Τα πρόβατα και οι ψεκασμένοι

Τα πρόβατα και οι ψεκασμένοι

Του Δημήτρη Κολίτση, φοιτητή της Νομικής Σχολής Αθηνών

«Έχουν μπλέξει τα μπούτια τους. Οι μισοί έτσι, οι άλλοι γιουβέτσι. Αυτά συμβαίνουν σε όσους πιστεύουν σε παραμύθια. Ανάλογα με το ποιος διηγείται το παραμύθι.». «Δεν πείθετε κανένα. Εμβόλιο για το οποίο έχει δοθεί πλήρη αποποίηση ευθυνών, που δεν προστατεύει τον πλησίον, που δεν σταματάει τα επώδυνα μέτρα, με υπό όρους έγκριση, που πήδηξε τα μισά στάδια ελέγχου, για μια γρίπη με θνητότητα κοινής εποχικής γρίπης, με υπάρχοντα φάρμακα για την αντιμετώπισή της, με πρόβλημα διπλής καταγραφής κρουσμάτων, με καταγραφή θανάτων ανθρώπων υπέργηρων με υπερκείμενα νοσήματα σε ποσοστό άνω του 95% ως θάνατοι από τον κορωνοϊό, με ενεργές αγωγές κατά του τεστ PCR για αμφίβολα αποτελέσματα. Θα πρέπει πολλοί να αρχίσουν να αναζητούν καλούς δικηγόρους.». «Η νοσοκόμα που έκανε το εμβόλιο και λιποθύμησε μπροστά στις κάμερες στο Τενεσί ζει;; Γιατί δεν λέτε κάτι γι’ αυτό;;».


Μπορεί η ανάγνωση σχολίων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να μην είναι μία ιδιαίτερα εποικοδομητική και φιλική προς την εσωτερική γαλήνη δραστηριότητα, εντούτοις, στην σύγχρονη εποχή της τεχνολογίας και της αστραπιαίας διάδοσης της πληροφορίας, αποτελεί, κατά την άποψη του γράφοντος, έναν από τους πλέον ενδεδειγμένους τρόπους να αφουγκράζεται κανείς τους παλμούς μίας κοινωνίας. Παλμοί οι οποίοι χτυπούν σε διάφορες συχνότητες, πράγμα θεμιτό στο πλαίσιο της δημοκρατικής πολυφωνίας, αλλά ταυτόχρονα επικίνδυνο αν αναλογιστεί κανείς το περιθώριο παραπληροφόρησης που ορθώνεται μέσω του βήματος που δίνουν οι κάθε λογής πλατφόρμες στον οποιονδήποτε. Εν είδει κοινωνικού πειράματος, λοιπόν, η συστηματική εξέταση διαφόρων σχολίων κατά τους τελευταίους μήνες προσφέρει ίσως ένα αρκετά αντιπροσωπευτικό δείγμα της λαϊκής αντίδρασης, είτε καφενειακής και συχνά ατεκμηρίωτης, είτε επιστημονικής και εύλογης κατά της επιταγές της αμφιβολίας.

Μια από τις χαρακτηριστικότερες γελοιογραφίες σχετικά με τους αντιεμβολιαστές και την πραγματικότητα. Μπορείτε να διαβάσετε και εδώ στον Φ.Κ. την ιστορία του αντιεμβολιαστικού κινήματος από το συντάκτη μας Μανώλη Θεοχάρη-> Το αντιεμβολιαστικό κίνημα

Στο πλαίσιο αυτής της «ιντερνετικής» Εκκλησίας του Δήμου, είναι πολλές φορές πασίδηλος ο διχασμός που προκαλούν στο κοινωνικό σύνολο τα ανά καιρούς φλέγοντα ζητήματα. Αν και σύνηθες φαινόμενο να διίστανται οι απόψεις για θέματα πολιτικά, οικονομικά ή κοινωνικά, είναι μάλλον αφύσικο και ταυτόχρονα εντυπωσιακό να συμβαίνει το ίδιο για ένα βιολογικό γεγονός, ήτοι για μία πανδημία. Από τον ίδιο τον ιό που την έχει προκαλέσει, μέχρι και όλα εκείνα που αναπόδραστα συνοδεύουν μία υγειονομική κρίση, όπως οι μάσκες, οι Μ.Ε.Θ., οι ειδικοί, οι καραντίνες, τα lockdown και τα εμβόλια, όλα αυτά τείνουν να απωλέσουν τον αντικειμενικό και χειροπιαστό τους χαρακτήρα και να καταλήξουν σε προαιρέσεις, απόψεις ή πεποιθήσεις που συγκεντρώνουν υποστηρικτές από την μία πλευρά και αρνητές από την άλλη∙ ακούμε για ανθρώπους που «δεν πιστεύουν» στον κορωνοϊό, για συμπολίτες μας που θεωρούν ότι τα μέτρα αντιμετώπισης δεν είναι λυσιτελή, ενώ ένα ανησυχητικό ποσοστό ατόμων απορρίπτει για σωρεία λόγων το άρτι αφιχθέν εμβόλιο.


