Της Μαρίας Ζούρα, πρώην συντάκτριάς μας
Σε μία πρόσφατη συζήτηση που είχα με μία αδελφική μου φίλη, καταλήξαμε να μιλάμε για λογοτεχνικά ποιήματα και κείμενα, τα οποία είχαν χαραχτεί στο μυαλό μας, από τα γυμνασιακά και λυκειακά χρόνια. Σαν πρωταγωνίστρια σε κάποια ταινία, ένιωσα ότι είχα μια στιγμή «επιφοίτησης», συνειδητοποιώντας πόσο μεγάλος πλούτος, λογοτεχνικός, βρίσκεται μέσα μου. Η μεγάλη έκπληξή μου ήταν πόσα περισσότερα θυμόμουν από τα χρόνια του Γυμνασίου, δεδομένου ότι έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε.
Η συζήτηση αυτή με έβαλε σε σκέψεις. Το μάθημα της Λογοτεχνίας, που τόσο περιφρονείται από πολλά παιδιά, ήταν, είναι και θα είναι ένα από τα σημαντικότερα μαθήματα του σχολικού προγράμματος. Με τη βοήθεια πολλών καθηγητών μου στο σχολείο, που δυστυχώς δεν μπορώ να επονομάσω στο παρόν κείμενο αλλά τους ευχαριστώ βαθύτατα, κατάφερα να ταξιδέψω στον κόσμο της λογοτεχνίας. Γνώρισα τη μαγεία του Καβάφη, του Παπαδιαμάντη και του Ροΐδη. Χάθηκα στον υπερρεαλισμό του Ελύτη, στον ρομαντισμό της Πολυδούρη και του Καρυωτάκη. Ήρθα σε επαφή με λαϊκούς μύθους, τραγούδια και μοιρολόγια. Προχώρησα ένα βήμα παραπέρα σε ξένους λογοτέχνες, ποιητές και φιλοσόφους. Εμπειρίες ίσως αυτονόητες για τους μεγαλύτερους, κι όμως όχι τόσο για τη σημερινή νεολαία.
Σπάνιο ίσως φαινόμενο το ενδιαφέρον από σημερινά γυμνασιόπαιδα, πόσο μάλλον λυκειόπαιδα, τα οποία τρέχουν στον αγώνα δρόμου των πανελληνίων, για ποιήματα, κείμενα και γενικά λογοτεχνία. Κανένας δεν ζήτησε να γίνουν τα παιδιά ειδήμονες του λογοτεχνικού τομέα. Ωστόσο, μήπως η άγνοια σε αυτόν τον κλάδο συνεπάγεται μη ολοκληρωμένες προσωπικότητες;
«Να φυλάγεσαι από τον άνθρωπο του ενός βιβλίου», συμβουλεύει ο Θωμάς Ακινάτης, Ιταλός μοναχός και φιλόσοφος. Να φυλάγεσαι όντως, διότι αυτός ο άνθρωπος είναι «μισός» και για να καλύψει το κενό του, καταφεύγει σε άλλες εμπειρίες. Να τον λυπάσαι όμως ταυτόχρονα, γιατί ίσως από φταίξιμο δικό του, ίσως από άγνοια γονέων, καθηγητών, φίλων, έγινε ένα σώμα άγνωστο στην ηδονή τού λογοτεχνικού κόσμου, που εξυψώνει πνευματικά και γαλουχεί καλλιεργημένους ανθρώπους.
Όταν έχουμε έναν κήπο με λουλούδια και δέντρα, τον φροντίζουμε για να εξασφαλίσουμε ότι θα συνεχίσουν να ζουν και να ομορφαίνουν τη μέρα μας. Έτσι λειτουργεί και κάθε μορφή λογοτεχνίας. Τα ποιήματα, τα κείμενα, τα λαϊκά παραμύθια αποτελούν τα λουλούδια και τα δέντρα του κήπου της καρδιάς μας. Όσο ξεχνάμε να «ποτίζουμε» την ψυχή μας, τόσο πιο ξεραμένος και φτωχός θα είναι ο κήπος μας. Όσο θυμόμαστε να «ποτίζουμε» την ψυχή μας με την τέχνη του πεζού και του ποιητικού λόγου, τόσο ο κήπος αυτός θα μένει όμορφος, ζωντανός και φωτεινός.
Εν τέλει, αυτό που μένει από τα σχολικά χρόνια, πέρα από τις πλάκες, τις παρέες, τις γιορτές, είναι στιγμές από μαθήματα. Μαθήματα που με κάποιο τρόπο άλλαξαν τον τρόπο, με τον οποίο βλέπουμε και αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο, που άνοιξαν νέες πόρτες στο μυαλό και την καρδιά μας, που μας βοήθησαν -έστω και λίγο- να γίνουμε αυτό που είμαστε σήμερα.
Υ.Γ. Αφιερωμένο σε όλες εκείνες τις καθηγήτριες και τους καθηγητές, από το Γυμνάσιο μέχρι το Λύκειο, αλλά και σε εκείνους τους γονείς που μας εισήγαγαν στον μαγικό κόσμο της Λογοτεχνίας.