Του Κωνσταντίνου Σερπέζη, πρώην μαθητή Λυκείου. Πρωτοετής φοιτητής πλέον, ο Φ.Κ. του εύχεται καλή επιτυχία και καλά αποτελέσματα στις Πανελλήνιες.
Υπάρχει κάτι φαινομενικά αδιάφορο για τους Αθηναίους· το έχουν δει τόσες φορές, ώστε πια να μην τους κάνει καμία εντύπωση, τόσο οπτικά, όσο και σημασιολογικά, από ιστορικό-κοινωνικής πλευράς και σκοπιάς λαϊκού πολιτισμού. Ο λόγος για την πλατεία Μοναστηρακίου, στην καρδιά της πόλης των Αθηνών. Πέραν της ομορφιάς της, με τα εμπορικά-τουριστικά σοκάκια, τον vintage σταθμό, την βιβλιοθήκη του Αδριανού και τα τρία-τέσσερα σουβλατζίδικά κολλητά το ένα πάνω στο άλλο, υπάρχει ένα μυστικό τόσο φανερά διατυπωμένο πάνω στο πλακόστρωτο…κι όμως παραμένει μυστικό!
Αν προσέξει κανείς την πλατεία από την οδό Ερμού, στα σκαλάκια της, θα δει την εκκλησία της Παναγίας Παντάνασσας (=βασίλισσας των πάντων). Ελληνορθόδοξος ναός, βυζαντινού τύπου και δεν συμμαζεύεται. Είναι, ωστόσο, η πρώτη μόνο από τις θρησκείες που θα συναντήσει κάποιου το μάτι στο τοπίο που απλώνεται μπροστά του.
Στο βάθος δεν γίνεται να μην πέσει το βλέμμα στην Ακρόπολη, με τον Παρθενώνα να δεσπόζει επιβλητικός, όπως ακριβώς αρμόζει στο ιστορικό σύμβολο των Αθηνών να είναι. Ένας μοναδικός ναός, που στέκει ακόμα μετά από αιώνες κακουχιών και κακής συμπεριφοράς των τόσων λαών (μα και μεμονωμένων τυχοδιωκτών) που πάτησαν, κατέστρεψαν και λεηλάτησαν το πεντελικό του μάρμαρο και τους δωρικούς του κίονες. Κι όμως είναι ακόμα εκεί και μιλάει, λέει τα βιώματά του σε όποιους διαβάτες περνούνε και έχουν την καλή διάθεση να ακούσουν αυτόν τον «παππού». Δεύτερη στάση στην ιστορία της θρησκείας της πόλης.
Τρίτη και τελευταία στάση είναι το χαρακτηριστικό κτήριο της πλατείας του Μοναστηρακίου. Δίπλα ακριβώς από τα ερείπια της βιβλιοθήκης του Αδριανού, απέναντι από τον σταθμό, βλέπει ο επισκέπτης το Τζαμί Τζισδαράκη. Νυν μουσείο νεότερου ελληνικού πολιτισμού. Η ίδια η πλατεία και η θέα της, ο Παρθενώνας, αποτελούν ένα ταξίδι στον χρόνο. Κάτι το μαγικό που ξεκινάει με το τώρα και τον χριστιανισμό του σήμερα, περνάει στο χτες και στο Ισλάμ της τουρκοκρατούμενης Αθήνας, για να καταλήξει εν τέλει στο τόσο πριν που είναι ο παγανισμός και ο δωδεκαθεϊσμός του τότε, με τον ναό της Αθηνάς να δεσπόζει στο βάθος.
Και είναι αυτό το σημείο που δέχεται τόσους πολλούς επισκέπτες κάθε μέρα, κάθε χρόνο και μαζί τόσους πολλούς Αθηναίους και Έλληνες, το οποίο έχει να «πει» τόσα πολλά, μα αγνοείται τόσο επιδεικτικά. Μέσα σε αυτήν την αδιάφορη στάση προς το σημείο που «οι τρεις θρησκείες ενώνονται», εντάσσω και εμένα. Πρώτη φορά που συνειδητοποίησα αυτήν την «θεολογική συνάντηση» ήταν πριν λίγο καιρό, όταν άκουσα μια ξεναγό να το αναφέρει σε ένα γκρουπ από τουρίστες. Η πρώτη μου κίνηση ήταν, αφού κρυφάκουσα,… να πάω στην αρχή της πλατείας, να σταθώ εκεί και να κοιτάξω αυτό για το οποίο άκουσα, ίσως για πρώτη φορά στις τόσες βόλτες μου εκεί πιο προσεκτικά. Και το αντίκρισα!
Η πόλη και η ιστορία που μας λέει είναι εκεί, πρέπει μόνο να την αφουγκραστούμε και να την προσέξουμε.