Ο Καπιταλισμός, ο Ιμπεριαλισμός, η Αποικιοκρατία και ο Τζορτζ Όργουελ

Ο Καπιταλισμός, ο Ιμπεριαλισμός, η Αποικιοκρατία και ο Τζορτζ Όργουελ

Ο κλασσικός συγγραφέας και φαινόμενο όλων των εποχών, που έγραψε το -για πολλούς προφητικό- έργο «1984: Ο Μεγάλος Αδελφός», Τζορτζ Όργουελ, έρχεται για ακόμα μια φορά στο προσκήνιο της κριτικής και οξύθυμα έξυπνης και ρεαλιστικής στάσης του απέναντι στα πολιτικά τεκταινόμενα  της εποχής του. Συνδιαλέγεται με τον αποικιοκρατικό κόσμο, προβάλει τις ανθρώπινες πτυχές σε μια κοινωνία «μηχανημάτων» και με οξύνοια μας μιλά έμμεσα για τις αριστερές πολιτικές θέσεις του. Όλα αυτά τα συναντάμε σε ένα έργο του όχι και τόσο δημοφιλές στο ευρύ κοινό, ωστόσο αρκετά γνωστό ανάμεσα στους πολιτικά ευαισθητοποιημένους και στους εραστές της ιστορικής και κοινωνικής λογοτεχνικής παραγωγής. Πρόκειται για το έργο «Πυροβολώντας έναν ελέφαντα». Το μικρό αυτό μπλε βιβλίο αποτελεί ένα σύντομο διήγημα με αυτοβιογραφικό χαρακτήρα, που θυμίζει έντονα τον δυναμικό χαρακτήρα ενός δοκιμίου.

Προτού όμως διεισδύσουμε στο έργο, θα ήθελα να κάνω λόγο για τις ιστορικές συνθήκες γέννησης και θανάτου του κομβικού φαινομένου της αποικιοκρατίας. Το τέρας αυτό μοιάζει να μεγάλωσε σε ένα τρυφερό “κουκούλι”, που πολλοί αγάπησαν και άλλοι λάτρεψαν, ωστόσο τα κοφτερά του δόντια κατάφεραν να αναδείξουν με στιγματικό χαρακτήρα μπολντ γραμμάτων την αληθινή φύση του. Συγκεκριμένα, όταν αναφερόμαστε στον όρο «Αποικιοκρατία» κάνουμε λόγο για την βίαιη επιβολή της κυριαρχίας των δυνατών ευρωπαϊκών χωρών στις ασθενέστερες και υπανάπτυκτες -σε σχέση με αυτές- χώρες. Πρόκειται δηλαδή για μια κατάσταση ελέγχου του αποικιοκρατικού ιστού σε κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό και ακόμα και πολιτιστικό επίπεδο. Η διακυβέρνηση αυτή ορίζει τον τρόπο ζωής των αποικιών. Εν συνεχεία, ως αποικία εννοούμε την περιοχή ή τις περιοχές εκείνες που δεν κατοικούνται από τον ίδιο εθνικά λαό με την κυρίαρχη χώρα, η οποία και ονομάζεται «Μητρόπολη». Για να θέσουμε όμως τα πιόνια στη σκακιέρα του άρθρου μας, στη θέση της Μητρόπολης μπαίνει η Μεγάλη Βρετανία και στη θέση της Αποικίας η Ινδία.

Ιστορικά, το φαινόμενο της αποικιοκρατίας ξεκινά από τα αρχαία χρόνια με ιδιαίτερη ένταση και φτάνει να υφίσταται έως και τον 20ο αιώνα! Καταλαβαίνουμε πως ο αποικιοκρατικός ζυγός κατάφερε να ζήσει πολλούς αιώνες. Η περίοδος που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι αποτελεί την δυναμική εδραίωσή του είναι το 1942 με την ανακάλυψη της Αμερικής από τον Χριστόφορο Κολόμβο. Από εκείνο το σημείο και έπειτα γίνεται αντιληπτό πως οι ευρωπαϊκές χώρες σε πολλές περιπτώσεις πήραν το ρόλο του δυνάστη. Αξίζει μέσα σε όλα αυτά να σημειώσουμε πως ο Καπιταλισμός και η Ιμπεριαλιστική πολιτική και κοσμοθεωρία έπαιξαν ζωτικό ρόλο στην εμφάνιση και κυριαρχία της Αποικιοκρατίας. Πρωτεργάτες αυτού του φαινομένου είναι λογικό να ήταν εξερευνητές, έμποροι και χριστιανοί ιεραπόστολοι, οι οποίοι για τους δικούς τους λόγους ο καθένας ταξίδεψαν και γνώρισαν νέα μέρη, μακριά από τη δική τους γνώση και κουλτούρα.

