωπό του. Αντίθετα μάλιστα, έχουν συσπειρώσει τους οπαδούς του και δίνουν υπόσταση στο αφήγημά του περί σκευωρίας από τους πολιτικούς του αντιπάλους, πως οι διώξεις ασκήθηκαν βάσει πολιτικών κινήτρων και μεθοδεύσεων. Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα δεδομένα και με επιφύλαξη της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ για το δικαίωμα του Trump να είναι τελικά υποψήφιος στις εκλογές μετά τον αποκλεισμό του από τα ψηφοδέλτια σε Colorado και Maine, φαίνεται να οδεύουμε προς μία επανάληψη της αναμέτρησης του 2020 μεταξύ Biden και Trump. Αναμέτρηση που θα είναι εξίσου ενδιαφέρουσα και αμφίρροπη με την προηγούμενη.
[1] https://www.realclearpolling.com/polls/president/republican-primary/2024/national
[2] https://www.realclearpolling.com/polls/president/republican-primary/2024/new-hampshire
[3] https://thehill.com/homenews/campaign/3942482-2024-gop-primary-endorsements/