Μικρός ότε ήμανε, άρεσκέ μοι μύθους καταρρίπτειν. Έτσι, το έπαιζα έξυπνος: με μία (όστις Θεός να την κάνει) καθαρεύουσα και καταρρίπτοντας μύθους κοινής αποδοχής, π.χ. ότι ο Ναπολέων ήταν κοντός, ότι ο Βούδας ήταν χοντρός, ότι οι Βίκινγκς φορούσαν κράνη, ότι τα χρυσόψαρα έχουν μνήμη 3 δευτερολέπτων, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία στήριξε την Επανάσταση του 1821, ή εκείνον τον αγαπημένο μύθο του Φόυερμπαχ. Αλλά, επειδή δε σκοπεύω να αρχίσω να γράφω την άχρηστη πληροφορία της ημέρας, ας καταρρίψω έναν μύθο κοινής αποδοχής, τον οποίο πιστεύουμε γιατί θα έπρεπε να είναι αλήθεια.
ΤΟΝ ΜΥΘΟ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΩΡΕΑΝ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
Για να μην απογοητεύσω τον Θωμᾶ Ὅββα, κατά κόσμον Thomas Hobbes, θα ξεκινήσω ορίζοντας τη φράση «Δημόσια Δωρεάν Παιδεία». Άλλωστε, πώς θα τη χαρακτηρίσω μύθο, αν πρώτα δεν τη χαρακτηρίσω (σκέτο); Θέλει, όμως, προσοχή, γιατί ορίζοντας την «Παιδεία» ως τη συστηματική παροχή μόρφωσης, εγείρεται το αιώνιο δίλημμα, αν τα σχολεία προσφέρουν εκπαίδευση ή παιδεία, και αυτό είναι ένα λαγούμι στο οποίο δεν πρόκειται να μπω. «Παιδεία», λοιπόν, είναι εδώ η συστηματική παροχή μόρφωσης. Και ορίζεται έτσι στενά, έτσι στείρα, ώστε να επικεντρωθεί η προσοχή στα δύο Δ: δημόσια, δωρεάν.
Η έκφραση αυτή αναφέρεται κυρίως στα σχολεία και στα πανεπιστήμια, ουσιαστικά περιγράφοντάς τα, και ό,τι αυτά προσφέρουν, ως δικαίωμα και όχι προνόμιο των αρίστων. Πώς μεταβαίνουν από το προνόμιο στο δικαίωμα; Με την εγγυημένη ίση πρόσβαση όλων σε αυτά, η οποία σημαίνει, μεταξύ άλλων, την δωρεάν παροχή τους, η οποία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί από ιδιώτες· πολιτική οικονομία γαρ: ο ίδιος ο Ἀδὰμ Σμίθ, ο «πατέρας του καπιταλισμού», εξήγησε ότι (στον καπιταλισμό) το μοναδικό κίνητρο για τον ιδιώτη σε οποιαδήποτε συναλλαγή προϊόντων/υπηρεσιών είναι το κέρδος. Το κέρδος και το δωρεάν είναι έννοιες ασύμβατες.
Έτσι, λοιπόν, φτάνουμε στη «Δημόσια» Δωρεάν Παιδεία. «Δημόσια» είναι εδώ αυτή που παρέχεται από το Κράτος. Άλλος θα προτιμούσε τη λέξη «κρατική», αλλά σε μία κοινωνία στην οποία έχει σφυρηλατηθεί η ψευδαίσθηση του κοινωνικού συμβολαίου, έχει επικρατήσει η «κρατική» ως «Δημόσια». Βεβαίως, στον καπιταλισμό τουλάχιστον, τίποτα κρατικό δεν μπορεί να είναι και δημόσιο, καθώς το κράτος εκπροσωπεί την αστική τάξη, η οποία βρίσκεται σε αντίθεση με τον δήμο, ήτοι τον λαό. Για δεύτερη, όμως, φορά, θα βάλω νερό στο κρασί, και θα χρησιμοποιήσω τον συμβατικό ορισμό της «Δημόσιας» Δωρεάν «Παιδείας», όπως έχει επικρατήσει και χρησιμοποιείται.