Γιατί όμως; Τι είναι αυτό που κάνει την πανδημία και τα κρούσματα να φαντάζουν σαν «παραμύθι» και την αποτελεσματικότητα των μέτρων περιορισμού του κορωνοϊού να θεωρείται από πολλούς ως ένα «αφήγημα» της κυβέρνησης; Πώς γίνεται για ένα θέμα της Iατρικής και εν γένει της υγειονομικής σκηνής, η κοινή γνώμη να έχει χωριστεί σε δύο αντίπαλα και σφοδρώς συγκρουόμενα στρατόπεδα: αφενός, τα «πρόβατα» που βελάζοντας ανέμελα ακολουθούν χωρίς αντίρρηση τις επιταγές της εκτελεστικής εξουσίας και είναι πρόθυμα να θυσιάσουν τις ατομικές τους ελευθερίες στον βωμό μίας «κοινής εποχικής γρίπης», και αφετέρου τους «ψεκασμένους», που μέσω παρακμιακών ιστοσελίδων και περιθωριακών δηλώσεων υφαίνουν θεωρίες συνομωσίας για καταπιεστικούς δυνάστες, τσιπάκια παρακολούθησης και πλεκτάνες δισεκατομμυρίων;

Όταν η επιστήμη φτάνει σε άλλα επίπεδα… Συγκέντρωση διαμαρτυρίας αντιεμβολιαστών στο Σύνταγμα, οι οποίοι περιέργως έχουν εξαφανιστεί τους τελευταίους μήνες. Δίχως καμιά δημόσια παρουσία.

Ας ξεκινήσουμε με 2 επισημάνσεις. Πρώτον, όπως σε κάθε φαινόμενο πόλωσης που παρατηρείται σε μία κοινωνία, συγκεντρώνονται άτομα σε κάθε σημείο του φάσματος, από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές των επιστημονικών ευρημάτων, της επιτυχίας των lockdown και των ευεργετικών συνεπειών εμβολίων, μέχρι και τους πιο σκληροπυρηνικούς νιχιλιστές της κατάστασης που εξαπολύουν μομφές κατά κυβερνήσεων, φαρμακευτικών και λοιμωξιολόγων, καθιστώντας τους ενόχους μίας μηχανορραφίας της καθεστηκυίας παγκόσμιας τάξης. Πάντως, χωρίς βέβαια να τους βάζουμε όλους στο ίδιο τσουβάλι (2 τσουβάλια εν προκειμένω), ο διαχωρισμός μεταξύ των δύο στρατοπέδων είναι σαφέστερος από άλλες περιπτώσεις. Δεύτερον, κάθε κοινωνική παθογένεια είναι πολυπαραγοντική και μία μονοσήμαντη αιτιολόγηση δεν θα ήταν παρά μία υπεραπλούστευση των σύνθετων κοινωνικών ζυμώσεων και πολιτικών εξελίξεων που λαμβάνουν χώρα τον τελευταίο χρόνο. Για αυτό, δεν θα αναφερθούμε περαιτέρω σε παράγοντες όπως η παραπληροφόρηση και η καταστροφολαγνεία των ΜΜΕ, η καινοφάνεια του ιού και η έλλειψη επιστημονικών δεδομένων, η ελλιπής εξοικείωση με επιστημονικά θέματα και η ημιμάθεια, καθώς και άλλους πολλούς. Αντιθέτως, θα εστιάσουμε σε μία συγκεκριμένη πτυχή του ζητήματος που ίσως δεν έχει λάβει την δημοσιότητα που της αρμόζει: την πολιτικοποίηση της πανδημίας


