Με αφορμή την γενικότερη (και δικαιολογημένη) οργή που έχει συσσωρευθεί το τελευταίο διάστημα έναντι της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η οποία δρα σύμφωνα με το δόγμα «Νόμος και Tάξη», μπήκα σε σκέψεις σχετικά με τον τρόπο κατά τον οποίο αυτή η οργή θα μπορούσε να εκφραστεί στην κάλπη. Σε ποιο κόμμα, με άλλα λόγια, στις επόμενες εκλογές, οι οποίες μάλιστα θα πραγματοποιηθούν υπό καινούργιο καθεστώς (απλή αναλογική), ο κόσμος θα εναπόθετε τις ελπίδες του. Και το μυαλό μου αμέσως πήγε στο κόμμα που κατέχει τον τίτλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το οποίο κρατούσε στα χέρια του την διακυβέρνηση της χώρας για 4.5 χρόνια περίπου, τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α.
Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α, με το αριστερό προσωπείο του, κατόρθωσε στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου του 2015, να σκαρφαλώσει στο 36,34% επί των συνολικών ψήφων και να λάβει την διερευνητική εντολή από τον ΠτΔ για να σχηματίσει κυβέρνηση. Πέντε χρόνια μετά, είναι εύλογο να αναρωτιέται κάποιος, πως ο κομματικός φορέας που είχε ως βασικό σύνθημα «Η ελπίδα έρχεται», έχει κάνει τόσα βήματα προς τα πίσω, όχι τόσο στα εκλογικά νούμερα αλλά κυρίως στις συνειδήσεις της δεξαμενής των ψηφοφόρων από τα αριστερά και από την μεσαία τάξη.
Λαμβάνοντας υπόψιν τα εκλογικά αποτελέσματα και τις συνιστώσες που γεννήθηκαν από την διάσπαση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α το καλοκαίρι του 2015, θα αντιληφθεί κανείς πως το ποσοστό του Συνασπισμού δεν μεταβλήθηκε σε πλαίσια πέραν του φυσιολογικού. Ένας όμως εξίσου σημαντικός παράγοντας που δεν πρέπει να λησμονηθεί συνιστούν οι συνθήκες υπό τις οποίες οι πολίτες μετέβησαν στις κάλπες. Με λίγα λόγια, το 2015 ο Ελληνικός λαός στήριξε τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. έναντι της Νέας Δημοκρατίας, ενώ το καλοκαίρι του 2019, κομμάτι του εκλογικού σώματος στήριξε τον Αλέξη Τσίπρα έναντι του Κυριάκου Μητσοτάκη, σε μια καθαρά προσωποκεντρική αναμέτρηση.
Ο κόσμος της Αριστεράς παρότι στήριξε και πάλι τον εν λόγω πολιτικό φορέα, σε καμία των περιπτώσεων δεν φέρεται να έμεινε ικανοποιημένος από την περίοδο διακυβέρνησής του και για αυτό φυσικά υπάρχουν σοβαροί λόγοι που προέκυψαν στην τετραετία. Ένας τέτοιος δεν θα μπορούσε να μην είναι η συνεργασία, δύο φορές μάλιστα, με το «ακροδεξιό» κόμμα Ανεξάρτητοι Έλληνες, με επικεφαλή τον Πάνο Καμμένο.
Η 4ετής αυτή συνδιαλογή τους, αποτέλεσε δικαιολογημένα πολλές φορές αίτιο αντιπαράθεσης στον κόσμο της Αριστεράς, που είδε 2 φορές εν μια νυκτί να αλλάζει το ιδεολογικό πρόσημο μιας, εκλεγμένης από τον λαό, κυβέρνησης.
Βέβαια, σε αυτή την «σπεπτικιστική» στάση του κόσμου της Αριστεράς, συνέβαλε και η υιοθέτηση της ΝΑΤΟικής και Αμερικανικής γραμμής. Πιο συγκεκριμένα, περίπου στις αρχές της δεκαετίας, ο Αλέξης Τσίπρας είχε χαρακτηρίσει το ΝΑΤΟ ως ένα δημιούργημα το οποίο δεν έχει ουσιαστικά κανένα λόγο ύπαρξης. Φυσικά, σε αντιδιαστολή με τις πάλαι ποτέ πεποιθήσεις του, επί της θητείας του αποκάλεσε τον Ντόναλντ Τραμπ (πρόεδρος των Η.Π.Α.) «διαβολικά καλό» ενώ οι εισφορές στο ταμείο του ΝΑΤΟ κατά το ίδιο χρονικό διάστημα έφτασαν έως και τα 4 δισεκατομμύρια ευρώ ανά έτος, ένα αρκετά σεβαστό ποσό σε σχέση με το ΑΕΠ της χώρας.