Και αυτό γιατί η ουσία, όλη η ουσία, αυτό που θα μετατρέψει τις υπηρεσίες σχολείων και πανεπιστημίων, την εκπαίδευση, την παιδεία, οτιδήποτε, σε δικαίωμα είναι η ίση πρόσβαση. Ποιος είναι ο κύριος λόγος αποκλεισμού των ανθρώπων από όλα αυτά; Τα χρήματα. Και επί Περικλέους, και επί Ερρίκου Η’, και επί Καποδίστρια, και επί Θάτσερ. Ακόμα και σήμερα, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στις Ηνωμένες Πολιτείες, στη Μαλαισία κ.λπ. τα δίδακτρα αποτελούν εμπόδιο για τα χαμηλότερα μικροαστικά και -φυσικά- τα εργατικά και αγροτικά στρώματα. Ακόμα και δημόσια πανεπιστήμια συχνά βάζουν δίδακτρα: μολονότι το «δωρεάν» συνεπάγεται το «δημόσιο», το «δημόσιο» δεν συνεπάγεται το «δωρεάν».
Ευτυχώς, λοιπόν, που στην Ελλάδα δεν έχουμε δίδακτρα! Γιατί παραπονιόμαστε, λοιπόν; Αφού έχουμε εξασφαλισμένη τη Δημόσια Δωρεάν Παιδεία! Οι χιλιάδες φοιτητών που εργάζονται με μισθούς πείνας και συχνά σε κάκιστες συνθήκες ξεκάθαρα το κάνουν επειδή τους αρέσει! Οι άλλες χιλιάδες φοιτητών που εγκαταλείπουν τις σπουδές τους το κάνουν επειδή έχει πλάκα να χάνεις 2 χρόνια της ζωής σου στο άγχος και στις Πανελλαδικές, αυτοί που προσπαθούν εκ νέου στις Πανελλαδικές το κάνουν επειδή εθίστηκαν ή έπαθαν Σύνδρομο Στοκχόλμης ή ήταν τέλεια “φασάρα”, και αυτοί που μετεγγράφονται το κάνουν για λόγους τουρισμού.
Η αλήθεια είναι ότι, τουλάχιστον η τριτοβάθμια, μονάχα δωρεάν δεν είναι. Πριν καν αρχίσει, στο Λύκειο ακόμα, η συντριπτική πλειοψηφία των υποψηφίων φοιτητών συνοδεύει ψευδο-υποχρεωτικά το σχολείο με το φροντιστήριο ή τα ιδιαίτερα μαθήματα, τα οποία κοστίζουν. «Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ετήσιας Έκθεσης για την Εκπαίδευση του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ, οι ετήσιες δαπάνες των νοικοκυριών για αγαθά και υπηρεσίες εκπαίδευσης είναι 3.305,3 εκατ. ευρώ.» έγραφε το insider.gr το 2019. Και αν τα φροντιστήρια ήταν οριακά αναγκαία όταν ο ανταγωνισμός του υποψηφίου ήταν με τις υψηλές βαθμολογίες, για την προτεραιότητα δήλωσης Τμημάτων, τώρα που θα είναι με τον Μ.Ο., για την ίδια την εισαγωγή σε οποιοδήποτε τμήμα, μιας και η Ε.Β.Ε. έρχεται να αφήσει δεκάδες χιλιάδες παιδιά εκτός πανεπιστημίων, τι θα είναι τα φροντιστήρια;
Επιτυγχάνεται, όμως, η εισαγωγή τουλάχιστον 70 χιλιάδων φοιτητών, τουλάχιστον μέχρι πέρυσι. Κι όμως, τα φροντιστήρια συχνά δε σταματούν εκεί! Παρέχονται γαρ ιδιαίτερα και φροντιστήρια ακόμα και για πανεπιστημιακά μαθήματα. Επί πληρωμής. Θα πει κανείς ότι δεν είναι αναγκαία αυτά, οπότε ας μεταβούμε σε κάτι πραγματικά αναγκαίο: τη στέγαση των φοιτητών. Από 77.970 εισακτέους, μόλις οι 31.129 είναι σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη: οι πόλεις που βγάζουν το 60% των υποψηφίων δέχονται το 40% των εισακτέων. Δεδομένης της υψηλής εισροής δε φοιτητών από την επαρχία στα δύο αυτά αστικά κέντρα, φαντάζεται κανείς πόσοι από τους υποψηφίους από Αθήνα και Θεσσαλονίκη καταλήγουν στην επαρχία. Και επειδή τα Τμήματα των πόλεων αυτών είναι υψηλής ζήτησης, έχουν υψηλές βάσεις. Υψηλές βάσεις προκαλούν οι υψηλοί βαθμοί, που (συγκριτικά με τους χαμηλούς) οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στα φροντιστήρια, τα οποία οι χαμηλοεισοδηματίες δεν μπορούν πάντα να πληρώσουν. Συνεπώς, οι χαμηλοεισοδηματίες, οι οποίοι προέρχονται κυρίως από Αθήνα και Θεσσαλονίκη, αποκλείονται από τα Τμήματα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης!
