Ονειρεύομαι…

Ονειρεύομαι…

Της Παναγιώτας Μητσοπούλου, πρώην συντάκτριάς μας

Ήταν μια συνηθισμένη Τρίτη, είχα μόλις γυρίσει από το -κατά τα άλλα- ακυρωμένο καρναβάλι της Πάτρας και κανείς δεν με είχε προετοιμάσει για αυτό που θα ακολουθούσε, αλλά και να το είχε κάνει, αλλά και να μου είχε διηγηθεί τα μελλούμενα δεν θα τον πίστευα, η παιδική πίστη στο καλύτερο σενάριο και ο φόβος για το χειρότερο που όμως δεν έρχεται ποτέ, είχε παραμείνει στην συνείδηση μου, μέχρι που οι καταστάσεις θα την απομάκρυναν μια και καλή. Είχαμε μάθημα στο πανεπιστήμιο, το τελευταίο μάθημα στο πανεπιστήμιο. Τραγωδία, Σοφοκλής, υπέροχος κύριος Βερτουδάκης. Θυμάμαι σαν τώρα τα λόγια του να ξετυλίγονται μπροστά μου: «τα πράγματα δεν είναι καλά παιδιά, τρενάρουμε το κλείσιμο, θα σας μιλήσω ειλικρινά, αν μας κλείσουν τώρα δεν πρόκειται να ανοίξουμε πριν το Πάσχα», αδιευκρίνιστο σε ποιο Πάσχα αναφέρονταν, κανείς μας δεν ξέρει ακόμη, ούτε φαντάζονταν τότε.

Δεν θυμάμαι τι άλλο έκανα εκείνη την μέρα μέχρι να φτάσω στο σπίτι μου, να φάω το κατεψυγμένο έτοιμο φαγητό της μαμάς και να δω τις ανακοινώσεις, το διάγγελμα, και την προσωρινότητα που πλέον είναι καθημερινότητα -έγινε η καθημερινότητα που μας επέβαλλαν ως συνήθειά μας- που δεν θα την ανεχτώ-ανεχτούμε, αντέξω-αντέξουμε για πολύ ακόμα.

Ένας χρόνος που τα είχε όλα, αλλά και τίποτα, που είχε αποκλεισμό, όχι μόνο από τον έξω κόσμο, αλλά και από τον έσω κόσμο, χάναμε και βρίσκαμε το μέσα μας σαν να ήταν καρφίτσα σε πευκοβελόνες μέσα σε ένα σκοτεινό δάσος, μας τρύπαγε και μόλις την ακουμπούσαμε ξεγλιστρούσε και δως του πάλι απ’ την αρχή το ψάξιμο. Είχε αποκλεισμό από τους γύρω μας, δύσκολες γιορτές με δάκρυα, γιατί έλειπαν κάποια βασικά κομμάτια της ζωής και της καρδιά μας από το τραπέζι, σχέσεις που δοκιμάστηκαν, που αναμετρήθηκαν με τον χρόνο και την απόσταση -αν νικήθηκαν ή ηττήθηκαν είναι άλλη, βαριά κουβέντα που θα γίνει μόλις επιστρέψουμε στην κανονικότητα(;)- , μοναξιά, όλων των ειδών και των περιστάσεων, φόβοι, φόβοι για το αύριο, για το σήμερα, για το χθες, για τον χρόνο που είναι πάντα εκεί να παραμονεύει, για την αβεβαιότητα, για αυτή την θεά με το διάφανο πέπλο που η ελπίδα την παρακαλά για ένα σημάδι αλήθειας και σταθερότητας, αλλά εκείνη με γρίφους συντηρεί τον μύθο της.

Αυτός ο χρόνος είχε απελπισία και ένα έντονο συναίσθημα έλλειψης. Μου έλειπε, μας έλειπε το Πανεπιστήμιο, μας έλειπε η ίδια η ζωή, δεν είμαστε άνθρωποι στην εντατική που αναπνέουμε με τεχνητή υποστήριξη, δεν είμαστε κατευθυνόμενα όντα, όσο και αν θέλουν να μας κάνουν. Είμαστε «νιάτα» όπως μας αποκαλώ, είμαστε άνθρωποι και θέλουμε να ζήσουμε, αλλά οι συνθήκες που μας επιβάλλουν μας υποδεικνύουν την ανάγκη να πολεμήσουμε και να διεκδικήσουμε τις καλύτερες συνθήκες ζωής. Και θα το κάνουμε!

Ένας χρόνος τόσο ιδιαίτερος και πρωτόγνωρος δεν μπορεί να περιγραφεί και να καταγραφεί σε δυο σελίδες-υπόθεση των ιστορικών του μέλλοντος, ούτε να αποτιμηθεί τώρα. Ανοιχτές οι πληγές πολλά τα τραύματα, αλλά όταν όλο αυτό θα έχει περάσει, θα έχει κάνει τον κύκλο του και η ζωή θα έχει θρονιαστεί ξανά στην θέση που της αξίζει: γιατί η ζωή είναι πρωταγωνίστρια και όχι κομπάρσος, να το θυμάστε.

Χάσαμε πολλά και χάνουμε πολλά απ’ όλο αυτό αλλά εγώ θέλω να σας εξομολογηθώ την μεγαλύτερη νίκη μου: άρχισα πάλι να ονειρεύομαι, όπως τότε, που ήμουν παιδί, που δεν φοβόμουν να ονειρευτώ. Έλεγα «μπορώ και εκείνο, θα καταφέρω και το άλλο, πάμε δυνατά για το επόμενο. Δεν φοβόμουν να ονειρευτώ, δεν φοβόμουν να στοχαστώ, δεν φοβόμουν να πιστέψω, να πιστέψω ναι σε μένα και σε αυτά που είμαι ικανή να καταφέρω. Έτσι, ένα πρωί ξύπνησα και αποφάσισα να κάνω όνειρα, ξύπνια και πιο νηφάλια από ποτέ.

