Το ημερολόγιο έγραφε 10 Ιουλίου όταν ψηφίστηκε ο νόμος 4703/2020 περί δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων. Απλά και λιτά, το συγκεκριμένο διάταγμα ουσιαστικά απαγορεύει -ή τουλάχιστον περιορίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό- την δυνατότητα και το δικαίωμα του «συνέρχεσθαι» των πολιτών σε ειρηνικές διαδηλώσεις. Σε μία περίοδο μεγάλης κρίσης, όπως αυτής που διανύουμε στην εποχή μας, με μία βραχυπρόθεσμη ύφεση 14% στο κατώφλι του φθινοπώρου, η Νέα Δημοκρατία επέλεξε να «φιμώσει» τις φωνές των καταπιεσμένων, έτσι ώστε να διατηρεί την εικόνα της σοβαρής, επιτελικής και άκρως αποτελεσματικής κυβέρνησης που προσπαθεί να στερεώσει στο δημόσιο χώρο από το περασμένο καλοκαίρι, σε εσωτερικό και εξωτερικό επίπεδο. (βλ. άρθρο συναδέλφου στον Φ.Κ.: Η Δημοκρατία δεν είναι a «state» of mind)
Πέρα από την φτηνή δικαιολογία της «πρόκλησης φθοράς και ζημιών σε δημόσια και ιδιωτική περιουσία», για την οποία -ανέκαθεν- ευθύνονται άτομα με πολιτικά ρούχα και με στενές σχέσεις με τις Αρχές και τον κρατικό μηχανισμό, το συγκεκριμένο νομοθέτημα του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, φέρεται να αντίκειται στο άρθρο 41 του ΚΟΔΚΔΛ (Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών), αλλά και στο ίδιο το Σύνταγμα και το άρθρο 89, όπως γνωστοποίησε με γνωμοδότησή της η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.
Όντας τριτοετής φοιτητής πλέον και έχοντας παραστεί σε αρκετές πορείες αλληλεγγύης, αντιρατσιστικές, αντιεξουσιαστικές κ.ά., έχω διαμορφώσει μία άποψη για τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να διεξαχθεί ομαλά μία διαδήλωση. Εκτός από την ουτοπική επιθυμία της απομάκρυνσης των πραγματικών «μπαχαλάκηδων» από τις πορείες, εκείνων των «ομάδων» δηλαδή που δίνουν πάτημα στην Αστυνομία να διασπάσουν τις μαζικές διαμαρτυρίες και να προβούν σε βίαιες πράξεις εναντίον φοιτητών, μεταναστών-προσφύγων, εργαζομένων, ακόμα και συνταξιούχων, οι πορείες στην Ελλάδα δεν καταπατούσαν κανένα θεμελιώδες συνταγματικό δικαίωμα, σπάνια διατάρασσαν την κοινή ησυχία (μιας και οι περισσότερες διαδηλώσεις διεξάγονται είτε νωρίς το πρωί, είτε αργά το απόγευμα). Μόνο πρόβλημα αποτελεί η συνήθης χρονοκαθυστέρηση στο ξεκίνημα της κάθε πορείας, οπότε και ο αποκλεισμός της οδικής κυκλοφορίας επεκτείνεται, προκαλώντας μπελάδες σε πολλούς συμπολίτες μας, ενώ η παρουσία ομάδων καταστολής προφανώς και κρίνεται αναγκαία σε μεγάλες πορείες, αν και η απόσταση αιχμής στην οποία βρίσκονται συνεχώς οι κλούβες δημιουργούν προϋποθέσεις για θερμά επεισόδια. Η «δυσφορία» την οποία ανακαλούνται πολλά στελέχη του κυβερνώντος κόμματος ότι προκαλούν οι διαδηλώσεις στο κέντρο, μάλλον συνιστά επικάλυψη των δικών τους φόβων για την πιθανή απώλεια της βολεμένης θέσης τους.