Σημαντικό είναι να παρουσιάσουμε στους τρόπους με τους οποίους κυριαρχούσε το αποικιοκρατικό σύστημα. Οι μέθοδοι της αποικιοκρατικής πολιτικής ήταν δυο και λάμβαναν χώρα σε διαφορετικές περιστάσεις. Ξεκινώντας με τον πρώτο και τον πιο γνωστό μας, η κατάκτηση εδαφών με βιαιοπραγίες και η κυριαρχία των εθνών-κρατών με βάση τη δύναμη του ισχυρού αποτελούσε την πιο συχνή μέθοδο. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις συναντάμε και τον οικονομικό έλεγχο σε μορφή διείσδυσης σε κάποιες χώρες, αλλά και αυτοκρατορίες (όπως για παράδειγμα η Οθωμανική), οι οποίες και εν τέλει μετατρέπονταν σε ημι-αποικίες.

Σχετικά με τη Μεγάλη Βρετανία, η προηγούμενη αποτέλεσε τον μεγαλύτερο αποικιοκράτη με την κυριαρχία μέσω αυτού του φαινομένου περιοχών όπως ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, η Ινδία φυσικά, το Πακιστάν, το Αφγανιστάν, η Μάλτα, η Κύπρος, η Νότια Αφρική και το Γιβραλτάρ.

Απότοκα όλου αυτού του ιστορικού και κοινωνικού στοιχείου ήταν προφανώς η δουλοποίηση των αποικιακών πληθυσμών, οι λεηλασίες και προ πάντων η αλλοίωση της μοναδικότητάς τους σε διάφορα επίπεδα, όπως το πολιτιστικό και το γλωσσικό.

Επιστρέφοντας, όμως, και πάλι στο έργο που μας απασχολεί, το «Πυροβολώντας έναν ελέφαντα» μας φέρνει πολύ κοντά στο συναισθηματικό κόσμο του Όργουελ, καθώς και στα βιώματά του, που έπαιξαν μείζονα ρόλο στη διαμόρφωση τόσο της κοσμοθεωρίας του όσο και των πολιτικών του πεποιθήσεων. Τα θέματα που θίγει και οι όψεις με τις οποίες μπορούμε να δούμε το έργο αυτό είναι ποικίλες, για αυτό και εγώ θα κάνω αναφορά σε εκείνες που ξεχώρισα, σε μια προσπάθεια να σας παρουσιάσω το έργο πολύπλευρα και με ρεαλιστικό ύφος.

Το «Πυροβολώντας έναν ελέφαντα» πραγματεύεται το ζήτημα της αποικιοκρατίας από την πλευρά του αποικιοκράτη. Μεγαλώνοντας και ο ίδιος ο Όργουελ στις ινδικές αποικίες της Βρετανίας, συγκεκριμένα στο Μοτιάρι, ως Άγγλος και ως αξιωματούχος της Αυτοκρατορικής Αστυνομίας στην περιοχή Μουλμέιν, έζησε τις δυσκολίες του αποικιοκράτη σε ένα αναλογικά και πρακτικά μικρότερο πλαίσιο, μα κομβικό, όπως είναι αυτό τις αστυνόμευσης της περιοχής. Μπόρεσε να ξεχωρίσει από τους γύρω του άνδρες παρατηρώντας -κάποιες φορές θα λέγαμε με εξονυχιστικό τρόπο- τη ζωή και τις υφιστάμενες αδικίες της. Το έργο αυτό μας παρουσιάζεται από τη μεριά ενός άνδρα βρετανικής καταγωγής, ο οποίος και κατέχει μια εξέχουσα θέση στο Μουλμέιν της Βιρμανίας. Η θέση αυτή ήταν του τοπικού αστυνόμου της πόλης. Όπως γράφει και ο ίδιος ο χαρακτήρας, λόγω της καταγωγής και της κοινωνικής του θέσης, ήταν εξαιρετικά απεχθής στους Ινδούς συμπολίτες του. Αυτή η αναφορά αποτελεί σημαντικό σημείο της έναρξης του έργου. Παρατηρούμε σε όλη του την έκταση το μίσος από πλευράς των αποικιοκρατούμενων σε σχέση με τους Βρετανούς. Αυτό είναι λογικό, εάν αναλογιστούμε το χειριστικό, άμεσα και έμμεσα, τρόπο αντιμετώπισής τους από τη Μεγάλη Βρετανία. Ωστόσο, τι συμβαίνει με τον ίδιο τον Βρετανό πρωταγωνιστή;

