Η/ο συντάκτρια/συντάκτης επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του.
Η απώλεια. Λέξη βαριά και ασήκωτη. Συναισθήματα; Άρνηση, θλίψη, θυμός, αγανάκτηση. Ένα κενό στην καρδιά, το μυαλό, το βλέμμα. Ένα κενό που δεν ξαναγεμίζει.
Οι άνθρωποι φεύγουν. Γιατί; «Γιατί έτσι είναι η ζωή», θα σου πουν. Θα τους πιστέψεις; Ναι, στην περίπτωση που δεν έχεις βιώσει αυτό το συναίσθημα. Όμως, αν όχι, δεν θέλεις να αποδεχτείς την πραγματικότητα και θυμώνεις γιατί κάποιος, κάπου – πολύ μακριά από εδώ- αποφάσισε να σου πάρει κάτι αγαπημένο. Να το «κλέψει» από τη ζωή σου.
Γιατί από την καρδιά σου δεν μπορεί να το πάρει κανένας, σε διαβεβαιώ. Η αγάπη για το άτομο που έφυγε, αγκαλιά με τη νοσταλγία, κουρνιάζει στην καρδιά σου. Κουρνιάζει και δεν φεύγει ποτέ, γιατί όσοι αγαπήσαμε δεν φεύγουν ποτέ πραγματικά από κοντά μας.
Η απώλεια γράφει σαν μια βαθιά, μαύρη ρωγμή στον καμβά της ζωής μας.
Η δική μου αγάπη άρχισε να κουρνιάζει από εκείνη την Κυριακή που με βοήθησες να φτιάξουμε μια ξύλινη κατασκευή. Τουβλάκι τουβλάκι την χτίσαμε, έτσι ακριβώς όπως χτίστηκε και η αγάπη μου για σένα.
Για σένα που πάντα χαμογελούσες και τα μάτια σου έλαμπαν, που μου έμαθες να κοιτάω μπροστά. Για σένα που δεν το έβαλες ποτέ κάτω, που προσπαθούσες για το καλύτερο. Για σένα που πάντα είχες όνειρα. Για σένα που η αγκαλιά σου μας χωρούσε όλους, που μοίραζες αγάπη απλόχερα, που δεν είχες κακό λόγο για κανέναν.
Για σένα, που δεν σε πρόλαβα κι αυτό είναι κάτι που θα με βαραίνει μια ζωή. Για σένα που με έλεγες πάντα «μωρό», κι ας έφτασα είκοσι χρονών. Για σένα που δεν πρόλαβα να σου πω ή, καλύτερα, να σου δείξω το πόσο πολύ σ’ αγαπώ.
«Σ΄ αφήνω στον αέρα για να σε βρω στο φως», λοιπόν. Δεν θα ξαναδώ μήνυμά σου, ούτε θα ξαναντικρυσω τα μάτια σου. Με στεναχώρησες, δεν στο κρύβω. Άλλα δεν σου κρατώ παράπονο.«Με πείσμα και γινάτι θα τους νικήσουμε». Ξέρω πως το πάλεψες για όλους εμάς εδώ κάτω -πια.
Ξέρω πως θα μου λείψεις.
Επίσης, όμως, ξέρω ότι κάθε φορά που θα κοιτάζω τον ουρανό, θα βλέπω τα μάτια σου.
Θα σου χαμογελάω, αυτό στο χρωστάω.
Να με προσέχεις, το χρειάζομαι.
Αντίο δικέ μου «παπά». Για πάντα στην καρδιά μου. Εις το επανιδείν.
Αφιερωμένο:
«Μείνε ακόμα λίγο, μέχρι που να ξεφύγω.»