Μέσα στην πραγματεία του «Σύγχρονου ανθρώπου», ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος σκιαγραφεί με ανατριχιαστική λεπτομέρεια τον καμβά της σύγχρονης ζωής, αυτής της γενιάς των μεταιχμιακών, των φοβισμένων ψυχών στο κατώφλι του αγνώστου. Σ’ αυτήν την πραγματεία, θα διαπιστώσει κανείς από τα πρώτα κεφάλαια ότι βασικός πυλώνας πάνω στον οποίο στηρίζει ο Παναγιωτόπουλος την συλλογιστική του πορεία είναι μια έννοια πολυσήμαντη, γνωστή και άγνωστη, μεθοδικά περιθωριοποιημένη από την καθημερινότητα, όποτε είναι δυνατό, τόσο αυτή όσο και αυτό που προσδιορίζει. Πρόκειται για την έννοια του «χάους», την κινητήρια δύναμη του αιώνα της «εντροπίας» τον οποίο διανύουμε.
Σε μια πρώτη επαφή με την σκέψη, φαντάζει παράδοξο. Μια εποχή ασύλληπτης τεχνολογικής προόδου, ανόδου του βιωτικού επιπέδου, μια εποχή «ειρήνης», μια εποχή στην οποία ο άνθρωπος ατενίζει για πρώτη φορά στην ιστορία της ύπαρξής του τον εαυτό του ως πλήρη κυρίαρχο της τύχης του, πως είναι δυνατόν να αποπνέει χάος; Η ελευθερία σημαίνει αυτογνωσία, η αυτογνωσία ισορροπία, η ισορροπία ειρήνη. Πράγματι, η ελευθερία ανθίζει, ωθεί τους ανθρώπους σε καλύτερη κατανόηση του κόσμου, της θέσης του σ’ αυτόν, εξυγιαίνει τις εχθρότητες και μας ωθεί στην αλληλεγγύη και την ανάπτυξη. Χάος και ελευθερία είναι, φαινομενικά τουλάχιστον, έννοιες αντιφατικές.
Το πρώτο φαγούρισμα έρχεται το βράδυ, την ώρα της χαλάρωσης. Κουρασμένος από ακόμη μια μέρα πνευματικού βομβαρδισμού, γυρίζεις σπίτι και αποφασίζεις να δεις μια ταινία.
Αναποφάσιστος μπροστά σε μια απεριόριστη διαδικτυακή «βιβλιοθήκη», νιώθεις πως δεν έχεις όρεξη για καμία. Πιάνεις το κινητό ενστικτωδώς και -σχεδόν υπνωτισμένα- ανεβοκατεβαίνεις την αρχική του facebook. Βλέπεις ένα άρθρο. Αρχίζεις να το διαβάζεις. Κάπου στα μέσα το σταματάς. Μπαίνεις στο youtube. Αρχίζεις να βλέπεις ένα βίντεο. Είναι πολύ μεγάλο. Αυθόρμητα, το σταματάς. Αποφασίζεις να ακούσεις λίγη μουσική. Ανοίγεις το spotify και επιλέγεις ένα κομμάτι. Στα επόμενα 2 λεπτά έχεις σκεφτεί να ακούσεις ένα άλλο κομμάτι που θυμήθηκες και το αλλάζεις. Το ξανακάνεις. Έχεις αλλάξει γύρω στα 10 κομμάτια. Σε παίρνει ο ύπνος στον καναπέ, με το κινητό πάνω στο πρόσωπό σου .
Χάος. Η τρομακτική φυλακή της αλόγιστης (υπερ)ελευθερίας. Ένα όπιο, με το οποίο ο άνθρωπος βάζει με χαμόγελο το χαλινάρι στον λαιμό του, το ίδιο χαλινάρι για το οποίο έφτυσε αίμα να βγάλει. Ο άνθρωπος του 21ου αιώνα βλέπει μπροστά του ένα δωμάτιο στο οποίο υπάρχει ό,τι χρειάζεται, ό,τι θέλει να μάθει, ό,τι θέλει να έχει. Μπροστά σ’ αυτό το εκτυφλωτικό θέαμα τον κυριεύει μια λαχτάρα: Γεύεται τους καρπούς με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, σκεπτόμενος πάντα τον επόμενο, φοβούμενος μήπως δεν του φτάσει η κλεψύδρα και κλείσει η πόρτα με τα αγαθά. Έχει καταναλώσει πιο πολύ φαΐ από κάθε άλλο άνθρωπο, μα παραμένει πεινασμένος. Στην ουσία παραμένει νηστικός.
Αυτό το δωμάτιο είναι ο κόσμος μας. Θέλουμε να μάθουμε τα πάντα, να δούμε τα πάντα, να νιώσουμε τα πάντα χωρίς να μαθαίνουμε, βλέπουμε η νιώθουμε τίποτα. Έχουμε πάντα αυτήν την ασφυκτική δυσφορία όταν πρέπει να δώσουμε χρόνο σε κάτι, ακριβώς γιατί νιώθουμε πως θα’ πρεπε ήδη να είμαστε στο επόμενο κάτι. Παλεύουμε να ζήσουμε, μα κοιμόμαστε με τα μάτια ανοιχτά. Πάντα στην αναμονή. Αυτό είναι το χάος μας, το δόγμα μας. Ο χρόνος είναι χρήμα. Ελευθερία. Αφθονία. Πολυγνωμία.
Κλείστε για μια ώρα τις συσκευές σας, ακούστε για λίγο τα ουρλιαχτά του μυαλού σας, που έχει καταντήσει μια αποθήκη ασφυκτικά γεμάτη με άμμο.
Με λένε Δημήτρη Δανόπουλο. Σπουδάζω Νομική στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μ αρέσει να γράφω, να εκφράζω τη σκέψη μου σε ένα κείμενο στο οποίο ο καθένας μπορεί να έχει πρόσβαση και να αλληλοεπιδράσει μ΄ αυτό, κυρίως δε να συγκεντρώνω το χάος του κεφαλιού μου σε ένα οργανωμένο πλαίσιο. Το αν γίνεται να συμβαίνει πάντοτε αυτό, είναι άλλη υπόθεση...