Το περιεχόμενο του βιβλίου αναφέρεται στην αναγκαστική δολοφονία ενός ελέφαντα, επειδή εκείνος εισέβαλε στην περιοχή του Μουλμέιν με απόρροια της πρόκλησης καταστροφών, ακόμα και το θάνατο ενός κούλη (=ημερομίσθιος εργάτης ή σκλάβος). Ο πρωταγωνιστής καλείται από την τοπική κοινότητα να σκοτώσει τον ελέφαντα προτού εκείνος προκαλέσει κι άλλες καταστροφές και θανάτους. Είναι αξιοσημείωτο αναφοράς η διαδικασία της σκέψης και των πράξεων του πρωταγωνιστή. Ο προηγούμενος ακόμα και στην έσχατη στιγμή αποφεύγει φανερά να σκοτώσει το ζώο. Μάλιστα, το υπολογίζει ως ένα έγκλημα, όπως θα το αντιμετώπιζαν τότε, μιας και ισοδυναμούσε με μια εργατική μηχανή. Έως και σε αυτό το σημείο θα ήθελα να παρατηρήσουμε την ανάγκη του να αποποιηθεί τις ευθύνες που έχει απέναντι στην κοινωνία και την τοπική κοινότητα συγκεκριμένα. Διαφαίνεται λοιπόν καθαρά η ανάγκη του να ζήσει όπως όλος ο άλλος κόσμος, δίχως να φέρνει το βάρος της σωτηρίας μιας κοινότητας. Επομένως, ως πρώτο στοιχείο του βιβλίου σε σχέση με την αποικιοκρατία, θα επιθυμούσα να κρατήσουμε τον “πνιγμό” κάποιων ανθρώπων που βρίσκονται σε κομβικές θέσεις υπό την ηγεσία κάποιου -απρόσωπου- αυτοκράτορα και ο φόβος τους εμπρός σε ζητήματα που πολλές φορές δεν νιώθουν κατάλληλοι να επιλύσουν.

Το ύψιστο σημείο της κορύφωσης του τρόμου και του πανικού του έρχεται, όταν ο ίδιος αναγκάζεται να σκοτώσει το δύσμοιρο ζώο. Μέσα σε όλο αυτό το σκοτεινό κλίμα ταχυκαρδίας και διάχυτου φόβου, ο Όργουελ μας χτυπά με μια έντονη αντιθετική εικόνα. Ο αστυνόμος παρατηρεί τον ελέφαντα να έχει απομακρυνθεί από τη συνοικία και ήρεμος αλλά και ανυποψίαστος να επιστρέφει πίσω στη φύση. Η εικόνα αυτή κάθε άλλο από σκηνή βιβλίου μας θυμίζει. Μοιάζει με έναν επίγειο παράδεισο, όπου το κίτρινο λαμπερό χρώμα του ήλιου και το θερμό πορτοκαλί χρώμα της παλέτας του ουρανού αγκαλιάζουν το τοπίο, με επίκεντρο του εικαστικού δρώμενου ένα γαλήνιο και φιλειρηνικό ον να περπατά. Καυστική αντίθεση και σκηνή «γροθιά στο στομάχι» προκαλεί στον αναγνώστη το αίσθημα της αυταπάρνησης της φύσης του. Όμως, όλα και πάλι μαυρίζουν, όταν ο χαρακτήρας καλείται στο όνομα της ιμπεριαλιστικής πολιτικής, του καπιταλισμού και της αποικιοκρατίας που τον οδήγησαν σε αυτή του θέση, να δολοφονήσει εν ψυχρό μια ψυχή που από τη φύση της επιδέχεται κριτικής και οργής. Η σκηνή του αργού και σκληρού θανάτου του ζώου χαράζεται στη μνήμη μας. Ο Όργουελ περιγράφει σκόπιμα τον πόνο και την εξαθλίωση του ζώου έως και τη στιγμή που χάνει τις αισθήσεις του και πεθαίνει. Σε πρώτο πλάνο παρατηρούμε τον εξαναγκασμό σε δράσεις και κινήσεις με δολοφονικό, σκληρό και άτεγκτο χαρακτήρα από μεριάς ενός ανθρώπου, ο οποίος υπό άλλες συνθήκες δεν θα είχε διαπράξει κανενός είδους δολοφονία. Σε δεύτερο πλάνο, παρατηρούμε στο έργο πως ο χαρακτήρας νιώθει ανακούφιση για το θάνατο του κούλη, γιατί έτσι επιβεβαιωνόταν πως η πράξη του ήταν σωστή. Επομένως, η ανασφάλεια και η πίεση κυριαρχούν με έναν ψυχαναγκαστικό τρόπο θα λέγαμε στο μυαλό του κάτω από τη σκιά του αυτοκρατορικού φόβου, ακόμα και με μακάβριο τρόπο.

