Σκέψεις ταινιών: HER

Σκέψεις ταινιών: HER

Πάντοτε με άγγιζαν οι ρεαλιστικές ρομαντικές ταινίες. Οι ταινίες που αρχίζουν και τελειώνουν στο γκρι, σε μια χαρμολύπη που σε αφήνει μετέωρο ανάμεσα στην πραγματικότητα και σε ένα παρελθόν που μοιάζει με φευγαλέο όνειρο. Και είναι ρεαλιστικές, γιατί αντιμετωπίζουν την αλήθεια χωρίς ανώριμες υπεκφυγές. Πλάθουν ανθρώπους με πάθη και παρορμήσεις, στα οποία μένουν εν τέλει πιστοί, ανίκανοι να τους ξεφύγουν, κάνοντας τα ίδια λάθη ξανά και ξανά. Τους αντιμετωπίζουν δηλαδή υπό το πρίσμα του ανθρώπινου, και όχι του δεοντολογικού. Αγγίζοντας κάτι ανθρώπινο, έστω και διογκωμένο και με υπερβολές, δεν δίνεις στον θεατή ένα κλισέ κυριακάτικο ρομάντζο, του δίνεις μια αληθινή ιστορία, από την οποία μπορεί να μάθει, να συγκινηθεί, με την οποία μπορεί να ταυτιστεί, να δεθεί, με αφορμή την οποία εν τέλει να αναζητήσει.

Τίποτα λιγότερο από τα παραπάνω δεν αποτελεί το «Her» του Mike Jonze, με πρωταγωνιστές τον βραβευμένο με Όσκαρ Joaquin Phoenix, την Scarlett Johansson, την Amy Adams και πολλούς ακόμη ταλαντούχους ηθοποιούς. Η ταινία περιστρέφεται γύρω από τον Τheodore, έναν μοναχικό συγγραφέα γραμμάτων, τα οποία και γράφει κοιτάζοντας φωτογραφίες ανθρώπων, στα οποία αποστολέας δεν φαίνεται ο ίδιος άλλα το ένα πρόσωπο των φωτογραφιών προς το άλλο. Έχοντας βγει μόλις από έναν γάμο με μια γυναίκα με την οποία μεγάλωσε μαζί, προσπαθεί να καλύψει το κενό της απουσίας με διάφορους τρόπους, καταλήγοντας πάντα σε αδιέξοδο, καθώς τελικά δεν είναι ο ίδιος έτοιμος να συμβιβαστεί με μια νέα σχέση. Σ’ αυτή του την προσπάθεια, ερωτεύεται αναπάντεχα ένα λειτουργικό σύστημα (Scarlett Johannson), το οποίο μέσα από την σχέση τους αποκτά σταδιακά μια ολοκληρωμένη ανθρώπινη συναισθηματική ευφυία, σε σημείο που το μόνο που την ξεχωρίζει από την ανθρώπινη φύση είναι η έλλειψη φυσικού σώματος.

Η ταινία φωτογραφίζει την πολυπλοκότητα του έρωτα από πολλές διαφορετικές γωνίες. Η αγάπη ενός ανθρώπου με ένα λειτουργικό σύστημα αντιμετωπίζεται τόσο κοινωνικά, όσο και ενδοσχεσιακά. Αφενός, μπορούμε σαν περίγυρος να αποδεχτούμε σε κάποιον την ελευθερία να ερωτεύεται με κάθε είδους αποδέκτη; Ή είμαστε προορισμένοι να αντιλαμβανόμαστε την αγάπη μέσα από ανθρώπινες συμβάσεις, με κοινωνικούς εθιμικούς κανόνες, η απόσταση από τους οποίους επιφέρει την ταμπέλα του αφύσικου;

Πραγματικά, είναι ένα διφυές δίλημμα. Βλέποντας τον Τheodore και την Samantha να ερωτεύονται ο ένας τον άλλο, είναι σίγουρο ότι φαντάζει αφύσικο, για έναν άνθρωπο του οποίου οι συνισταμένες της κοσμοθεωρίας του είναι ολότελα διαφορετικές. Βιώνοντας όμως αυτές τις εικόνες από την οπτική γωνία των ηρώων, αντιλαμβανόμενοι την δική τους ιστορία, τις δικές του συνισταμένες και τις δικές τους ανάγκες, αρχίζει κανείς να κατανοεί πως η αγάπη για το οτιδήποτε είναι κάτι που μπορεί να κριθεί μονάχα κατά περίπτωση, και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να μπει σε καλούπια, είτε αυτά είναι κοινωνικά είτε ατομικά. Γιατί η κάθε αγάπη είναι εντέλει όσο διαφορετική και ιδιάζουσα, όσο είναι και ο κάθε άνθρωπος που την εκφράζει.

