Ναρκοπέδιο

Ναρκοπέδιο

Του Στέφανου Φραγκόπουλου, εξωτερικού μας συνεργάτη και φοιτητή του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης (ΕΚΠΑ)

Μία φιλελεύθερη δημοκρατία για να ευημερήσει σαν πολίτευμα χρειάζεται ισχυρά θεσμικά αντίβαρα και πολιτικούς δρώντες που να τα σέβονται. Κυρίως οφείλουν να σέβονται τους «κανόνες του παιχνιδιού». Ένας από αυτούς είναι το εκλογικό σύστημα, το οποίο διυλίζει τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων και καθορίζει τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση. Στην περίπτωσή μας, τι κυβέρνηση θα  προκύψει στις επόμενες εκλογές (όποτε κι αν γίνουν) εξαρτάται εν πολλοίς από την «χειροβομβίδα» της απλής αναλογικής. Εξαιτίας αυτής της -εξαιρετικής από τακτική άποψη- κίνησης του Αλέξη Τσίπρα έχει ήδη ξεκινήσει παραφιλολογία σχετικά με το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας, καθώς με τα τωρινά δεδομένα δεν είναι απολύτως σίγουρο αν η Νέα Δημοκρατία θα μπορέσει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση ακόμη και ύστερα από τις δεύτερες εκλογές-αν γίνουν- με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής που ψήφισε η ίδια.

Οι κυβερνήσεις συνεργασίας, για να επιτύχουν, προϋποθέτουν κουλτούρα συναίνεσης και  ένα πολιτικό περιβάλλον το οποίο δεν χαρακτηρίζεται από έντονες συγκρούσεις ιδεολογικού χαρακτήρα. Επίσης, αναγκαία συνθήκη συνιστά η συγκρότηση κυβέρνησης βάσει προγραμματικής συμφωνίας, γνωστής στους ψηφοφόρους ιδανικά πριν από τη διεξαγωγή των εκλογών, για να ανταποκρίνονται οι διεργασίες σχηματισμού κυβέρνησης όσο το δυνατόν καλύτερα στη βούληση του εκλογικού σώματος. Στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, πέραν του γεγονότος ότι δεν τηρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις, κυρίαρχο σύστημα ήταν ο δικομματισμός. Υπήρξαν ωστόσο 4 κυβερνήσεις συνεργασίας: 2 ειδικού σκοπού, 1 βάσει προγραμματικής σύγκλισης και 1 ευκαιριακή. Το 1989 σχηματίστηκε κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του Συνασπισμού (αριστερό κόμμα) για να μην παραγραφούν τα αδικήματα του Ανδρέα Παπανδρέου και λοιπών φερόμενων ως εμπλεκομένων στην υπόθεση «Κοσκωτά». Ειδικός σκοπός εκείνης της κυβέρνησης ήταν η παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου και στενών συνεργατών του σε Ειδικό Δικαστήριο (Υπουργοδικείο). Το 2011 σχηματίστηκε κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον τραπεζίτη Λουκά Παπαδήμο, με υπουργούς από το ΠΑΣΟΚ και το ΛΑΟΣ και την κοινοβουλευτική στήριξη και της Νέας Δημοκρατίας του Αντώνη Σαμαρά. Στόχος της κυβέρνησης ήταν η ψήφιση των μεταρρυθμίσεων που εκκρεμούσαν, η διαπραγμάτευση και  υπογραφή του 2ου Μνημονίου και η προετοιμασία της χώρας για εκλογές.          