Ο Όργουελ σε ένα μικρό διήγημα πλεγμένο μέσα σε έντονες αντιθέσεις και καυστικές ειρωνείες θίγει το ζήτημα της αποικιοκρατίας και συγκεκριμένα των αδικιών που προκαλεί στα πιόνια των αποικιοκρατών, αλλά και την σκοτεινή πλευρά της παλέτας της ανθρώπινης ψυχής. Ένα τελευταίο μέρος του έργου που θα ήθελα να αναλύσω εν συντομία είναι η έμμεση ανάδειξη των αριστερών πολιτικών πεποιθήσεων του συγγραφέα. Προτού όμως μπω εκτενέστερα στο κείμενο, θα χρειαστεί να κάνω αναφορά σε μερικά μικρά στοιχεία της βιογραφίας του συγγραφέα που θα βοηθήσουν στην καλύτερη κατανόηση του έργου. Ο Όργουελ, όπως προανέφερα, υπηρέτησε ως αξιωματούχος της Αυτοκρατορικής Αστυνομίας για έξι χρόνια, από δεκαεννιά ετών έως και τα εικοσιπέντε του έτη. Παρόλα αυτά, η θητεία αυτή λήγει σύντομα με την παραίτησή του. Αξίζει να σταθούμε στο λόγο αυτής. Ο Όργουελ απείχε αισθητά από τις μακαβριότητες της αστυνομίας, τις κρεμάλες και τους θανάτους καταδικασμένων ανθρώπων, ενώ παράλληλα ενοχλούταν έντονα από την προπαγάνδα και την απολυταρχία του αυτοκράτορα και της γενικής αυτής θέασης του κόσμου. Λίγα χρόνια αργότερα, θα λάβει μια σημαντική θέση ως δημοσιογράφος στο BBC, η οποία και θα του προσφέρει τα προς το ζην. Για τους ίδιους λόγους θα παραιτηθεί ξανά, με κόστος το να χάσει το εισόδημά του και να ζήσει στη φτώχεια. Ο Όργουελ υπήρξε πάντοτε υπέρμαχος της πραγματικής Δημοκρατίας και διαφωνούσε αισθητά με το καπιταλιστικό σύστημα, τις βιαιότητες κάθε πολιτικής παράταξης και την ιμπεριαλιστική πολιτική. Όπως και ο ίδιος δήλωσε στο τέλος της ζωής του, πολιτικά κατέτασσε τον εαυτό του στην αριστερά και συγκεκριμένα υποστήριζε το Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα, ενώ οι θέσεις του απαντούσαν στο Σοσιαλισμό, το Δημοκρατικό Σοσιαλισμό, την Αντισταλινική Αριστερά και το Antitotalitarianism, δηλαδή την αντίθεση στα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Αυτή του τη στάση μπορούμε να δούμε να αντανακλάται και στο παρόν έργο. Η οπτική γωνία της θέασης του αυτοκρατορικού καθεστώτος από τη μεριά ενός πιεσμένου υπαλλήλου της αυτοκρατορίας δεν μπορεί παρά να μας θυμίσει την αντίθετη στάση του απέναντι στον Ολοκληρωτισμό, τον Ιμπεριαλισμό και φυσικά τον Καπιταλισμό (εάν αναλογιστούμε το έργο σε μια αναλογικά νεωτερική κοινωνία).

Κλείνοντας αυτό το άρθρο, θα ήθελα να σταθούμε σε δυο πράγματα: Στη δύναμη μιας συγγραφικής ιδιοφυίας και στη στάση του Όργουελ απέναντι στη ζωή και στο πόσο σημαντικά είναι τα καθεστώτα και οι άνθρωποι που μας κυβερνούν. Εν όψει μάλιστα και των εκλογών, αξίζει να διαβάσουμε ένα από τα βιβλία του Όργουελ που σίγουρα θα προβληματίσει, ακόμα και τον πιο ανυποψίαστο αναγνώστη που το πάρει στα χέρια.

+ posts

Γεια χαρά! Είμαι η Σοφία Σιμέλα και είμαι φοιτήτρια στο Τμήμα της Κλασσικής Φιλολογίας στο ΕΚΠΑ. Εξειδικεύομαι στον τομέα της ΜΝΕΦ, πράγμα που ήταν μονόδρομος, εάν αναλογιστώ την τεραστίων διαστάσεων αγάπη μου για τη Λογοτεχνία! Λατρεύω να διαβάζω
κοινωνικά βιβλία στο μπαλκόνι μου παρέα με ένα γεμάτο ποτήρι με κρύο τσάι ροδάκινο και να απολαμβάνω τον ήλιο. Μεγάλες μου αγάπες είναι το σκάκι, η συγγραφή βιβλίων, η αρθρογραφία, η θάλασσα, ο εθελοντισμός και… το γέλιο! Πιστεύω με όλη μου την καρδιά
στην μεγάλη νίκη του γέλιου έναντι του φόβου και στην αξία του εθελοντισμού ως τρόπου κοινωνικής συνείδησης και βελτίωσης του κόσμου εν γένει!