Μιζέρια

Μιζέρια

*Γράφει ο Στέφανος Φραγκόπουλος, Τριτοετής Φοιτητής Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης (ΕΚΠΑ) και εξωτερικός μας συνεργάτης

Οι πολιτικοί στην Ελλάδα μπορούν να κατηγορηθούν για πολλά πράγματα. Ότι ενεργούν δίχως διαφάνεια, ότι είναι ενδοτικοί ή υπερεθνικιστές, ότι εκλέγονται όχι για να προωθήσουν τα εθνικά δίκαια, αλλά για να εξυπηρετήσουν συντεχνιακά συμφέροντα και προσωπικές φιλοδοξίες. Για ένα όμως πράγμα δεν μπορεί να τους κατηγορήσει κανείς. Ότι δεν προσφέρουν θέαμα ή ίντριγκα. Εξηγούμαι: την προηγούμενη εβδομάδα, επανήλθε εκ νέου στην επικαιρότητα το ζήτημα της ψήφου των αποδήμων, ύστερα από συνέντευξη της βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ κ. Τζάκρη σε εφημερίδα της ομογένειας, τον <<Εθνικό Κήρυκα>>. Η ίδια, ερωτηθείσα σχετικά με το θέμα, εξέφρασε προς τιμήν της την άποψη ότι οι περιορισμοί που έχουν επιβληθεί στους ομογενείς όσον αφορά στην άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος είναι <<άδικοι>> και <<υποτιμητικοί>> και πρέπει να καταργηθούν. Διαβεβαίωσε μάλιστα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα φροντίσει για αυτό όταν αναλάβει ξανά τη διακυβέρνηση της χώρας.    

Προτού εισέλθουμε στην ουσία της υπόθεσης, χρήσιμη είναι μία σύντομη αναδρομή στο 2019. Τότε, η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είχε θέσει το εκκρεμές ζήτημα της δυνατότητας των Ελλήνων του εξωτερικού να ψηφίζουν από τον τόπο διαμονής τους. Ακολούθησε διαβούλευση των κοινοβουλευτικών κομμάτων και -προκειμένου να επιτευχθεί η αυξημένη πλειοψηφία των 200 ψήφων που ορίζει το Σύνταγμα (άρθρο 51, παράγραφος 4)- η Κυβέρνηση έκανε ορισμένες παραχωρήσεις προς τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Τέθηκαν 2 προϋποθέσεις εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους: ο εκλογέας να έχει ζήσει τουλάχιστον 2 έτη στην Ελλάδα τα τελευταία 35 χρόνια και να έχει υποβάλει φορολογική δήλωση, να έχει πληρώσει δηλαδή τους φόρους του στην Ελλάδα, είτε το τρέχον είτε το προηγούμενο φορολογικό έτος. Έτσι λοιπόν, κατοχυρώθηκε νομοθετικά επιτέλους (ν. 4648/2019) -έστω και <<κουτσουρεμένο>>- το ιερό δικαίωμα της ψήφου και για τους Έλληνες της Διασποράς.  

Ας επανέλθουμε στο σήμερα. Η κ. Τζάκρη μέσω της συνέντευξής της ουσιαστικά ζήτησε την κατάργηση των προαναφερθέντων περιορισμών εγγραφής των ομογενών στους εκλογικούς καταλόγους. Ο Υπουργός Εσωτερικών κ. Βορίδης έσπευσε να εισάγει τροπολογία στη Βουλή που αίρει τους περιορισμούς. Σημειωτέον ότι ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ έχουν τις απαιτούμενες ψήφους στη Βουλή για να ψηφισθεί ο νόμος (158 βουλευτές η ΝΔ και 86 ο ΣΥΡΙΖΑ, σύνολο 244, ενώ απαιτούνται 200). Ωστόσο, η αξιωματική αντιπολίτευση αμέσως αναδιπλώθηκε. Στις σχετικές συζητήσεις στη Βουλή εγκάλεσε την Κυβέρνηση για <<μικροκομματικά>> παιχνίδια και αντιπρότεινε τροπολογία, βάσει της οποίας θα διαμορφωθούν 4 εκλογικές περιφέρειες εξωτερικού, που θα εκλέγουν τους αντίστοιχους βουλευτές Επικρατείας των κομμάτων.  

Το άστοχο με τη συγκεκριμένη τροπολογία είναι ότι οι εκλογείς δεν θα ψηφίζουν κόμμα, αλλά απλώς υποψήφιο, με συνέπεια η ψήφος τους να μην προσμετράται στο συνολικό εθνικό αποτέλεσμα. Δημιουργούνται δηλαδή ψηφοφόροι 2 ταχυτήτων! Αυτό έρχεται σε ευθεία αντίθεση α) με την ισότητα της ψήφου που συνάγεται από την γενική αρχή της ισότητας των Ελλήνων πολιτών ενώπιον του νόμου (άρθρο 4 παράγραφος 1 του Συντάγματος) και β) με την ελεύθερη-ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης, ως έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας, την οποία μάλιστα η Πολιτεία έχει υποχρέωση να διασφαλίζει, σύμφωνα με το άρθρο 52 του Συντάγματος.  