Ωστόσο, οι ίδιοι χαμηλόμισθοι είναι αυτοί που δεν μπορούν να πληρώσουν και ενοίκια (η στέγαση των φοιτητών) και συνολικά το αυξημένο κόστος της συντήρησης δεύτερου οικήματος. Και οι εστίες πάντοτε ήταν περιορισμένες. Και από άποψη απαιτητικών κριτηρίων και από άποψη λίγων δωματίων. Πώς θα μείνουν στην επαρχία αυτοί οι φοιτητές; Προκαλείται δε και το άλλο παράδοξο: ότι, στην περίπτωση κυρίως αποφοίτων, υποψήφιοι της κατώτερης τάξης, οι οποίοι αναγκάζονται να εργαστούν, δεν μπορούν να μεταβούν στην επαρχία εξαιτίας της εργασίας τους· οι φοίτηση, για αυτούς, δε σημαίνει μονάχα αύξηση κόστους, αλλά και μείωση εισοδήματος! Οι φοιτητές αυτοί μένουν με τρεις επιλογές: ακόμα δυσκολότερη οικονομική κατάσταση, (σχεδόν) αδύνατη φοίτηση -η οποία συχνά οδηγεί στην εγκατάλειψη των σπουδών- ή να προσπαθήσει εκ νέου με τις Πανελλαδικές.
Για αυτό, όμως, υπάρχουν οι μετεγγραφές: για να μπορεί ο χαμηλοεισοδηματίας φοιτητής να σπουδάσει στον τόπο του. Αλλά τα Τμήματα επιτρέπεται να δεχθούν μετεγγραφές σε αριθμό ίσο με έως και το 15% των εισακτέων τους. Για την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, αυτό σημαίνει 4.669 φοιτητές. Συνολικά, λοιπόν, 35.798 φοιτητές θα εισαχθούν άμεσα ή έμμεσα στα δύο αστικά κέντρα. Το 46% των εισακτέων. Στις πόλεις που περιέχουν το 60% των υποψηφίων. Με την εισαγωγή, όμως, και της βάσης μετεγγραφής, οι μετεγγραφές μειώνονται, καθώς φοιτητής του οποίου η βαθμολογία δεν ισούται τουλάχιστον με τη βάση εισαγωγής ενός Τμήματος πλην 2.500 μορίων, δε δικαιούται μετεγγραφή στο Τμήμα αυτό. Και φυσικά αυτό επηρεάζει κυρίως τα Τμήματα Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
Σε όλα αυτά τα έξοδα μπορούν να προστεθούν τα υλικά που χρησιμοποιούν πολλές σχολές μηχανικών, ακόμα και οι σημειώσεις (καθηγητών και μη) κ.ά., ακόμα και τα έξοδα μετακίνησης των φοιτητών. Στην εποχή, όμως, της πανδημίας, σε όλα αυτά τα έξοδα έρχεται να προστεθεί το βάρος της τηλεκπαίδευσης. Η τηλεκπαίδευση έχει προαπαιτούμενα: υπολογιστή/τάμπλετ/κινητό, διαδίκτυο, ηλεκτρικό ρεύμα, εκ των οποίων τίποτα δεν είναι εγγυημένο. «Υγεία, παιδεία, ρεύμα και νερό: δεν είναι εμπορεύματα, ανήκουν στον λαό!» Κι όμως, υπάρχουν οικογένειες χωρίς ηλεκτρικό στην Ελλάδα! Βεβαίως, πολύ περισσότερες είναι αυτές χωρίς σύνδεση στο Διαδίκτυο. Αυτές οι δύο παροχές θα έπρεπε να είναι διαθέσιμες σε όλους, ανεξάρτητα από την Δημόσια Δωρεάν Παιδεία, όμως, οπότε θα αναγκαστώ να τις προσπεράσω εδώ. Δε θα προσπεράσω όμως τον υπολογιστή/τάμπλετ/κινητό. Γιατί δεν έχουν όλοι υπολογιστή. Δεν έχουν όλοι κινητό, και από όσους έχουν, δεν έχουν όλοι smartphone. Το κυριότερο: υπάρχουν άνθρωποι χωρίς υπολογιστή αλλά και χωρίς smartphone· χωρίς καμία συσκευή για συμμετοχή στην τηλεκπαίδευση! Και όσοι έχουν μόλις ένα smartphone είναι σα να μην έχουν κανένα, καθώς ένα κινητό πολύ δύσκολα ανταπεξέρχεται στις απαιτήσεις πολλαπλών μαθημάτων, όταν δεν φαίνονται καν τα PowerPoint των καθηγητών! Και βέβαια, υπάρχουν οικογένειες με πολλά παιδιά και έναν μόνο υπολογιστή, ή οικογένειες όπου οι γονείς δουλεύουν από τον υπολογιστή.
