Γράφω για εμάς που πέρα από τα προβλήματα που έχουν όλοι, πάνω κάτω, στα χρονικά πλαίσια της ηλικίας μας, έχουμε και λίγα παραπάνω. Για άλλους είναι πολυάριθμα, για άλλους μετριούνται στα δάχτυλα, και για άλλους είναι μόνο ένα πρόβλημα που η έκτασή του όμως έχει την τάση να αυξάνεται. Μπορεί να είναι προβλήματα μικρής -σχετικά- βαρύτητας (αν και αυτές είναι υποκειμενικές λέξεις), μπορεί να είναι όμως και προβλήματα με τα οποία θα πορεύεσαι για όλη σου την ζωή. Έντονοι πονοκέφαλοι, πόνοι στις αρθρώσεις, γυναικολογικά προβλήματα, άλλοτε ανωμαλίες, προβλήματα με την ρύθμιση του θυρεοειδή, αρρυθμίες στην καρδιά, διαβήτης, δυσλειτουργία στα νεφρά “χωρίς να ξέρουμε γιατί”, σπάνια νοσήματα, αυτοάνοσα. Μιλάω για προβλήματα σωματικά.
Σωματικές βλάβες, προφανώς, αφήνοντας όμως και ψυχικές ουλές που μπορείς να αναλύεις με τις ώρες σε ανθρώπους που εμπιστεύεσαι, τόσο για την ποσότητα, όσο και για την σημασία τους.
Ήμουν Δευτέρα Γυμνασίου, όταν έκανα το εμβόλιο της μηνιγγίτιδας για λόγους πρόληψης, όπως κάνουν όλα τα παιδιά από μία ηλικία μέχρι μία άλλη. Όλα καλά, το ενοχλητικό τσίμπημα στον ώμο, το βαμβάκι να χαϊδεύει το δέρμα με οινόπνευμα και ο αυτοκόλλητος επίδεσμος να καλύπτει την μικρή τρύπα για λίγες μόνο στιγμές. Η γιατρός είπε ότι μπορεί να παρουσιάσω λίγα δέκατα τις επόμενες ημέρες, αλλά τίποτα το τρομερό.
Το επόμενο πρωί ξυπνάω για σχολείο. Δεν ένιωθα και πολύ καλά και έβαλα το ψυχρό θερμόμετρο στην θερμή μασχάλη. Πυρετός. Πολύς. Κάθε άλλο παρά δέκατα. Πρώτη φορά στην ζωή μου έβλεπα τα ψηφία αυτού του λεπτεπίλεπτου κατασκευάσματος να ξεκινούν με το νούμερο τέσσερα. Πανικός στο σπίτι. Τηλέφωνα στην γιατρό και ερωτήσεις του τύπου “Τι να κάνω; Να της δώσω κάτι; Να σας ξαναενοχλήσω αν προκύψει κάτι νεότερο; Σας ευχαριστώ πολύ.”. Οι ώρες πυρετού έγιναν ημέρες και οι ημέρες έγιναν βδομάδες. Οι επισκέψεις στα νοσοκομεία είχαν γίνει εβδομαδιαίο πρόγραμμα, οι απουσίες στο σχολείο έγιναν ρουτίνα και τα μηνύματα από συμμαθητές και δήθεν φίλους για το αν είμαι εντάξει έγιναν βαρετά.
Δεν είχα πάντοτε πυρετό. Υπήρχαν πολλές ημέρες που ζούσα μακριά του, μα πιο έντονες ήταν τούτες που με τύλιγε και δεν με άφηνε να εισπνεύσω και να εκπνεύσω, όπως τα άλλα παιδιά της ηλικίας μου. Η κολύμβηση σταμάτησε, αφού με πυρετό δεν επιπλέεις παρά βουλιάζεις με κάθε χεριά πεταλούδας. Ο προπονητής έπαψε να τηλεφωνεί και να ρωτάει πότε θα επιστρέψω στην πισίνα γιατί ήξερε πως αυτό ήταν κάτι που κι εμείς αναρωτιόμασταν. Τηλεφωνούσε, πλέον, για να ενημερωθεί αν είμαι καλά. Στο φροντιστήριο όλοι μέσα από κουτσομπολιά είχαν μάθει για την “περίπτωση” που κυκλοφορούσε μέσα στο ιδιωτικό τους ίδρυμα και τα βλέμματα γεμάτα απορία και άλλες φορές επικριτικότητα κάρφωναν κάθε σημείο του σώματός μου. Τηλεφωνούσαν σπίτι να με πάρουν οι γονείς μου ενώ είχαμε εξηγήσει ότι πλέον έτσι ζω από εδώ και πέρα. Με υπομονή.
