«Τύφλωσις»: Το χρονικό μίας νέας πανδημίας

«Τύφλωσις»: Το χρονικό μίας νέας πανδημίας

17/08/21: 300η ημέρα από την έναρξη της πανδημίας

Σήμερα αποφάσισα να βγω από το σπίτι αψηφώντας τον αποπνιχτικό καύσωνα. Από τότε που ανακοινώθηκε και επίσημα η διασπορά της πανδημίας στη χώρα μας ελάχιστες φορές έχω βγει έξω με το φως της μέρας. Αυτό το φως που χιλιάδες άνθρωποι δεν μπορούν πλέον να δουν εξαιτίας της νόσου. Όσοι κολλήσουν τον νέο ιό δεν μπορούν να δουν πια, καθώς αυτός εκφυλίζει κυρίως τα οπτικά νεύρα και προκαλεί τύφλωση. Άλλωστε για αυτό η πανδημία ονομάστηκε «Tyflosis-21», επειδή όσοι νοσούν χάνουν το φως τους.

Το μπλουζάκι μου κολλάει στο ιδρωμένο μου δέρμα και με βαραίνει, ενώ οι μαύρες μπούκλες των μαλλιών μου αγκιστρώνονται στον ποτισμένο με αλμυρό χυμό λαιμό μου και με ζώνουν σα φίδια. Περπατάω με γοργό ρυθμό. Περπατάω χωρίς να ξέρω πού πηγαίνω. Πού και πού σηκώνω το μαντήλι -που επιβάλλεται να φορούν στα μάτια όσοι δεν έχουν κολλήσει- για να επιβεβαιώνω πως διατηρώ την πορεία μου.

Η πόλη έχει ερημώσει: έτσι μπορώ να συμπεράνω κάτω από τις κλεφτές ματιές που ρίχνω όταν ανασηκώνω με βιαστικές κινήσεις το ύφασμα που καλύπτει τα μάτια μου. Όλοι οι χώροι και τα μαγαζιά έχουν κλείσει και αφεθεί στο έλεος της Τyflosis-21. Χτες άκουσα στο ραδιόφωνο πως κάποιοι έφηβοι έκαναν επιδρομή στο κλειστό σούπερ-μάρκετ και έκλεψαν όσα τρόφιμα μπορούσαν. Σκεφτόμουν να κάνω το ίδιο, αφού όλα τα καταστήματα ανεφοδιασμού τροφίμων έχουν παραμείνει κλειστά εδώ και 300 μέρες, αλλά με σταμάτησε κάτι μέσα μου τελευταία στιγμή.

Φοβάμαι πολύ. Φοβάμαι πολύ, ωστόσο πολύ λιγότερο από πριν. Πριν φοβόμουν να μην κολλήσεις Εσύ τον ιό και πάψεις να μπορείς να βλέπεις πια. Τώρα πια αυτός ο φόβος μου επιβεβαιώθηκε και κάτι ράγισε μέσα μου. Πλέον φοβάμαι μην κολλήσω εγώ γιατί τότε δεν θα μπορώ να σε κοιτάζω και να βλέπω όσα οι άλλοι δεν μπορούν· τις ρυτίδες γέλιου στο πλάι των ματιών σου όταν χαμογελάς, το δίκτυο των φλεβών στους καρπούς σου που μοιάζει με εκβολές ποταμού, την ελιά στο πίσω μέρος του λαιμού σου. Η σκέψη αυτή με κάνει να ξυπνάω τα βράδια σύγκορμη, να ουρλιάζω από απελπισία και να παραδίνομαι σε αργόσυρτα αναφιλητά μέχρι το πρωί. Φοβάμαι στ΄ αλήθεια πολύ.

Μετά από τόσο περπάτημα έχω φτάσει στη θάλασσα. Τραβάω διστακτικά το μαντήλι μου και διαπιστώνω με ανακούφιση πως είμαι εντελώς μόνη μου. Κοιτάω τον ήλιο ο οποίος με νωχελικές κινήσεις ετοιμάζεται να σμίξει με το νερό. Κλείνω τα μάτια και άξαφνα τα ανοίγω απότομα. Πόσο τυχερή είμαι που μπορώ να το κάνω ακόμα αυτό. Φαντάζομαι να στέκεσαι δίπλα μου και ανατριχιάζω ολόκληρη. Κάνω να σκύψω απαλά πάνω σου και σου ψιθυρίζω στο αυτί: «Μην ανησυχείς, θα είμαι εγώ τα μάτια σου και Εσύ θα είσαι το φως μου». «Ή μάλλον ήσουν το φως μου από τη στιγμή που σε γνώρισα», συλλογίζομαι με μια στάλα μελαγχολίας.

