Του Ανδρέα-Γεώργιου Σκίννερ, εξωτερικού μας συνεργάτη και φοιτητή στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Ιστορίας (Πάντειο Πανεπιστήμιο)
Το τέλος του 2021 βρήκε το Κίνημα Αλλαγής στο επίκεντρο της πολιτικής επικαιρότητας, με την απώλεια της Προέδρου του, Φώφης Γεννηματά, τις εσωκομματικές εκλογές και την ανάδειξη νέου Προέδρου, του Νίκου Ανδρουλάκη, όπως και με τη μεγάλη άνοδο του κόμματος στις δημοσκοπήσεις. Συγκεκριμένα, οι πολιτικοί αναλυτές των ΜΜΕ έσπευσαν να αιτιολογήσουν τα μεγάλα ποσοστά του ΚΙΝΑΛ και να τα αποδώσουν στον Νίκο Ανδρουλάκη, ωσάν να υπάρχει στην κοινωνία κάποιο «Androulakis effect»· στο πρώτο μέρος αυτού του άρθρου, έχει αποδειχθεί ότι κάτι τέτοιο δεν είναι σωστό, καθώς συνέτρεχαν πολλοί παράγοντες, ώστε το ΚΙΝΑΛ να ανεβαίνει από τον Σεπτέμβρη κι έπειτα, ασχέτως Ανδρουλάκη.
Υπάρχει, όμως, «Androulakis effect»; Υπάρχει σίγουρα στον Τύπο: αμέσως μετά την εντελώς απρόβλεπτη ήττα του Ανδρέα Λοβέρδου, ο Τύπος ασχολήθηκε πολύ με τον Νίκο Ανδρουλάκη, όχι μόνο ως εσωκομματικό θριαμβευτή, αλλά και ως το τέλος του ΣΥΡΙΖΑ. Η εστίαση γύρω από το πρόσωπό του ξεπέρασε και τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Αλέξη Τσίπρα, σαν αποζημίωση για τη σχεδόν μηδενική αναφορά του στα ΜΜΕ κατά το επταετές «αγροτικό» του στις Βρυξέλλες.
Στην κοινωνία, όμως, υπάρχει; Κοιτώντας ξανά τις Τάσεις της MRB για τον Δεκέμβριο του 2021, φαίνεται ότι το 30,4% των ερωτηθέντων εξέφρασε ευνοϊκή γνώμη για τον Νίκο Ανδρουλάκη, ενώ για τον Αλέξη Τσίπρα, Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, το ποσοστό ήταν 30,7%· εντούτοις, θα ήταν λάθος το ποσοστό αυτό να ερμηνευθεί ως έκφραση του Androulakis effect και ως ανακατάταξη στο πολιτικό σκηνικό της χώρας: μολονότι ο Ανδρουλάκης είναι ο μόνος πολιτικός αρχηγός με περισσότερες ευνοϊκές γνώμες απ’ ό,τι αρνητικές, είναι επίσης ο μόνος πολιτικός αρχηγός για τον οποίο η πλειοψηφία των ερωτηθέντων δεν εκφέρει άποψη: όχι μόνο το 36,4% που «δεν μπορεί να δώσει βαθμό», αλλά και το 19,4% που «δεν γνωρίζει το πρόσωπο αυτό»!
Παραμένει, όμως, αξιοσημείωτο το 30,4%. Πού μπορεί να αποδοθεί το ποσοστό αυτό; Ίσως στις θέσεις και απόψεις ενός πολιτικού αρχηγού. Αυτές, όμως, σε μεγάλο βαθμό, είναι άγνωστες στην κοινωνία. Από το 2013, που εξελέχθη Γραμματέας του ΠΑΣΟΚ επί Βενιζέλου, έως σήμερα, έχει ελάχιστες δημόσιες τοποθετήσεις. Ακόμα και από το 2014, όταν πια ήταν Ευρωβουλευτής, το όνομα «Νίκος Ανδρουλάκης» απουσιάζει σχεδόν απόλυτα από τον Τύπο. Μόλις στα τέλη του 2017 άρχισε να αναφέρεται το όνομά του, ενόψει της ίδρυσης του Κινήματος Αλλαγής. Κατόπιν, όμως, της νίκης της Φώφης Γεννηματά και την εδραίωση της μετριοπαθούς πτέρυγας του ΠΑΣΟΚ στην ηγεσία του κόμματος, ο Ανδρουλάκης επέστρεψε στην αφάνεια μέχρι και τις εσωκομματικές εκλογές του 2021.