Εξηγούμαι: ένα βιολογικό φαινόμενο, όπως, στην περίπτωση αυτή, ένα σωματίδιο, οι ιδιότητές του και η αλληλεπίδρασή του με τον άνθρωπο, συνήθως αποτελούν αντικείμενο μελέτης και πολύχρονης ιατρικής έρευνας, ο δε διάλογος περιορίζεται στην εξειδικευμένη επιστημονική κοινότητα και διατηρεί ύφος επαγγελματικό, με ανταλλαγή θεμελιωμένων επιχειρημάτων που βασίζονται σε επαληθευμένες επιστημονικές μεθόδους. Στην περίπτωση όμως του κορωνοϊού, χρειάστηκε η άμεση παρέμβαση ενός άλλου μέρους, ή ενός άλλου «κόσμου», θα έλεγε κανείς: της πολιτικής εξουσίας. Από την στιγμή που αυτή μπήκε στο παιχνίδι, η διαχείριση της πανδημίας θα οδηγούσε με νομοτελειακή ακρίβεια σε έναν πρωτοφανή «εθνικό διχασμό», διότι πλέον οι αναληφθείσες ενέργειες της εκάστοτε εξουσίας χάνουν τον χαρακτήρα των ιατρικώς ενδεδειγμένων αναγκαίων μέτρων και ξεθωριάζουν σε μία εύκολη λεία στα χέρια της εκάστοτε αντιπολίτευσης και γενικότερα των εκάστοτε πολιτικών αντιπάλων της κυβερνώσας δύναμης (να τονιστεί ότι τα πολιτικά πρόσημα είναι παντελώς ασήμαντα, ο θεσμικός ρόλος είναι που μετράει), οι οποίοι θα εκμεταλλευτούν την κατάσταση σπέρνοντας διχόνοια και αμφιβολίες για κάτι στο οποίο δεν χωρούν αξιολογικές σταθμίσεις, όπως χωρούν στην ρύθμιση της οικονομικής πολιτικής ή της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης. Αυτό, σε συνδυασμό με την δυσπιστία του ελληνικού λαού στους πολιτικούς ηγέτες και το τοξικό κομματικό περιβάλλον της χώρας, δημιουργούν ένα τρομακτικό ποσοστό πολιτών που είναι καχύποπτοι για τα ιατρικά δεδομένα, εκμηδενίζουν την χρησιμότητα των μέτρων και απαρνούνται το εμβόλιο. Οι δε προτάσεις ακόμη και των πλέον έγκριτων φορέων υγείας αποτελούν για την μερίδα αυτή αντιφάσεις, ψέματα και διαστρεβλώσεις που αποσιωπούν τις όποιες φωνές έχουν αντίθετη γνώμη.

Και λίγη σάτιρα ποτέ δεν κάνει κακό…


Οι πολιτικές προεκτάσεις μίας επιδημιολογικής κρίσης είναι σίγουρα υπερβολικά πολυδιάστατες για να αναλυθούν επαρκώς σε μερικές μόλις παραγράφους. Ωστόσο, το επιμύθιο αυτής της επισκόπησης ας είναι το εξής: όταν μία πανδημία εξελίσσεται σε πολιτικό διακύβευμα, όταν η υιοθέτηση μέτρων καθώς και η στηλίτευση αυτών εξυπηρετούν (και) πολιτικές σκοπιμότητες και όχι αποκλειστικά την νηφάλια, επιστημονικώς «αγνή» καταπολέμηση του ιού, όταν η αντιμετώπιση ενός παθογόνου μικροοργανισμού τίθεται στο έλεος του (κακώς εννοούμενου) δημοσίου διαλόγου και των μπακαλίστικων εκτιμήσεων σχετικά με πολύπλοκα δεδομένα, τότε τα πράγματα θα οδηγήσουν το δίχως άλλο σε έναν μοντέρνο διχασμό. Όταν η επιστήμη μπλέκεται με την πολιτική, σε μία χώρα με όλα τα σωστά συστατικά, όπως η Ελλάδα, τότε θα υπάρχουν τα «πρόβατα» και οι «ψεκασμένοι».

+ posts