18/07/2021: 301η μέρα από την έναρξη της πανδημίας

Απόψε δεν με παίρνει ο ύπνος όσο και αν προσπαθώ να αναπαύσω -έστω για λίγο- το σώμα και το μυαλό μου. Το πρωί έμαθα ότι ο παιδικός μου φίλος κόλλησε και αυτός. Ολοένα και περισσότερος κόσμος που ξέρω (και που δεν ξέρω) έχει πιάσει το μικρόβιο και η ανησυχία μου μεγαλώνει και μου θολώνει τον λογισμό. Και τότε μια σκήνη μου έρχεται κατά νου: μπαίνω στο δωμάτιό σου και σε σφίγγω στην αγκαλιά μου. Φιλάω με λαχτάρα τα μάτια σου, αυτές τις δύο μεγάλες καστανές υδρόγειους που έχουν χάσει την πρωταρχική λειτουργία τους από τον ιό. Σύμφωνα με την παράδοση, το φίλημα των οφθαλμών σηματοδοτεί χωρισμό, αλλά στην περίπτωσή μας κάτι τέτοιο είναι άστοχο. Τα δάκρυά μου σου βρέχουν το μέτωπο και φτάνουν ως τα μάτια σου. Και τότε είναι που αυτά με αντικρίζουν και μου γελούν τόσο αβίαστα και φυσικά, σαν να μην έπαψαν ποτέ να λειτουργούν.

Τινάζομαι και αντιλαμβάνομαι ότι όλο αυτό το σενάριο είναι απλώς ένα αποκύημα της φαντασίας μου. Θυμάμαι τότε που, κοιτώντας με τρυφερά, μου είχες πει πως θέλεις να βλέπεις τον κόσμο μέσα από τα μάτια μου… Τι ειρωνεία(!). Δακρύζω αναπολώντας εκείνη τη στιγμή ξέροντας πως αυτή δεν ήταν αποκύημα της φαντασίας μου.

19/07/2021: 302η μέρα από την έναρξη της πανδημίας

Η Tyflosis-21 έχει γίνει πλέον κομμάτι όλων μας, πόσο μάλλον δικό μου που ζω και υποφέρω στην ιδέα μην την κολλήσω. Όταν ανοίγω την τηλεόραση, στο μοναδικό κανάλι που έχει απομείνει ανοιχτό, γίνεται ρεπορτάζ μόνο για το θέμα αυτό, ενώ όταν κάποιος μας τηλεφωνεί η μαμά μιλάει ακατάπαυστα μόνο για την πανδημία.

Γιατί χρειάστηκε τόσοι άνθρωποι να μην μπορούν να δουν πλέον τον κόσμο μέχρι να δουν το αληθινό του νόημα και να εκτιμήσουν την αξία του; Πώς μέσα από το σκοτάδι αυτό μπορεί να αναδυθεί τo άπλετο φως; Άραγε ο Οιδίποδας ήξερε όταν έβγαζε τα μάτια του πως πρόκειται για την πιο οδυνηρή τιμωρία, για αυτό και την επέλεξε προκειμένου να ξεπλύνει τα σφάλματά του;   

Αυτά και άλλα πολλά σκέφτομαι ενόσω τρώω ένα μπολ με δημητριακά και γάλα στην κουζίνα. Περιμένω να πέσει το βαθύ σκοτάδι για να ξετρυπώσω από το σπίτι με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ασφάλεια. Θα επισκεφτώ τον μπαμπά μου μετά από βδομάδες. Αυτός φοβάται ίσως περισσότερο από εμένα. Σε πολλά άτομα, ιδίως μεγαλύτερης ηλικίας, ο ιός, εκτός από βλάβη στα οπτικά νεύρα, προκαλεί βλάβη και σε άλλα νεύρα σε διάφορες περιοχές του εγκεφάλου, με αποτέλεσμα την απώλεια άλλων αισθήσεων ή απώλεια κίνησης. Μπροστά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, δεν έχει άλλη επιλογή από το να παραμένει διαρκώς στο σπίτι και να φυλάγεται όσο μπορεί από τους γύρω του. Εξάλλου, καμία δουλειά δεν λειτουργεί πλέον, οι δημόσιες υπηρεσίες έχουν καταρρεύσει, οι πολιτικοί ηγέτες της χώρας έχουν εξαφανιστεί και καθένας πράττει όπως μπορεί για να επιβιώσει.