Όμως, το γεγονός ότι μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2021, η πλειοψηφία των πολιτών δεν άκουγε το όνομα του Νίκου Ανδρουλάκη, ενδέχεται να είναι ακριβώς η αιτία αυτού του 30,4%. Σε αντίθεση με τους υπόλοιπους πολιτικούς αρχηγούς, ο Πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ δεν έχει εκφραστεί δημόσια για τα ζητήματα που αφορούν την ελληνική κοινωνία, με αποτέλεσμα ο κόσμος να μην έχει προλάβει να διαφωνήσει μαζί του ή να σχηματίσει αρνητική εικόνα για αυτόν. Το ίδιο ισχύει και σε σύγκριση με τους επιλαχόντες των εκλογών, Γιώργο Παπανδρέου και Ανδρέα Λοβέρδο, οι οποίοι έχουν βιώσει μεγάλη φθορά, ο πρώτος ως ο Πρωθυπουργός των μνημονίων και ο δεύτερος ως ο Υπουργός της Δεξιάς και της Νοβάρτις.
Και μάλιστα, οι θετικές κρίσεις προς τον Ανδρουλάκη, όπως και η άνοδος του ΚΙΝΑΛ, ενδέχεται να αποτελούν «επιβράβευση» στο κόμμα που απέφυγε την εκλογή ενός εκ των πιο φθαρμένων υποψηφίων, αλλά και των πιο πολιτικοποιημένων: ο Λοβέρδος είναι χαρακτηριστικά «δεξιός» για το ΠΑΣΟΚ, ενώ ο Παπανδρέου είναι Πρόεδρος άλλης συνιστώσας, του ΚΙΔΗΣΟ, που παρουσιάζεται πιο αριστερό· εκεί, άλλωστε, οφείλονται οι εκτιμήσεις για πρόσδεση του ΚΙΝΑΛ σε ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα σε περίπτωση νίκης ενός εξ αυτών.
Μία άλλη πτυχή του ζητήματος είναι πως εκτός από άγνωστος, ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι και (σχετικά) νέος και καινούργιος, και πολιτεύθηκε με το σύνθημα της «ανανέωσης». Σε μία κοινωνία που αναζητά την αλλαγή, ένα πρόσωπο άγνωστο, νέο και καινούργιο μπορεί εύκολα να φανεί ο φορέας της αλλαγής αυτής και να προσδώσει τέτοια χροιά στο κόμμα του, κάτι που οι (πολύ) παλιοί συνυποψήφιοί του δε θα μπορούσαν.
Ένα άλλο στοιχείο, του οποίου φορέας μπορεί να φανεί ο Νίκος Ανδρουλάκης, αλλά θα ήταν δύσκολο να εκφραστεί από τους αντιπάλους του, είναι αυτό της «υπεύθυνης αντιπολίτευσης», της στρατηγικής που ακολουθεί το ΚΙΝΑΛ από την ίδρυσή του, με στόχο (αυτή την στιγμή) την εναντίωση και στη Δεξιά της ΝΔ και την Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ και την εδραίωσή του στον χώρο του Κέντρου. Η στρατηγική αυτή, της ταυτόχρονης αντιπολίτευσης και στην Κυβέρνηση και στη στάση του ΣΥΡΙΖΑ, επιτρέπει στο ΚΙΝΑΛ να ακολουθεί συνήθως τη γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να φαίνεται «ουρά του», όμως απαιτεί ένα πρόσωπο αξιόπιστο. Ο Ανδρουλάκης, ως άγνωστος και άφθαρτος, μπορεί να μην εμπνέει εμπιστοσύνη, αλλά σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές του, εντός και εκτός ΚΙΝΑΛ, δεν εμπνέει ούτε δυσπιστία.
Είναι, όμως, κάπως δύσκολο, να υπάρχει «Androulakis effect» με βάση του τι δεν είναι ο Ανδρουλάκης. Η συσπείρωση συνήθως πραγματοποιείται γύρω από θετικά σημεία αναφοράς, του εἶναι και του πράττειν, όχι αρνητικά σαν το οὐκ εἶναι και το οὐ πράττειν. Ο κόσμος ψηφίζει «αρνητικά» και συσπειρώνεται γύρω από αρνητικά σημεία αναφοράς μόνο σε περιπτώσεις έντονης πόλωσης και δικομματισμού, ώστε ένα τρίτο κόμμα πολύ δύσκολα μπορεί να εκμεταλλευτεί αυτήν την κατάσταση. Άλλωστε, αυτό θα ήταν ένα «not Mitsotakis, Tsipras, Loverdos or Papandreou effect».