Ένα θετικό ήταν ότι λόγω εγγράφων από νοσοκομεία και γιατρούς, και λόγω αδυναμίας καθηγητών προς το άτομό μου, αν και χαλούσα το μάθημα αρκετά συχνά, οι απουσίες άλλοτε σβήνονταν και άλλοτε δεν έμπαιναν καν. Το όριο τους είχε μεγιστοποιηθεί κατά πολύ, αν και εγώ ήθελα συνεχώς να ξεφεύγω από την άρρωστη ρουτίνα που ζούσα, μέσω του σχολείου.
Άπειροι γιατροί, αμέτρητες εξετάσεις, και πάντοτε το ίδιο πόρισμα. “Δεν ξέρουμε τι έχει ακόμα, περιμένουμε να δούμε. Δεν ξέρουμε πώς δημιουργήθηκε. Όχι, δεν μπορεί να πάθει κάτι. Δεν ανήκει σε κάποια άλλη κατηγορία, οπότε βάζουμε την περίπτωσή της στα αυτοάνοσα νοσήματα.”.
Πολλές εισαγωγές σε νοσοκομεία, κάποιες φορές στο δωμάτιο απομόνωσης για να μην με κολλήσουν κάτι τα άλλα παιδιά, άλλες φορές σε δωμάτιο με διπλό κρεβάτι για μένα και μία άλλη κοπέλα με κάτι εξίσου σπάνιο.
Κέλλυ, αν το διαβάζεις αυτό ελπίζω να είσαι καλά.
Το φαγητό χωρίς αλάτι και η καρέκλα που κοιμόταν η μαμά μου άβολη και σκληρή, επιδεινώνοντας τον πόνο της μέσης της. Η ζωή του μπαμπά μου είχε γίνει δουλεία: σπίτι, νοσοκομείο, σπίτι, δουλειά, νοσοκομείο, την συνέχεια την αφήνω σε εσάς, αναγνώστες. Ο αδελφός μου περνούσε αμέτρητες ώρες στο σπίτι μόνος του, μου έλειπε πολύ. Η ζωή στο νοσοκομείο ήταν τόσο πληκτική που το ενδιαφέρον χτυπούσε την πόρτα του (2) μόνο όταν έπρεπε να κάνω εξετάσεις.
Και φτάνουμε στις Πανελλήνιες. Κάθε λίγο τα διαφορετικά συμπτώματα του αυτοάνοσου έρχονταν επίσκεψη. Φαντάσου, λοιπόν, να βιώνεις ανυπόφορους πόνους και να πρέπει να μάθεις να λύνεις ταλαντώσεις, ασκήσεις με κωδικόνια έναρξης και λήξης, προβλήματα με καταλυτικές αντιδράσεις, και να γράφεις εκθέσεις για τον λαϊκισμό και την παγκοσμιοποίηση. Οι πόνοι ήταν ανελέητοι, μα μετά από πέντε χρόνια συνηθίζεις αργά ή γρήγορα, είτε θέλεις είτε όχι.
Θα μπορούσα να γράφω ώρες αμέτρητες και να αναλύω τα προβλήματα και να γεμίζω αράδες και να μην τελειώνει ποτέ το κείμενο στην οθόνη που σας φωτίζει το πρόσωπο, αλλά δεν θέλω να μείνω εκεί. Δεν αναζητώ συμπόνια και παρηγοριά. Ποτέ μου δεν το έκανα, μα οι άνθρωποι μου ήξεραν πότε το χρειάζομαι και ας μην το ζητούσα. Θέλω όμως να τονίσω κάτι.
Αν εσύ που διαβάζεις την κατάθεση ψυχής μου είσαι από εκείνους που πονάνε λίγο παραπάνω, μην υποκύπτεις στον πόνο, στην κούραση, στην εξαθλίωση που μπορεί να αισθάνεσαι. Μην παρατάς το διάβασμα επειδή πονάς. Προσπάθησε λίγο ακόμα, πίεσε (με όρια) τον εαυτό σου και μην τον καταδικάζεις σε μία ανήμπορη κατάσταση. Μην στερήσεις από εσένα πράγματα που υπό συνθήκες “υγείας” θα μπορούσες να απολαύσεις. Ακόμα μπορείς. Ίσως σε πιο μικρό βαθμό και ίσως με κάποιες αλλαγές, μα μπορείς.