Προσοχή! Η συζήτηση για το πόσοι βουλευτές θα εκπροσωπούν τους ομογενείς, η πρόβλεψη επιστολικής ψήφου από τον τόπο κατοικίας και η θέσπιση εκλογικών περιφερειών του Απόδημου Ελληνισμού (που θα προσμετρώνται όμως στο εθνικό αποτέλεσμα) είναι διαφορετική υπόθεση. Πρωταρχική ανάγκη είναι να διασφαλιστεί ανεμπόδιστα η ψήφος αυτή καθαυτή δίχως περιορισμούς. Η συζήτηση επί των ειδικότερων θεμάτων έπεται. Βέβαια, για να μην είμαστε άδικοι, στο Σύνταγμα προβλέπεται η δυνατότητα θέσπισης προϋποθέσεων στην άσκηση του εκλογικού δικαιώματος των ομογενών (άρθρο 54 παράγραφος 4 του Συντάγματος), η διάταξη όμως αυτή συγκρούεται με την παράγραφο 2 του άρθρου 4 περί ίσων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων όλων των Ελλήνων, καθώς και με τους περιορισμούς που ορίζονται για τους αυτόχθονες στο άρθρο 51 παράγραφος 3 (π.χ. η συμπλήρωση κατώτατου ορίου ηλικίας για την άσκηση του δικαιώματος). 

Επιχειρήματα του τύπου ότι οι Έλληνες του εξωτερικού δεν πρέπει να ψηφίζουν επειδή δεν μπορούν να κρίνουν σωστά, καθώς δεν ζουν στην ελληνική επικράτεια και δεν έχουν επαφή με τα εγχώρια, είναι παντελώς έωλα. Λες και οι εγχώριοι ψηφοφόροι βρίσκονται πλήρως ενημερωμένοι για φλέγοντα ζητήματα όπως η οικονομία, το ασφαλιστικό, η εθνική άμυνα και η εξωτερική πολιτική της χώρας! Αρκετοί ψηφίζουν τον <<γνωστό>> που θα κάνει εξυπηρετήσεις ή θα τους διορίσει στον <<ευρύτερο δημόσιο τομέα>>. Επομένως, το παραπάνω επιχείρημα εκτός από άστοχο, είναι και υποκριτικό. Επιπλέον, υπολογίσιμο τμήμα των αποδήμων είναι νέοι, απόφοιτοι πανεπιστημίου, φωτισμένα μυαλά που εγκατέλειψαν την Ελλάδα της κρίσης και των μνημονίων για να αναζητήσουν καλύτερες ευκαιρίες στο εξωτερικό. Είναι πραγματικά κρίμα και άδικο η εγχώρια πολιτική τάξη να μην τους διευκολύνει έστω σε αυτό το απλό ζήτημα, όταν μάλιστα η ίδια -δια των πράξεων και των παραλείψεών της- τους ώθησε να αναζητήσουν αλλού την τύχη τους.   

Λαμβάνοντας υπόψη τους υπάρχοντες κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς, η τροπολογία μάλλον θα απορριφθεί, διότι τα κόμματα που τη στηρίζουν (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και Ελληνική Λύση) συγκεντρώνουν μόνο 190 ψήφους. Μπορεί κάποιος εύλογα να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η απόρριψη της τροπολογίας βαραίνει την αξιωματική αντιπολίτευση. Αναμφίβολα, και η Κυβέρνηση δεν είναι άμοιρη ευθυνών ούτε ανεπίδεκτη κριτικής, διότι έσπευσε να φέρει την τροπολογία σε μία περίοδο που υφίσταται φθορά εξαιτίας της κόπωσης και της δυσαρέσκειας του κόσμου σχετικά με τους χειρισμούς της για την πανδημία. Θα μπορούσε να πιέσει περισσότερο το 2019, θέτοντας <<κόκκινες γραμμές>> σε τυχόν συμβιβασμούς με την αντιπολίτευση για το νομοσχέδιο. Ο “γέγονε γέγονε” ωστόσο.   

Η τελική διαπίστωση από την όλη ιστορία είναι ότι η Δημοκρατία μας, παρά τα ισχυρότατα συνταγματικά και κανονιστικά θεμέλιά της, πάσχει από έλλειψη στοιχειώδους συναίνεσης μεταξύ των <<παικτών>> της, ακόμη και για τα πιο απλά ζητήματα, όπως η ψήφος των αποδήμων, τα οποία σε άλλες χώρες έχουν ρυθμιστεί εδώ και δεκαετίες. Συνεπώς, σε αντιπαραβολή του εύστοχου χαρακτηρισμού από τον Ηλία Νικολακόπουλο της δημοκρατίας από τον Εμφύλιο μέχρι τη Χούντα ως <<καχεκτικής>> (εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων και της δράσης εξωκοινοβουλευτικών παραγόντων), δεν θα ήταν άστοχος ο χαρακτηρισμός της σημερινής ως <<μίζερης>>. 

+ posts