Δεδομένης, όμως, της ανόδου του ΚΙΝΑΛ πολύ πριν την εκλογή του Προέδρου του, θα μπορούσε αυτό που παρουσιάζεται ως «Androulakis effect» να είναι αποτέλεσμα κεκτημένης ταχύτητας, η οποία οφείλεται φυσικά στις εσωκομματικές εκλογές του κόμματος, αλλά και την απώλεια της Φώφης Γεννηματά. Ένας σημαντικός επικουρικός παράγοντας είναι τα ΜΜΕ: ακολουθεί πίνακας με τον αριθμό δημοσιευμάτων ανά μήνα, ενδεικτικά στη διαδικτυακή Εφημερίδα των Συντακτών, που αφορούν το ΚΙΝΑΛ και ειδικότερα (σε παρένθεση) τις εσωκομματικές του διαδικασίες:
ΙΑΝ | ΦΕΒ | ΜΑΡ | ΑΠΡ | ΜΑΙ | ΙΟΥΝ | ΙΟΥΛ | ΑΥΓ | ΣΕΠ | ΟΚΤ | ΝΟΕ | ΔΕΚ |
42 (12) | 44 (4) | 36 (2) | 43 (11) | 46 (7) | 47 (9) | 33 (5) | 27 (0) | 57 (30) | 102 (70) | 121 (99) | 84 (81)* |
Είναι ξεκάθαρο ότι, ενώ στις αρχές του έτους η επικαιρότητα του ΚΙΝΑΛ αποτελείτο το πολύ κατά ¼ από τις εσωκομματικές του εκλογές, στο τελευταίο τετράμηνο του 2021 ξεπέρασε τα ¾. Ταυτόχρονα, η συνολική αρθρογραφία ανά μήνα για το κόμμα σχεδόν τριπλασιάζεται, ενώ άνευ των περί εκλογών άρθρων τελικά υποδιπλασιάζεται, ώστε οι εκλογές να αποτελούν κομβικό παράγοντα στην «ειδησεογραφική άνοδό» του.
Αυτή η άνοδος είναι λογικό να αποτελεί συστατικό στοιχείο και της δημοσκοπικής του ανόδου, καθώς προσφέρει στην κοινωνία πρόσβαση στο ΚΙΝΑΛ και στο ΚΙΝΑΛ πρόσβαση στην κοινωνία. Πιο συγκεκριμένα, όσο περισσότερο πληροφορείται κανείς για ένα κόμμα, τόσο περισσότερο νιώθει ότι το γνωρίζει και τόσο πιο κοντά του θεωρεί ότι είναι. Το ίδιο φαινόμενο εμφανίζεται και με την ίδια τη διαδικασία των εκλογών και της συμμετοχής στις εσωκομματικές διαδικασίες.
Χωρίς, όμως, τις εσωκομματικές εκλογές, χωρίς την αυξημένη κάλυψη των ΜΜΕ και χωρίς, φυσικά, «Androulakis effect», η κεκτημένη ταχύτητα του ΚΙΝΑΛ δεν έχει κάτι να τη διατηρήσει, σημαίνοντας πως το ΚΙΝΑΛ σύντομα θα «πιάσει ταβάνι», αν δεν το έχει πιάσει ήδη. Εκεί θα συναντήσει την πρόκληση της διατήρησης των ποσοστών, η οποία ίσως είναι πιο δύσκολη από την αύξησή τους. Το ΚΙΝΑΛ και, ειδικότερα, ο Νίκος Ανδρουλάκης θα πρέπει να βρει κάτι καινούργιο που ξεχωρίζει και από τη Νέα Δημοκρατία και από τον ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο, όπως ήταν και πριν τις εκλογές.