Αυτά τα δύο φαντάζουν πταίσματα βέβαια μπροστά στην μη τήρηση των προεκλογικών του υποσχέσεων. Ουδέποτε καταργήθηκε ο ΕΝΦΙΑ, ουδέποτε δεν διεγράφη κανένα μνημόνιο με ένα νόμο και ένα άρθρο, ουδέποτε άσκησε την αντί-ΕΕ πολιτική , αντιθέτως υιοθέτησε πλήρως την στάση και την γραμμή της στα θέματα που προέκυψαν ανά χρονικές περιόδους (όπως το αξέχαστο κοινό ανακοινωθέν των κρατών-μελών της ΕΕ για την 9η Μαΐου του 2019). Και φυσικά, αλησμόνητη παραμένει η ψήφιση του 3ου προγράμματος στήριξης, όπως ειπώθηκε από τα κυβερνητικά στελέχη, ενώ στην πραγματικότητα δεν ήταν τίποτα άλλο πέρα από ένα ακόμα μνημόνιο αντιλαϊκών μέτρων. Σε αυτό το σημείο αξίζει να τονίσουμε πως η εν λόγω συμφωνία πέρασε από την Βουλή μετά την χείρα βοηθείας που έδωσε η Νέα Δημοκρατία. Δίχως αυτήν και σε συνδυασμό με τις διαρροές που προέκυψαν και εν τέλη οδήγησαν σε πρόωρες εκλογές την χώρα, δεν θα είχε αποσπαστεί το απαραίτητο νούμερο των 150 Βουλευτών, ώστε το νέο πρόγραμμα στήριξης να καταστεί έγκυρο
Τον Ιανουάριο του 2015, ο κουρασμένος Ελληνικός λαός, ύστερα από μια 5ετία σκληρής δημοσιονομικής πολιτικής, ήλπιζε πως οι νέοι κάτοχοι των εκτελεστικών αρμών της εξουσίας, θα έκαναν πράξη τα λεγόμενά τους και θα έβαζαν μπρος για ένα καλύτερο μέλλον. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως η μερίδα του λέοντος όσων δεν στήριξαν τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α το 2015, είχε μια επιεική στάση εναντίον του, τουλάχιστον τους πρώτους μήνες. Διότι και αυτός ο κόσμος πίστευε. Εν τέλη, αυτές οι ωραιοποιημένες ελπίδες αποδείχτηκαν λανθασμένες, καμία διαφθορά δεν πατάχτηκε, καμία ρήξη με τους «μεγαλοτσιφλικάδες» δεν πραγματοποιήθηκε. Έγινε απλώς, άλλο ένα κόμμα που εφάρμοσε αντιλαϊκή πολιτική. Διότι όταν οι προεκλογικές εξαγγελίες κατά επανάληψη δεν γίνονται επιταγές, σημαίνει ένα πράγμα μόνο: το ποτήρι της εξουσίας, είναι το κώνειο των λαών.
Tο όνομά μου είναι Κωνσταντίνος-Διονύσιος Ρουκανάς, κάτι που δεν ήταν επιλογή μου. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο νησί της Ζακύνθου, πάλι, χωρίς να το επιλέξω. Κατάφερα να γίνω
φοιτητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς, με σκοπό να πολεμήσω το οικονομικό σύστημα από μέσα. Βέβαια τώρα, σκέφτομαι ήδη τρόπους να το υπηρετήσω μελλοντικά. Αυτό ενδέχεται όμως να είναι μια επιλογή μου.
Επιλογή μου σίγουρα, πάντως, ήταν να μπω στην ομάδα του Φοιτητικού
Κόσμου, διότι από την μία η ενασχόληση με την δημοσιογραφία και την αθλητικογραφία αποτελεί μια ουτοπία που θα ήθελα να ζήσω, από την άλλη η γενικότερη δομή της ιστοσελίδας βασίζεται πάνω σε αρχές οι οποίες έχουν βασικό ρόλο στην δική μου ιδιαίτερη κοσμοθεωρία. Η απορία που έχω, ωστόσο, είναι για πόσο καιρό τα παιδιά της ομάδας θα αντέξουν ένα άτομο που δεν έχει υπάρξει σοβαρό ποτέ στην ζωή του για πάνω από 1 λεπτό.
Ίσως, όταν παίζει η ομάδα μου, η ΑΕΚ, κι είναι δύσκολα τα πράγματα γίνομαι υπερβολικά σοβαρός, σε βαθμό να ξεχνάω τις προτεραιότητες που υποτίθεται πως έχω θεσπίσει στην ζωή μου.