Σαμαράς-Βενιζέλος ως κυβερνητικοί εταίροι. Πηγή:newsbomb.gr 

Στις εκλογές του 2012, εν μέσω διχασμού «μνημονιακών» και «αντιμνημονιακών», η Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ συμφώνησαν στον σχηματισμό κυβέρνησης με σκοπό την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη και την έξοδο από την οικονομική κρίση που ταλάνιζε τη χώρα. Παρά το γεγονός ότι η ΔΗΜΑΡ αποχώρησε εξαιτίας του κλεισίματος της ΕΡΤ, η κυβέρνηση συνέχισε το έργο της, πετυχαίνοντας το 2014 να ανατρέψει την ύφεση επιτυγχάνοντας ανάπτυξη και να συσσωρεύσει πρωτογενές πλεόνασμα. Ανατράπηκε κοινοβουλευτικά εξαιτίας της μη συναίνεσης από τα κόμματα της αντιπολίτευσης για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Oι κυβερνήσεις συνεργασίας μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ συνιστούν το κατεξοχήν παράδειγμα πολιτικού καιροσκοπισμού, δεδομένων των σαφών ιδεολογικοπολιτικών τους διαφορών (το ένα κόμμα αριστερό και το άλλο λαϊκιστικό δεξιό) και του χάσματος υποσχέσεων-πράξεων (κατάργηση μνημονίων με 1 νόμο και 1 άρθρο-υπογραφή 3ου Μνημονίου). Τα όρια αυτού του σχήματος ανέδειξε η διαδικασία ψήφισης της Συμφωνίας των Πρεσπών, όπου ο Πάνος Καμμένος απέσυρε τη στήριξή του, αλλά βουλευτές του την  υπερψήφισαν με αντάλλαγμα υπουργικές καρέκλες και συμμετοχή στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ.

Έπειτα από αυτήν την σύντομη ιστορική αναδρομή, είναι δυνατόν κανείς να πιστεύει στην ύπαρξη πολιτικής κουλτούρας συναίνεσης και συνεργασιών στην Ελλάδα? Σαφώς και η απλή αναλογική ως εκλογικό σύστημα αντικατοπτρίζει με τον γνησιότερο τρόπο τη βούληση του εκλογικού σώματος, εξασφαλίζοντας τον σεβασμό στην αρχή της ισοδυναμίας της ψήφου. Φαλκιδεύει όμως τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης, παράγοντα ιδιαίτερα κρίσιμου στη σημερινή εποχή όπου η ικανότητα άμεσης λήψης αποφάσεων για τη διαχείριση-αντιμετώπιση των πολλαπλών κρίσεων καθίσταται ύψιστης σημασίας. Η επιτυχία τέτοιων εγχειρημάτων στη χώρα μας δείχνει  να βασίζεται περισσότερο στη θέληση-ικανότητα των προσώπων που τα επιχειρούν (Σαμαράς-Βενιζέλος) παρά σε ένα υπόβαθρο πολιτικού πολιτισμού που να υπαγορεύει την πάση θυσία επιδίωξη συνεργασιών. 

Ωραία όλα αυτά. Το βασικό ερώτημα είναι τι μέλλει γενέσθαι. Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει εισέλθει σε μία φάση αργής μεν, υπαρκτής δε φθοράς, που αποτυπώνεται κυρίως στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων. Το σενάριο των πρόωρων εκλογών απομακρύνεται όλο και περισσότερο. Οι ευκαιρίες για τη διεξαγωγή τους παρήλθαν είτε λόγω ανωτέρας βίας (οι πυρκαγιές του περασμένου καλοκαιριού) είτε λόγω πολιτικής επιλογής (βλ. προηγούμενο άρθρο του γραφόντος ακριβώς από κάτω).

Η εισροή και η ορθή αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς επίσης κι οι διαπραγματεύσεις για τυχόν αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας της ΕΕ με ευνοϊκότερους για τη χώρα μας όρους είναι ασκήσεις αυξημένης δυσκολίας, που απαιτούν κυβερνητική σταθερότητα και πολιτική ομόνοια. Η σημερινή κοινοβουλευτική πλειοψηφία της ΝΔ (158 βουλευτές αν συνυπολογίσουμε τον Κωνσταντίνο Μπογδάνο) εξασφαλίζει τις προαναφερθείσες συνθήκες για την κυβέρνηση. Δεν θα ήταν πολιτικά σώφρον ο Πρωθυπουργός να ρισκάρει να βρεθεί με μία ισχνή πλειοψηφία -153 για παράδειγμα- βουλευτών, ειδικότερα από τη στιγμή που εκκρεμεί η ψήφιση των μνημονίων συνεργασίας με τα Σκόπια και οι πρώην Πρωθυπουργοί Καραμανλής και Σαμαράς έχουν υποστηρίξει ότι δεν θα τα ψηφίσουν.