Ονειρεύομαι μια Ελλάδα (Γ) | ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ | antinews.gr

Ονειρεύομαι να γυρίσω σύντομα στην Αθήνα, να την περπατήσω όλη, να μην φοράω ακουστικά και να μην κοιτάζω σε μια οθόνη, να ακούω και να αφουγκράζομαι τους κάθε λογής ήχους, τις ανθρώπινες φωνές , τον αέρα , τα βιαστικά βήματα , τα ξαφνικά χαμόγελα από απρόσμενες συναντήσεις. Ονειρεύομαι να αλλάξω σπίτι, να φύγει η γκίνια, να βρω ένα πιο μικρό, ακόμη πιο κοντά στην σχολή. Ονειρεύομαι να κάνω δεύτερο στέκι την βιβλιοθήκη, να πηγαίνω με τις ώρες, να χώνομαι μέσα στα βιβλία και τις σκέψεις και να συνειδητοποιώ πόσο «λίγη» είμαι αλλά και πόσο «πολλή» αξίζει να γίνω. Ονειρεύομαι να μην κάνω συμβιβασμούς, να λέω τα όχι μου και να τα εννοώ, να λέω τα ναι μου και να τα δικαιώνω.

Ονειρεύομαι να λέω καλημέρα και καλησπέρα σε όλους τους συμφοιτητές, γνωστούς και αγνώστους, μικρούς και μεγάλους, ντροπαλούς και θαρραλέους, ονειρεύομαι να χαιρετώ κάθε άνθρωπο που βλέπω έξω και με ένα γλυκό χαμόγελο να ζεσταινόμαστε και οι δύο.

Ονειρεύομαι να είμαι πάλι στο αμφιθέατρο, να τριγυρίζω από παρέα σε παρέα, να παρατηρώ και να αγαπώ καθηγητές, να αντέχω το 9ωρο και όλα τα 9ωρα του κόσμου, χωρίς να σκέφτομαι «γαμώτο, έχω Βυζαντινή», να κάνω πάλι τις τρέλες μου με τα μικρόφωνα και να θυμώνω λιγότερο με την καθηγήτρια που πάλι έβαλε τα κέρατα της από ύλη, θα βγει, κάθε χρόνο βγαίνει!!

Ονειρεύομαι να ερωτευτώ, χωρίς να σημαίνει ότι θα δεσμεύσω και θα δεσμευτώ, να ερωτευτώ χωρίς να κλείνω μήνες, αλλά να μετράμε το μαζί σε αγκαλιές -τι ωραίο μέτρο η αγκαλιά- , σε φιλιά, σε στιγμές, σε δευτερόλεπτα αναμονής μέχρι να συναντηθούμε, σε σημάδια από κραγιόν και από δαγκώματα.

Πανσέληνος ο έρωτας | Εφημερίδα Πρωινή

Ονειρεύομαι να περπατώ και να γυμνάζομαι συχνά, να φροντίζω το σώμα μου καλύτερα απ’ ότι το σπίτι μου, να με πηγαίνω περιπάτους στο Ζάππειο πάλι όπως τότε, που ανακάλυπτα για πρώτη φορά την πόλη μου, να κάθομαι ήσυχα στα παγκάκια. Όχι σε ένα συγκεκριμένο, να τα γυρίσω όλα να δω από όλες τις πλευρές, να κοιτάζω να μην έχω ακουστικά και οθόνη μπροστά μου και να πιάνω κουβέντα με ανθρώπους άγνωστους, με τους οποίους θα μπορέσουμε να πούμε περισσότερα και απ’ ό,τι με γνωστούς.

Ονειρεύομαι να τρέφομαι υγιεινά, αλλά με το παρεάκι μια στο τόσο χωρίς υπερβολές να κάνω και την ζαβολιά μου -τότε θα αποκτά πραγματική αξία, όχι όταν την κάνω συνέχεια. Ονειρεύομαι να γνωρίσω νέους ανθρώπους, να ακούσω ιστορίες, να κρίνω λιγότερο ότι βλέπω και να προσέχω περισσότερο ότι ακούω, να κάνω συζητήσεις με κλειστά τα κινητά, και αυτά τα ρημάδια να τα ‘χω μόνο για την φουκαριάρα την μάνα μου, που πάλι θα ‘ναι η ψυχή της στην Κούλουρη όταν βγαίνω βράδυ.

Ονειρεύομαι να πάω πάλι θέατρο, είτε έχω παρέα είτε όχι, να πάω σε μουσεία και να ψαχτώ σε αυτό που με αρέσει και αν δεν το ‘χω βρει ακόμα να το ανακαλύψω. Ψάχνοντας κανείς βρίσκει θησαυρούς. Ονειρεύομαι να βγαίνω και έξω βράδυ, από χαλαρό ποτάκι στo six dogs μέχρι ξέφρενο κλάμπινγκ στο Γκάζι και όταν κουράζομαι να φεύγω και να απολαμβάνω την στιγμή.

Ονειρεύομαι να με αγαπώ, να μην θυμώνω με τους άλλους και να χαίρομαι με την χαρά τους σαν να ήταν του παιδιού μου, να ακούω περισσότερο και να συλλογίζομαι ακατάπαυστα.

Ονειρεύομαι να ζήσω

Τώρα αυτή η σκέψη με κρατάει δυνατή

Τώρα θα ζήσω έστω και με αυτή.

+ posts