Αλλά και απαλλαγμένοι από την εξωτερική υπόσταση αυτού του ειδυλλίου, δεν είμαστε πλήρως απαλλαγμένοι από τα προβλήματα μιας τέτοιας σχέσης. Και αυτό γιατί θέλοντας και μη, η ανθρώπινη φυσική παρουσία είναι ένας ουσιαστικός παράγοντας μιας ανθρώπινης σχέσης. Πώς είναι λοιπόν δυνατό για έναν άνθρωπο να διατηρήσει μια σχέση με ένα άτομο που -υπό μια έννοια- δεν υπάρχει; Ίσως με έναν παρόμοιο τρόπο με τον οποίο διατηρεί κανείς μια σχέση με κάποιον που υπάρχει. Και αυτό γιατί, με κάποια έννοια, οι άνθρωποι που αγαπάμε δεν υπάρχουν, σαν φυσική παρουσία τουλάχιστον. Είναι οι εικόνες που υπάρχουν μέσα μας, οι ιστορίες που μαζί δημιουργούμε, οι αντιδράσεις που μας προκαλούνται μέσα από την συναναστροφή μας, που τελικά συναποτελούν αυτό που αισθανόμαστε ως έρωτας, και το εξωτερικό σώμα είναι μια απτή έκφραση αυτού. Όσο λοιπόν αυτή η εσωτερική ζύμωση συμβαίνει, όσο υπάρχει κάτι που εισχωρεί στο είναι μας και διαμορφώνει μια εικόνα η οποία τελικά γίνεται αναπόσπαστο κομμάτι μας, τότε μιλάμε για αγάπη, είτε ο δημιουργός της είναι αντιληπτός σαν φυσική παρουσία είτε όχι.

Η ταινία, ωστόσο, πραγματεύεται και μια ακόμη άποψη της αγάπης. Το πώς αυτή γεννιέται μέσα σε μια σχέση που συχνά είναι καταδικασμένη να τελειώσει. Τι απομένει λοιπόν από την αγάπη όταν λήγει μια σχέση; μια από τις πιο επώδυνες, ανθρώπινες παραδοχές: Η ανάγκη σταθερότητας της σχέσης, και το ασυμβίβαστο με την υπόσταση του ανθρώπου που είναι καταδικασμένος να διαστέλλεται. Να αλλάζει, να ωριμάζει, να προχωρά. Θα ήταν πράγματι μάταιο να υφίστατο η αγάπη μόνο στα πλαίσια μιας σχέσης, γιατί αυτό θα σήμαινε ότι αποτελεί απλώς μια στιγμιαία ανθρώπινη πράξη, που αρχίζει και τελειώνει με γνώμονα τις πραγματικές ανάγκες ενός ανθρώπου. Ωστόσο, εφόσον το να αγαπάς κάποιον αποτελεί μια εσωτερική δυναμική, που ζυμώνεται σε σημείο που να συναποτελεί το είναι σου, τότε μπορούμε να πούμε πως άπαξ και πραγματικά αγαπήσεις κάτι, δεν μπορείς να το «ξε-αγαπήσεις». Οι συνθήκες μπορεί να αλλάξουν, οι ανάγκες των ανθρώπων να μεταβάλλονται και να μην συμβαδίζουν πλέον μεταξύ τους, παρ’ όλα αυτά ένα κομμάτι αυτής της συναλλαγής πάντοτε παραμένει. Γιατί, όπως παραδέχεται και στο τέλος της ταινίας ο Theodore, κοιτάζοντας νοχελικά την πόλη τα ξημερώματα, σκεπτόμενος την πρώην γυναίκα του, “πάντα θα είσαι ένα κομμάτι του εαυτού μου, και σου είμαι ευγνώμων γι’ αυτό”.

To «Her», σε όλη του την επιστημονική φαντασιοπληξία και φαντασία, αποτελεί μια πρωτόγνωρα έντονη ανθρώπινη εμπειρία, που αγγίζει την πραγματική ουσία της αγάπης για το οτιδήποτε, από την αρχή, τη μέση, το τέλος, και για πάντα.

+ posts

Με λένε Δημήτρη Δανόπουλο. Σπουδάζω Νομική στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μ αρέσει να γράφω, να εκφράζω τη σκέψη μου σε ένα κείμενο στο οποίο ο καθένας μπορεί να έχει πρόσβαση και να αλληλοεπιδράσει μ΄ αυτό, κυρίως δε να συγκεντρώνω το χάος του κεφαλιού μου σε ένα οργανωμένο πλαίσιο. Το αν γίνεται να συμβαίνει πάντοτε αυτό, είναι άλλη υπόθεση...