Του Μιχάλη Κοττάκη, φοιτητή στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης του Ε.Κ.Π.Α.
Πότε ήταν η τελευταία φορά που η ατζέντα των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας περιελάμβανε θεματολογία που αφορούσε άμεσα το ίδιο το ελληνικό Πανεπιστήμιο; Κάθε άνθρωπος που θα έθετε στον εαυτό του αυτό το ερώτημα θα κατέληγε στον Βασίλη Δημάκη. Ο Βασίλης Δημάκης, τρόφιμος των φυλακών του Κορυδαλλού, είχε ως κύριο αίτημα την εξασφάλιση των απαραιτήτων για την τηλε-εκπαίδευση υποδομών, ώστε να βρίσκεται σε θέση να συνεχίσει τις σπουδές του στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ.
Ωστόσο, τα παραπάνω αφορούν μια μεμονωμένη και ξεχωριστή περίπτωση φοιτητή. Δυστυχώς, το Ελληνικό πανεπιστήμιο στην εποχή του κορωνοϊού μαστίζεται από μια πληθώρα προβλημάτων που αφορούν το σύνολο των φοιτητών. Για την κατανόηση των υφιστάμενων συνθηκών χρήσιμο θα ήταν ένα σύντομο ταξίδι στο κοντινό και συνάμα μακρινό παρελθόν. Το ημερολόγιο γράφει 10 Μαρτίου του 2020. Είναι η μέρα που ανακοινώνεται η αναστολή λειτουργίας όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης με απόφαση του Υπουργείου Υγείας. Έτσι, εισάγεται κακήν κακώς η μέθοδος της εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης με την προοπτική της απευθείας συνέχισης των μαθημάτων, με την οποία το καθηγητικό προσωπικό, στο σύνολό του, δεν ήταν σε θέση να λειτουργήσει μη όν εξοικειωμένο με την τεχνολογία. Εντούτοις, η επανεκκίνηση της εκπαίδευσης στην πράξη, έστω και με τη μορφή αυτή, παρουσίασε καθυστέρηση, δίχως λόγο και αιτία, η οποία κυμάνθηκε σε γενικές γραμμές από μια έως και τέσσερις εβδομάδες! Οι χαμένες διδακτικές ώρες που προέκυψαν από αυτή τη διακοπή ουδέποτε καλύφθηκαν, με αποτέλεσμα οι διδακτέες ύλες είτε να μειωθούν, είτε να καλυφθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα προκαλώντας σύγχυση στους φοιτητές.
Με την πάροδο του χρόνου οι καθηγητές βρήκαν τα «πατήματα» τους όσον αφορά τη διεξαγωγή της τηλεκπαίδευσης. Άρχισαν όμως να ανακύπτουν άλλα ζητήματα στην πορεία, όπως ο τρόπος παραλαβής των συγγραμμάτων από τους φοιτητές, οπότε και ανελήφθη η πρωτοβουλία από το ΥΠΑΙΘ να γίνει η κατ’ οίκον διανομή τους με την επιμέλεια των εκδοτικών οίκων. Η διανομή ξεκίνησε στις 27 Απριλίου και βάσει εγκυκλίου του Υπουργείου Παιδείας θα ολοκληρωνόταν στις 15 Ιουνίου. Η διανομή άρχισε με σχετικά αργούς ρυθμούς, οι οποίοι, εν συνεχεία, επιταχύνθηκαν, με αποτέλεσμα το όλο εγχείρημα να μπορούσε και να χαρακτηριστεί εν μέρει επιτυχές. Στον αντίποδα, το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας σε δελτίο τύπου στις 26 Μαΐου διατρανώνει την ολοκλήρωση της διανομής των συγγραμμάτων την ίδια περίπου ημερομηνία με πέρυσι. Στην πραγματικότητα, βέβαια πέρυσι η διάθεση και όχι η διανομή των συγγραμμάτων ξεκινούσε περί τα τέλη Μαρτίου και ολοκληρωνόταν, όντως, την ίδια περίπου ημερομηνία. Με αυτόν τον τρόπο, αφού ο φοιτητής είχε ολοκληρώσει τη δήλωση των συγγραμμάτων στο σύστημα του «Ευδόξου», είχε ο ίδιος τη δυνατότητα να επιλέξει τη χρονική στιγμή – εντός ενός χρονικού περιθωρίου -την οποία θα παραλάβει τα συγγράμματα από τα καταστήματα των εκδοτικών οίκων. Προς το τέλος του χρονικού αυτού του χρονικού περιθωρίου, οι λιγότερο ενδιαφερόμενοι για τις σπουδές τους φοιτητές κυρίως τείνουν να παραλαμβάνουν τα συγγράμματα τους.
