Του Στέφανου Φραγκόπουλου, εξωτερικού μας συνεργάτη και φοιτητή του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης (Ε.Κ.Π.Α.)
Όλοι οι άνθρωποι ανά την υφήλιο περίμεναν να λήξει το επάρατο -ελέω covid-19- 2020 και ανέμεναν το 2021 με μεγάλη προσμονή και μια αίσθηση ανακούφισης, δεδομένης της έναρξης των πολυαναμενόμενων εμβολιασμών. Ωστόσο, οι προσδοκίες για γρήγορη επιστροφή στην κανονικότητα ήδη φαίνεται να έχουν διαψευστεί εξαιτίας καθυστερήσεων στη διανομή των εμβολίων.
Ξαφνικά, το ενδιαφέρον όλων στράφηκε στην Αμερική που έγινε κύριο θέμα στις ειδήσεις για 2η φορά τους τελευταίους δύο μήνες, μετά τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2020. Αυτή τη φορά για εντελώς λάθος λόγους. Οι εικόνες από την εισβολή φανατικών οπαδών του απερχόμενου Προέδρου Trump στο Καπιτώλιο την ώρα της κατακύρωσης των αποτελεσμάτων υπέρ του Biden από το Κογκρέσο ήταν αναντίρρητα συγκλονιστικές. Θύμιζαν έντονα τις σκηνές από την ταινία «Ο Όλυμπος έπεσε». Η Δημοκρατία στις ΗΠΑ για ένα όχι και τόσο σύντομο διάστημα βρέθηκε υπό απειλή, υπό πολιορκία. Πυροβολισμοί ακούστηκαν εντός των διαδρόμων του Καπιτωλίου, με συνέπεια τον θάνατο τουλάχιστον μιας διαδηλώτριας, ενώ η αστυνομία της πρωτεύουσας γνωστοποίησε άλλους 3 νεκρούς και αρκετούς τραυματίες[1]. Ο Trump σε μήνυμά του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κάλεσε τους διαδηλωτές να αποχωρήσουν ειρηνικά, χωρίς ωστόσο να καταδικάσει άμεσα τις λεηλασίες και επέμεινε στις καταγγελίες περί νοθείας, τροφοδοτώντας περαιτέρω την ένταση.
Οι ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της «εισβολής» έδειξαν αδύναμες, θύμα πρακτικών τις οποίες οι ίδιες καταδίκαζαν όποτε συνέβαιναν σε άλλα κράτη, επεμβαίνοντας στο εσωτερικό τους. Οι θεσμοί όμως επέδειξαν αξιοσημείωτη αντοχή. Το Κογκρέσο αμέσως μετά την επιβολή της τάξης προέβη σε άμεση σύγκληση του σώματος προκειμένου να συνεχιστεί η διαδικασία που είχε διακοπεί βίαια προηγουμένως. Αμφότερα τα κόμματα συναίνεσαν και η συζήτηση διεξήχθη κανονικά. Οι γερουσιαστές που εξακολουθούσαν να τρέφουν αμφιβολίες για τα αποτελέσματα υπέβαλαν νομίμως τις ενστάσεις τους, που συζητήθηκαν και απορρίφθηκαν. Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στον Αντιπρόεδρο Pence, ο οποίος τήρησε το Σύνταγμα, λειτουργώντας θεσμικά παρά την μέχρι πρότινος στενή σχέση του με τον Trump. Τα θεσμικά αντίβαρα της αμερικανικής δημοκρατίας άντεξαν, παρά την πρωτοφανή πίεση που δέχθηκαν. Το ερώτημα που πρέπει να τεθεί παρ’ όλα αυτά είναι πώς η Αμερική, η ισχυρότερη δημοκρατία του κόσμου, έφτασε σε αυτό το σημείο; Ήταν ένα φαινόμενο μονάχα συνδεδεμένο με τον Trump και την προεδρική του θητεία; Ή ήταν μια τάση που υπέβοσκε για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι να βρει το κατάλληλο πρόσωπο για να την εκφράσει;
Κατά την ταπεινή μου γνώμη ισχύει ξεκάθαρα η 2η άποψη. Η Αμερική παρά την ισχύ της και παρά το γεγονός ότι μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης ήταν και παραμένει η μόνη υπερδύναμη στον κόσμο (με επιφύλαξη -πλέον- διότι η Κίνα διαγράφει τρομακτικά ανοδική πορεία) είναι ένα έθνος βαθιά διχασμένο. Οι επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης δεν ήταν το ίδιο ευεργετικές για όλη την αμερικανική κοινωνία. Ενώ η Δυτική και η Ανατολική ακτή ευημερούσαν, πολλές Πολιτείες ανάμεσα στις 2 ακτές δεν απόλαυσαν τα ίδια οφέλη. Ακόμα πιο εμφανής είναι η αντίθεση ανάμεσα σε αστικά-ημιαστικά κέντρα και αγροτικές-μικροαστικές περιοχές. Δίχως αμφιβολία το αμερικανικό πολιτικό σύστημα απέτυχε να ενσωματώσει το σύνολο του πληθυσμού στη νέα πραγματικότητα που επικρατεί. Θλιβερό επίσης είναι ότι το πολιτικό οικοδόμημα των ΗΠΑ -συμπεριλαμβανομένων των πανίσχυρων φιλελεύθερων ΜΜΕ- αντί να κάνει μια προσπάθεια να αφουγκραστεί τις ανησυχίες αυτών των πολιτών, τους αντιμετώπισε με αλαζονεία και περιφρόνηση, θεωρώντας τους πολίτες 2ης κατηγορίας. Ήταν θέμα χρόνου να εμφανιστεί μία αντισυστημική προσωπικότητα που θα ενσάρκωνε όλα αυτά τα αιτήματα για “αλλαγή” και “επιστροφή στο παρελθόν”.
Καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε και το γεγονός ότι από τη δεκαετία του 1990 και έπειτα κανείς Πρόεδρος, είτε έφερε ιστορικό όνομα (Bush Jr.) είτε απολάμβανε της απόλυτης στήριξης- προβολής των media (Obama), δεν κατόρθωσε να ενώσει τον αμερικανικό λαό. Επί προεδρίας Obama μάλιστα σημειώθηκε μια στροφή προς τα αριστερά, προς περισσότερο ριζοσπαστικές πολιτικές, κάτι που αναπόφευκτα προκάλεσε την αντίδραση των Ρεπουμπλικάνων και τη δική τους στροφή προς τα δεξιά. Θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι το πολιτικό κέντρο απέτυχε να εφεύρει λύσεις για τα προβλήματα των πολιτών. Ορθό. Αλλά ούτε και η πρόσφατη συγκρουσιακή μέθοδος του Trump είχε αποτέλεσμα. Απεναντίας, η πόλωση επιδείνωσε την κατάσταση. Η μόνη βιώσιμη οδός για τις ΗΠΑ είναι η διαπαραταξιακή συνεργασία, πιθανότητα που ενισχύεται από την αριθμητική ισότητα των 2 κομμάτων στη Γερουσία (50-50) και την μη κομματική πειθαρχία που επικρατεί στα πολιτικά δρώμενα των ΗΠΑ.
Η αποτυχημένη απόπειρα κατάλυσης των δημοκρατικών θεσμών συνέβη σε μία στιγμή όπου σε πολλές χώρες του κόσμου αυταρχικοί-λαϊκιστές ηγέτες ή βρίσκονται στην εξουσία ή επιχειρούν να την καταλάβουν. Ως χώρα έχουμε την ατυχία να συνορεύουμε με έναν από αυτούς. Η αντοχή που επέδειξαν οι θεσμοί στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού όμως δεν πρέπει να μας καθησυχάσουν. Η Δημοκρατία είναι πολίτευμα που χρειάζεται συνεχή αγώνα για τη διατήρηση και τη βελτίωσή του. Όλες οι απόψεις πρέπει να ακούγονται και να μην απορρίπτονται δίχως διάλογο σε περίπτωση που δεν αρέσουν στην εκάστοτε κυβερνώσα ελίτ. Η Ελλάδα συνιστά μία χώρα που έχει βιώσει πολλές περιπτώσεις καθεστωτικών ανατροπών ή και αμφισβητήσεων του εκάστοτε συστήματος, με πιο πρόσφατο τον οιονεί εθνικό διχασμό της περιόδου 2010-2015. Όλοι μας, ο καθένας ξεχωριστά αλλά και συλλογικά, μπορούμε να διαφυλάξουμε τα δημοκρατικά ιδεώδη και πρέπει να το προσπαθήσουμε τώρα όσο ποτέ άλλοτε, διότι οι καιροί που ζούμε είναι δύσκολοι και τα ατομικά δικαιώματα υπόκεινται σε πολλούς περιορισμούς εξαιτίας της πανδημίας, σε κάποιες περιπτώσεις δικαιολογημένα, σε άλλες όμως όχι.
[1] https://www.foxnews.com/us/d-c-mayor-issues-order-extending-public-emergency-for-15-days-following-chaos-at-capitol