Δεν είναι εύκολο και το ξέρω και αυτή η “Υπομονή” που σου πλασάρουν οι γνωστοί και συγγενείς σαν θεία λύση ξέρω ότι σε αναστατώνει και σου δημιουργεί τις σκέψεις ότι είναι εύκολο να το λες αν δεν το ζεις. Ξέρω ότι ζηλεύεις ελαφρώς την “υγιή” ζωή των γύρω σου και θες να ζεις με την ευκολία που τους έχει προσφερθεί. Ξέρω ότι το “Υπάρχουν και χειρότερα” δεν λύνει το πρόβλημά σου, μα υπάρχουν. Να είσαι ευγνώμων που δεν βρίσκεσαι σε κάποια χειρότερη δυσβάσταχτη θέση. Να είσαι ευγνώμων που δεν έχεις σαράντα ένα και οχτώ με πόνους στα πλευρά, κάθε τρεις ημέρες, όπως είμαι κι εγώ ευγνώμων που για να περπατήσω δεν χρειάζομαι πατερίτσες ή ακόμα και αναπηρικό καρότσι, επειδή οι αρθρώσεις μου δεν αντέχουν το ίδιο μου το βάρος.
Ξέρω ότι υπάρχουν στιγμές που βιώνεις το αίσθημα ότι δεν σε νιώθει κανείς. Κανείς δεν χρειάζεται να υπερπροσπαθεί ακόμα και για τα πιο απλά. Κανείς δεν μπορεί να αντιληφθεί πόσο πονάς και υποφέρεις. Κανείς δεν μπορεί να διαβάσει ότι πίσω από το “Καλά είμαι” κρύβεται μια δεξαμενή με δάκρυα και μία ασυγκράτητη διάθεση για να ξεσπάσεις και να τα βγάλεις όλα από μέσα σου. Κανείς δεν ξέρει τι σημαίνει να είσαι από εκείνους που πονάνε λίγο παραπάνω.
Μα δεν είσαι μόνος. Είμαστε εμείς οι “εκείνοι” δίπλα σου και μπορεί να μην συναντηθούμε και ποτέ, αλλά πάντα θα είμαστε μαζί σε αυτό. Θα είμαστε τα χειρότερα και τα καλύτερα ο ένας για τον άλλον. Θα είμαστε πάντα άγνωστοι που γνωριζόμαστε από πάντα. Και όταν μια μέρα συναντηθούμε τυχαία στην σχολή για καμιά τράκα ή για κανένα καφεδάκι στο κυλικείο και αρχίσουμε να εξιστορούμε τους πόνους και τα βάσανά μας από αυτό το “κάτι” που μας ταλαιπωρεί μια ζωή, θα το διακωμωδήσουμε και θα κοιταχτούμε με συμπόνια. Αληθινή συμπόνια, γιατί θα ξέρουμε τι περνάει ο καθένας μας.
Γιατί μην νομίζεις, ζεις ανάμεσά μας και ζούμε ανάμεσά σου, όσο σπάνιο και να είναι αυτό που σε ταλαιπωρεί. Και θα επιβιώσεις. Ή μάλλον, δεν θα επιβιώσεις, θα ζήσεις μία κανονική, ωραία ζωή, όπως όλοι. Γιατί αφού μπορώ εγώ, γιατί να μην μπορείς κι εσύ;
Ένα εγκάρδιο ευχαριστώ στην Κυρία Χριστίνα, που δεν με λυπήθηκε ποτέ.
Ένα εγκάρδιο ευχαριστώ στον Κύριο Σταμάτη, που μαζί με Φυσικοχημεία έλυνε και τα δικά μου ψυχολογικά προβλήματα του άγνωστου αυτοάνοσου και ήταν πάντα εκεί σαν φίλος.
Ένα εγκάρδιο ευχαριστώ στον Μανώλη, που μου στάθηκε όσο κανείς άλλος.
Ένα ευχαριστώ από τα βάθη της ψυχής μου στην μαμά, τον μπαμπά και τον Χάρη, που στάθηκαν σαν σωστή οικογένεια δίπλα μου. Και ακόμα το κάνουν, δίχως όρια.
Καταγωγή από τον πυρήνα της Ελλάδας γεμάτη με θαυμασμό για τα τοπία που περιέχουν το πράσινο της φύσης και το γαλάζιο του βυθού. Λάτρης της hip hop μουσικής, της στάσης ζωής των χίπηδων και της εκμετάλλευσης του τώρα παρά του άγχους για το αύριο.
Πάθος για την γραφή από μικρή κιόλας ηλικία, ξεκινώντας με άρθρα “Πού πήγα διακοπές το καλοκαίρι” και καταλήγοντας σε παραγράφους γεμάτες επανάσταση και αφυπνισμό. Θαμώνας συνεργατικών καφενείων, πλατειών, ροκ μπαρ και χώρων συναυλιών. Ελπίζω σε έναν καλύτερο κόσμο όχι από άποψη, αλλά από ασυγκράτητο αίσθημα δικαιοσύνης. Μ’ αρέσει να υπογράφω με έμμεση αναφορά στο όνομά μου. Peace.