Η ώρα έφτασε και εγώ βαδίζω στο απόλυτο σκοτάδι και τη νεκρική σιωπή του άδειου δρόμου. Ξαφνικά ακούω από μακριά κελαρυστά γέλια. Γυρίζω το κεφάλι μου και συναντώ με το βλέμμα μου ένα νεαρό ζευγάρι καθισμένο στην παραλία. «Μα τι στο διάολο κάνουν;», είναι η πρώτη σκέψη που μου έρχεται στο μυαλό. «Κάθονται απολαμβάνοντας ο ένας την παρέα του άλλου, κοιτάζονται στα μάτια, λένε ιστορίες από τα παλιά, πίνουν από ένα μπουκάλι ροζέ κρασί… απλά ζουν… σε έναν κόσμο που το αύριο είναι αβέβαιο, η ζωή μετέωρη και το τέλος ίσως πιο κοντά από ό,τι φανταζόμαστε…», σκέφτομαι μετά. «Έτσι θα ήμασταν και εμείς αν ήσουν καλά», ολοκληρώνω τον συλλογισμό μου και προχωράω όσο πιο αθόρυβα μπορώ για να μην με αντιληφθούν και χαλάσω τη στιγμή τους.

Συνεχίζοντας τον δρόμο μου, η σκέψη μου στροβιλίζεται σε άλλα μονοπάτια. «Τι στο καλό συμβαίνει και δεν έχει βρεθεί η παραμικρή θεραπεία;». Από την αρχή της πανδημίας κανένας δεν έχει ξαναβρεί το φως του και κανένας τρόπος πρόληψης δεν έχει ακόμα αποβεί αποτελεσματικός. Άραγε όλοι αυτοί οι άνθρωποι θα μπορέσουν να ανακτήσουν ποτέ ξανά την όρασή τους; Τι σημασία όμως έχει αυτό… Άραγε Εσύ θα μπορέσεις να ανακτήσεις ξανά την όρασή σου; Αυτό με ταλανίζει στην πραγματικότητα. Και ύστερα νιώθω ένα κύμα αισιοδοξίας να με διαπερνά. Μόλις βρεθεί τρόπος αντιμετώπισης του ιού και θεραπεία για όσους νοσούν θα ξαναδείς τον κόσμο. Θα ξαναβρεθούν τα βλέμματά μας μία μέρα. Και τότε όλα τα βράδια και όλα τα τραγούδια θα ΄ναι δικά μας, που λέει και ο ποιητής (σ.σ. Τάσος Λειβαδίτης, “Αγαπημένη μου”). Ως τότε θα φωτίζουμε τα σκοτάδια μας με όσο φως μας έχει απομείνει…

+ posts

Ονομάζομαι Ανθή Καψάλη και είμαι απόφοιτος του Λεοντείου Λυκείου Νέας Σμύρνης. Το φθινόπωρο του 2019 ξεκίνησα να φοιτώ στο Τμήμα Βιολογίας της Σχολής Θετικών Επιστημών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Εκτός από θέματα που αφορούν το αντικείμενο σπουδών μου, έχω ιδιαίτερη αδυναμία στο Θέατρο, τα ταξίδια και τη Λογοτεχνία. Η αγάπη μου για το γράψιμο και την ανάγνωση βιβλίων και άρθρων υπήρξε ανέκαθεν μεγάλη. Ενισχύθηκε, ωστόσο, με την είσοδό μου στο Πανεπιστήμιο.
Μείζων στόχος μου μέσα από τη συμμετοχή μου στην Εφημερίδα «Φοιτητικός Κόσμος» συνιστά η κοινοποίηση των προβλημάτων και των ανησυχιών που μοιραζόμαστε ως φοιτητές, καθώς και η προβολή ενδιαφερουσών πρωτοβουλιών και ιδεών. Τέλος, μετά τον στείρο τρόπο γραφής που χρειάστηκε να υιοθετήσουμε στο Λύκειο για την έκθεση των Πανελληνίων εξετάσεων, με τη συμμετοχή στην εφημερίδα μου δίνεται πλέον η ευκαιρία ελεύθερης έκφρασης, ανάδειξης προσωπικού ύφους γραφής και δημοσιοποίησης απόψεων πάνω σε ζητήματα που μας αφορούν σχετικά με ποικίλες θεματολογίες.