Στον χώρο της κεντροαριστεράς οι εξελίξεις παρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Η πρόσφατη υποψηφιότητα του Γιώργου Παπανδρέου-έπειτα και από την δυσάρεστη έκβαση που είχε η μάχη την οποία έδωσε με περίσσιο θάρρος και αξιοπρέπεια η Φώφη Γεννηματά-  ανατρέπει όλες τις πρότερες εκτιμήσεις. Η αναμέτρηση στο ΚΙΝΑΛ αποκτά σαφή ιδεολογικοπολιτικά χαρακτηριστικά, με 2 διακριτά ρεύματα: το αντιδεξιό του Παπανδρεόυ και το κεντρώο, μεταρρυθμιστικό και πατριωτικό του Λοβέρδου. Θυμίζει επανάληψη της αναμέτρησης του 2007, ανάμεσα στον Παπανδρέου και στον Βενιζέλο. Άγνωστη σταθερά παραμένει ο Νίκος Ανδρουλάκης, με το αόριστο, αλλά ελκυστικό μήνυμα περί ανανέωσης.

Ο Παπανδρέου ως Πρωθυπουργός και ο Λοβέρδος ως Υπουργός Εργασίας στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 2010. Πηγή:iapopsi.gr

Η μεγάλη απορία είναι τι επιδιώκει ο Γιώργος Παπανδρέου με την υποψηφιότητά του. Το 2009 εξασφάλισε ένα ασύλληπτο για την εποχή μας ποσοστό (44%), κυβέρνησε  για 2 χρόνια με «επίτευγμα» την υπογραφή του 1ου Μνημονίου, διέσπασε το ΠΑΣΟΚ το 2015, απέτυχε να εισέλθει στη Βουλή με το νέο του κόμμα, το ΚΙΔΗΣΟ, επέστρεψε στο ΚΙΝΑΛ και εξελέγη βουλευτής Αχαΐας ως πρώην Πρωθυπουργός. Η απάντηση εντοπίζεται στην περιβόητη «προοδευτική διακυβέρνηση», πρόταση που έχει καταθέσει δημοσίως ο Αλέξης Τσίπρας και για την οποία είχε κάνει χλιαρές αναφορές η Φώφη Γεννηματά. Ο Παπανδρέου όμως εκπέμπει σαφέστερο αντιδεξιό στίγμα. Στον ΣΥΡΙΖΑ επίσης έχουν βρει πολιτική στέγη πρώην συνεργάτες του (Ραγκούσης και Ξενογιαννακοπούλου) καθώς και άλλα στελέχη προερχόμενα από το ΠΑΣΟΚ (για παράδειγμα οι Σπίρτζης, Μπίστης και Μωραΐτης). Με τυχόν εκλογή του Παπανδρέου στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ η συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι το πλέον πιθανό σενάριο. Εμπόδιο σε αυτά τα σχέδια ίσως αποδειχθεί μέρος των ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ που δεν επιθυμούν σε καμία περίπτωση τη σύμπλευση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Σύμφωνα με πρόσφατη μέτρηση, τέτοια πεποίθηση έχει το 60% των ψηφοφόρων του κόμματος.[1] Σε περίπτωση που εκλεγεί ο Ανδρέας Λοβέρδος, δεν είναι απίθανο το σενάριο να σημειωθεί υπερδιπλασιασμός των δυνάμεων του κόμματος, με την εισροή κεντρώων-φιλελεύθερων ψηφοφόρων από τη ΝΔ και ψηφοφόρων από το «πατριωτικό ΠΑΣΟΚ», οι οποίοι είτε ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ είτε απείχαν από τις εκλογικές αναμετρήσεις των τελευταίων ετών. Τότε μπορεί να έχουμε το εξής παράδοξο για τα ελληνικά δεδομένα: την ύπαρξη 3 κομμάτων που να μπορούν να σχηματίσουν μεταξύ τους κυβερνήσεις συνεργασίας!

Όλα αυτά συνθέτουν ένα εκρηκτικό πολιτικό μείγμα. Οποιεσδήποτε προβλέψεις για την έκβαση  των εξελίξεων είναι παρακινδυνευμένες. Το σίγουρο είναι το εξής: το πολιτικό πεδίο θυμίζει ναρκοπέδιο. Και οι πολιτικοί μας οφείλουν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί, καθώς και το παραμικρό λάθος είναι ικανό να ανατινάξει τις όποιες ελπίδες για ανάκαμψη της πατρίδας μας.


[1] https://www.ieidiseis.gr/paixnidia-eksousias/113856/to-57-thelei-kyvernisi-synergasias-meta-tis-ekloges-me-apli-analogiki-mono-to-39-epanalipsi-ton-eklogon

+ posts