Παράλληλα, ο Νίκος Ανδρουλάκης θα πρέπει αφενός να τοποθετηθεί και να ενσωματωθεί στην ελληνική πολιτική σκηνή και αφετέρου να διατηρήσει τα ποσοστά του, τα οποία, όμως, οφείλονται στο γεγονός ότι είναι άγνωστος. Συνεπώς, οι δύο στόχοι είναι αντιφατικοί: είτε ο Ανδρουλάκης θα παραμείνει άγνωστος, ώστε να μη διαφωνήσει κανείς μαζί του, αλλά ούτε και να συμφωνήσει, είτε θα ξεκαθαρίσει την ταυτότητά του, ώστε να συμφωνήσει το κοινό μαζί του, αλλά και να διαφωνήσει. Σε κάθε περίπτωση, το ΚΙΝΑΛ θα δυσκολευτεί να μην «χάσει» ποσοστιαίες μονάδες.
Τέλος, με τον Αλέξη Τσίπρα να ζητάει εκλογές, δημιουργούνται οι όροι συσπείρωσης των δύο μεγάλων κομμάτων. Αυτό ωφελεί πιο πολύ τον ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου οι απώλειες συνοδεύτηκαν με την άνοδο του ΚΙΝΑΛ, καθώς καλεί την αντιστροφή αυτής της κίνησης, ενώ ταυτόχρονα θέτει τον εαυτό του ως τον πόλο συσπείρωσης του αντι-ΝΔ αισθήματος στην κοινωνία, όπως αντιστοίχως έκανε η ΝΔ το 2019. Μάλιστα, με τη διαγραφή του Παναγιώτη Κουρουμπλή, αρχίζει να χτίζει ένα «υπεύθυνο» προφίλ, στερώντας από το ΚΙΝΑΛ το κύριό του επιχείρημα. Καλώντας δε και το ΚΚΕ, και το ΜέΡΑ 25, αλλά και το ΚΙΝΑΛ σε μία προοδευτική συγκυβέρνηση, εκθέτει το ΚΙΝΑΛκαι το αναγκάζει να επιλέξει ανάμεσα στη συμφωνία με τον ΣΥΡΙΖΑ ή στην εγκατάλειψη της χώρας στο έλεος της Δεξιάς.
Και οι εκλογές θα γίνουν. Το χάος των τελευταίων ημερών, ελέω κορωνοϊού και «Ο», αναπόφευκτα θα προκαλέσουν ακόμα μεγαλύτερη φθορά, ώστε η Νέα Δημοκρατία να αναγκαστεί σύντομα να προσφύγει στις κάλπες, προσπαθώντας να περιορίσει τις απώλειές της και προς τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ. Και οι εκλογές θα οδηγήσουν, όπως πάντα, στην οριστικοποίηση των αποφάσεων των ψηφοφόρων. Αυτό σημαίνει και των αναποφάσιστων, οι οποίοι αποτελούν σε πολύ μεγάλο βαθμό πρώην ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ που θα επιστρέψουν σε αυτόν, όπως και το 2019, αλλά ακόμα και κάποιων ψηφοφόρων που δηλώνουν ως προτίμηση ψήφου κάποιο μικρότερο κόμμα, ακόμα και το ΚΙΝΑΛ.
Κλείνοντας, το γεγονός ότι πολλοί στο ΚΙΝΑΛ βλέπουν και προωθούν τον Νίκο Ανδρουλάκη ως αντι-Τσίπρα, συνεχίζοντας στη λογική της «στρατηγικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ», του «υπαρξιακού αντιπάλου» του κόμματος, αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο για το ΠΑΣΟΚ, καθώς θέτει το ΚΙΝΑΛ ως αντι-ΣΥΡΙΖΑ. Συνεπώς, αν δεν καταφέρει με κάποιον τρόπο να «νικήσει» τον ΣΥΡΙΖΑ, θα αποτελεί πια αποτυχημένο κόμμα που δεν κατάφερε να πετύχει τον τελευταίο του στόχο. Και θα είναι ο τελευταίος· ο στόχος αυτός είναι υπαρξιακός, ως η αποτυχία θα είναι επίσης υπαρξιακή. Αν ο Ανδρουλάκης αποτύχει ως αντι-Τσίπρας, αν το ΚΙΝΑΛ αποτύχει ως αντι-ΣΥΡΙΖΑ, το μόνο που θα του έχει μείνει είναι η επιστροφή στην εσωστρέφεια, η αποσυσπείρωση και η σμίκρυνση. Αυτό που καθυστέρησε η Φώφη Γεννηματά. Αλλά, όπως ο Ζαμάνης στον Πανιώνιο, καθυστερώντας την πτώση, την κάνεις χειρότερη· ναι γαρ τη μετατρέπεις σε διάλυση. Αυτό θα είναι, πράγματι, the Androulakis effect.