Το άρθρο αυτό όμως δεν γράφεται για να παραθέσω το δικό μου ιδανικό σκηνικό για την διεξαγωγή μαζικών διαμαρτυριών (έτσι και αλλιώς, κάθε εξουσία θέλει την απόλυτη υπακοή των υπηκόων της, οπότε πάντα θα υπάρχουν περιορισμοί στις διαμαρτυρίες), άλλα για να κατακρίνει τον αντισυνταγματικό νόμο Ν.4703. Ο ΚΟΔΚΔΛ (άρθρα 24 παρ.1 και 25 παρ.2) ορίζει ότι εισαγγελέας οφείλει να παρίσταται (ή έστω να είναι διαρκώς ενημερωμένος, σε μικρές πορείες) σε κάθε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, για να εποπτεύει την ειρηνική διεξαγωγή της, όπως και να ελέγχει τις αστυνομικές αρχές αναφορικά με την πρόληψη και την δίωξη τυχόν εγκλημάτων, δίχως την δυνατότητα διαβίβασης εντολών. Το άρθρο 89 του Συντάγματος, από την άλλη, ορίζει συνοπτικά πως οι εισαγγελείς δεν μπορούν να αναλάβουν διοικητικά καθήκοντα, αλλά περιορίζονται στα των δικαστικών. Πώς συνδέονται όλα αυτά λοιπόν;
Το νέο διάταγμα, το οποίο έχει προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων, ιδιαίτερα στο χώρο των συλλογικοτήτων, προβλέπει πως -σε περίπτωση σύμφωνης γνώμης της εισαγγελικής αρχής- η αρμόδια λιμενική ή αστυνομική αρχή μπορεί να τερματίσει βίαια κάθε ειρηνική διαμαρτυρία. Εφόσον δε, απουσιάζει ο εισαγγελέας από τον χώρο διεξαγωγής, ομάδες κρούσεων μπορούν να επέμβουν αυθαίρετα σε οποιαδήποτε διαμαρτυρία, αν διαπραχθούν εγκλήματα κατά της ζωής (πολύ λογικό) ή γενικευμένα επεισόδια (;).
Ανεξάρτητα από την απόρριψη ή την έγκριση του κόσμου για το νομοθέτημα (μην ξεχνάμε τους γνωστούς-άγνωστους των πορειών, οι οποίοι μπορούν να λειτουργούν ως πρόφαση για αντίποινα), αυτό απλά δεν μπορεί να ισχύει. Γιατί οι εισαγγελείς δεν μπορούν να δώσουν εντολές σε αστυνομικό ή λιμενικό σώμα, λόγω του απαράβατου των δικαστικών λειτουργιών τους, όπως θεσπίζουν ΚΟΔΚΔΛ και Σύνταγμα σε πολύ παρεμφερή άρθρα. Παράλληλα, οι αρχές δεν μπορούν να διασπάσουν μία δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, χωρίς την σύμφωνη γνώμη κάποιου κυβερνητικού στελέχους. Με την διάταξη να αναμένεται να τροποποιηθεί για να τεθεί (τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο) σε ισχύ και με τις διαδηλώσεις να ξαναξεκινούν (προσφυγικό, τελεσίδικη απόφαση για την δίκη της Χρυσής Αυγής), περιμένουμε με αγωνία τις επόμενες εξελίξεις…
Παύλος Γιαννόπουλος... Αμέ, έχω και εγώ ένα όνομα. Ένα όνομα και ένα επίθετο, ανάμεσα σε τόσα άλλα στον κόσμο ετούτο. Ένας απλός φοιτητής του Καποδιστριακού, συγκεκριμένα στο τμήμα των Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης, διαβάζοντας και γράφοντας συνεχώς, προσπαθώντας να αφυπνίσω συνειδήσεις προπαγανδίζοντας (αν υπάρχει τέτοια φράση), ώστε στον βαθμό που και εγώ μπορώ να δώσω το θετικό μου στίγμα σε μία Γη που βράζει. Σε κοινωνίες και άτομα που χρήζουν εν συναίσθησης και εν συνείδησης.
ΦΚ λέγεται το project που μπορεί να πετύχει και να μετουσιώσει τα παραπάνω. Mία φοιτητική ιστοσελίδα που χαρακτηρίζεται από μία ανιδιοτέλεια και μία αντικειμενική υποκειμενικότητα που στους καιρούς μας απουσιάζουν.