Όλα αυτά τα έξοδα (φροντιστήρια, σίτιση, στέγαση, τηλεκπαίδευση, άλλος εξοπλισμός κ.λπ.) τι είναι, αν όχι κρυφά δίδακτρα; Από τη στιγμή που η μη κάλυψή τους καθιστά τη φοίτηση σχεδόν αδύνατη, από τη στιγμή που είναι ουσιαστικά υποχρεωτικά, πώς διαφέρουν από τα δίδακτρα; Στην Ελλάδα δεν υπάρχει Δημόσια Δωρεάν Παιδεία. Ο μύθος καταρρίφθηκε. Κάποιος θα μπορούσε να επικαλεστεί τη δωρεάν σίτιση, η οποία έχει απαιτητικά κριτήρια, τις εστίες, για τις οποίες έχω ήδη απαντήσει, το επίδομα ενοικίου και το μειωμένο εισιτήριο, τα οποία είναι εκπτώσεις/μειωμένα δίδακτρα, ως απόδειξη ότι το κράτος κάνει ό,τι μπορεί και ότι δεν είναι δυνατή η δωρεάν σίτιση, στέγαση, μετακίνηση, φοίτηση όλων. Αυτό είναι μια παραδοχή ότι δεν υπάρχει Δημόσια Δωρεάν Παιδεία και δικαιολόγηση αυτού. Ο μύθος καταρρίφθηκε και δεν τον πιστεύει κανείς.
Απαιτητικά κριτήρια λέω, και δεν αναφέρω καν το «κατά κεφαλήν εισόδημα» των μετεγγραφών ή και το προσωπικό μου αγαπημένο, το οικογενειακό ισοδύναμο εισόδημα, τα οποία, σε συνδυασμό και με την έννοια του τεκμαρτού εισοδήματος, παραποιούν το πραγματικό εισόδημα και τις πραγματικές ανάγκες του ελληνικού λαού και τον αποκλείουν από αυτά που δικαιούται.
Αυτό το κείμενο οφείλεται σε δύο γεγονότα:
- Μολονότι έχω μηδενικό εισόδημα, επειδή το σπίτι μου είναι ιδιόκτητο, το κράτος φαντάζεται ένα εισόδημα άνω των δέκα χιλιάδων ευρώ, ένα οικογενειακό ισοδύναμο 7.600 χιλιάδων ευρώ, το οποίο με αποκλείει από τα voucher της πλάκας, ενώ έχω 10 μαθήματα αυτό το εξάμηνο και ένα μόλις κινητό χωρίς δικό μου ίντερνετ.
- Δικαιούμαι μόλις 10 συγγράμματα φέτος, παρότι έχω 20 μαθήματα στο έτος. Αναγκάστηκα να επιλέξω τα ακριβότερα συγγράμματα, μήπως και μπορέσω να αγοράσω τα φθηνότερα. Κι άλλα κρυφά δίδακτρα.
Θεώρησα ότι μετά από 4 προσπάθειες στις Πανελλαδικές και 2 αιτήσεις μετεγγραφών, θα μπορέσω επιτέλους να σπουδάσω. Αλλά χωρίς παραδόσεις και χωρίς συγγράμματα δεν γίνεται. Αναγκάζομαι να μείνω κι άλλο πίσω. Και πλέον ο χρόνος μετρά αντίστροφα, γιατί το όριο σπουδών Ν+1/2Ν μου δίνει 6 μόλις χρόνια να καλύψω αυτά τα τεράστια κενά που υποχρεωτικά αφήνω. Και οι λόγοι που δύσκολα θα πάρω πτυχίο στα 7 έτη (το ένα που σπαταλήθηκε εν αναμονή της μετεγγραφής και τα 6 που μένουν με τον ν. 4777/2021) είναι οι ίδιοι λόγοι που τόσοι φοιτητές αργούν να πάρουν πτυχίο. Γιατί δεν υπάρχουν λεφτά.
Όταν όλοι οι παράγοντες και όλα τα νέα μέτρα βλάπτουν κυρίως τις οικογένειες χαμηλού εισοδήματος, ήτοι την εργατική τάξη και τους φτωχοποιημένους μικροαστούς, γεννάται το ερώτημα:
Κράτος αρίστων ή αριστοκρατεία;
ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΩΡΕΑΝ ΠΑΙΔΕΙΑ
ΤΩΡΑ!