Η επιτυχία, όμως, του εγχειρήματος, της διανομής των συγγραμμάτων δεν έγκειται στο αν θα τηρηθεί η δέσμευση του κράτους απέναντι στους φοιτητές, στην οποία δεν λογαριάζονται οι ίδιοι οι φοιτητές. Έγκειται στο αν οι φοιτητές θα παραλάβουν εγκαίρως όλα τα συγγράμματα, ώστε να είναι σε θέση να ετοιμαστούν ενόψει των εξετάσεων Ιουνίου-Ιουλίου. Άρα, αν ένας φοιτητής παραλάβει όλα τα συγγράμματα στις 14 Ιουνίου θεωρείται επιτυχία, αν οι εξετάσεις του αρχίζουν στις 20 του μηνός; Εν τέλει υπήρξαν περιπτώσεις φοιτητών, λίγων ευτυχώς, όπου η ημέρα της εξέτασης του μαθήματος έφτασε, χωρίς να έχουν στη διάθεσή τους το ανάλογο σύγγραμμα. Και καμία λογική παράπλευρων απωλειών δεν θα έπρεπε να είναι αποδεκτή σε ένα επιτελικό κράτος.
Πλησιάζοντας προς τον μήνα Ιούνιο, οπότε και οι πυρετώδεις προετοιμασίες εντείνονται ολοένα και περισσότερο, άγνωστος ήταν ο τρόπος εξέτασης των μαθημάτων, ο οποίος επαφίετο αποκλειστικά στη βούληση των διδασκόντων. Οι επικρατέστερες λύσεις που δόθηκαν ήταν η εξέταση μέσω ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής, οι απαλλακτικές εργασίες, η διά ζώσης γραπτή και προφορική εξέταση. Για κάθε μέθοδο παρουσιάζονται και τα ανάλογα εμπόδια. Στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ που τυγχάνει να φοιτώ, εφαρμόστηκε κυρίως το σύστημα των ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής. Καίριο ζήτημα είναι ο καθορισμός της διάρκειας της εξέτασης με στόχο την επίτευξη μιας ισορροπίας που να αποτρέπει μεν την αντιγραφή και τη συνεργασία, αλλά να μη μετατρέπει την εξέταση σε τηλεπαιχνίδι γνώσεων που δεν επιτρέπει την νοητική επεξεργασία των ερωτήσεων. Ακόμα, σ’ αυτόν τον τύπο εξέτασης πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη του ενδεχομένου της υπερφόρτωσης του συστήματος και προστασία του συστήματος απέναντι σε μια ενδεχόμενη κυβερνοεπίθεση ώστε να διασφαλιστεί η προστασία των προσωπικών δεδομένων του φοιτητή. Επίσης, είναι αναγκαία η ύπαρξη πρόβλεψης για τυχόν τεχνικές δυσκολίες, όπως διακοπή της σύνδεσης. Οι απαντήσεις των εκπαιδευτικών σε ερωτήσεις επ’ αυτού συνήθως είχαν έναν αόριστο χαρακτήρα τύπου: «Στείλτε μου e-mail και θα βρεθεί λύση». Παρ’ όλα αυτά δεν θα μπορούσε να παραλειφθεί η κατανόηση και η συνεργασιμότητα που επέδειξε μια σημαντική μερίδα των καθηγητών προς τους φοιτητές.
Κάθε σοβαρό εκπαιδευτικό ίδρυμα, που επιθυμεί να τιμά και να διατηρεί τη θέση του στο διεθνές ακαδημαϊκό στερέωμα, οφείλει να έχει τη δυνατότητα έγκαιρης κατάρτισης ενός σοβαρού σχεδιασμού λειτουργίας προσαρμοσμένου στην ειδική συνθήκη της πανδημίας αποφεύγοντας δουλειές του ποδαριού. Διά του λόγου το αληθές δεν αποτελεί εύκολη υπόθεση, πολλώ δε μάλλον όταν προστίθενται και άλλες μεταβλητές στην εξίσωση, παραδείγματος χάριν αυτή των εργαστηρίων στις Σχολές που αφορούν κατά κύριο λόγο τις θετικές επιστήμες. Όμως, οι απαιτήσεις των πολιτών και στα καθ’ ημάς των φοιτητών από την Πολιτεία οφείλουν να είναι αντάξιες αυτών της πολιτείας από τους φορολογούμενους πολίτες. Αυτή είναι και η πεμπτουσία της αναδιανεμητικής πολιτικής ενός ανεπτυγμένου κράτους.