Πριν 2 μέρες ο γνωστός ακροδεξιός δημοσιογράφος Στέφανος Χίος, εκδότης της εφημερίδας «Μακελειό», δέχθηκε επίθεση από κουκουλοφόρο την στιγμή που πάρκαρε το αμάξι του έξω από το σπίτι του στα Βριλήσσια. Πέραν της καταδίκης της απόπειρας δολοφονίας, δεν θα αναλάβουμε εμείς την ανάλυση της υπόθεσης και την ιατροδικαστική εξέταση (νοσηλεύεται σε σοβαρή αλλά σταθερή κατάσταση), θα προβληματιστούμε όμως εύλογα: αξίζει κανείς να σκοτωθεί υπό οποιαδήποτε περίσταση, ακόμα και από άτομο -πιθανώς- το οποίο το θύμα έχει βρίσει κάθε του αγαπημένο πρόσωπο μπροστά στα μάτια χιλιάδων θεατών στην τηλεόραση και στο Διαδίκτυο. Μολονότι ο Χίος, μέσω του αστεϊσμού και του «κάφρικου» χιούμορ, προωθεί την κουλτούρα της πατριαρχίας, του εθνικισμού και ιδιαίτερα της μισαλλοδοξίας-βίας σε κάθε επίπεδο, ενώ στο παρελθόν έχει προβεί σε ανάρμοστους χαρακτηρισμούς για άτομα με μεγάλη δημόσια αναγνώριση, αποτελεί η «δράση» του βάσιμο λόγο για να δολοφονηθεί;
Ας φανταστούμε το εξής ουτοπικό και ακραίο τοπίο προς αντιπαραβολή στο παραπάνω συμβάν: βρίσκεσαι σε ένα δωμάτιο και απέναντί σου γνωρίζεις ότι αντικρίζεις έναν άνθρωπο, ο οποίος έχει την ευθύνη για τα μισά εγκλήματα του κόσμου. Εσύ φέρεις μπροστά από την καρέκλα σου και πάνω σε ένα ολόλευκο τραπέζι, ένα γεμάτο πιστόλι με οπλισμένη την σκανδάλη, ενώ στην αντίθετη πλευρά εκείνος είναι δεμένος χειροπόδαρα στην δική του θέση. Αναλογίζεσαι τα δύο σενάρια: αδειάζεις τις σφαίρες πάνω του, με το ενδεχόμενο της αποκατάστασης μεγάλου μέρους της αδικίας που μαστίζει τον κόσμο να φαντάζει πολύ πιθανό ή αφήνεις το όπλο, σηκώνεσαι και φεύγεις από το δωμάτιο, γνωρίζοντας ότι μακροπρόθεσμα ο συγκεκριμένος άνθρωπος θα προκαλέσει επιπρόσθετα δεινά και συμφορές; Θα άλλαζαν οι πιθανότητες των δύο επιλογών, εφόσον οι πράξεις του δράστη σχετίζονταν και με τον χαμό κάποιου συγγενικού σου προσώπου;
Η έμφυτη τάση για βία είναι βαθιά ριζωμένη στο εσωτερικό κάθε ατόμου, όπως ισχύει και για κάθε άλλο πλάσμα του ζωικού βασιλείου. Η διαφορά έγκειται στην παραπάνω νοημοσύνη και την βαθύτερη συνείδηση που διαθέτει ο άνθρωπος ως ον. Αυτά αναπτύσσονται στον καθένα σε αντιστοιχία με την ανατροφή του, το κοινωνικό περιβάλλον του, το επίπεδο μόρφωσής του κλπ.Όλοι αυτοί οι παράγοντες έμμεσα επηρεάζουν, ιδιαίτερα κατά την παιδική ηλικία, την απάντηση που αναζητείται: ποιοι ανάμεσά μας μπορούν να πάρουν το όπλο και να σκοτώσουν έναν αλυσοδεμένο συνάνθρωπο; Εδώ δεν γίνεται λόγος για αυτοάμυνα, καθώς σε τέτοιες περιπτώσεις, το ένστικτο υπερτερεί της συνείδησης, σε κάθε συνθήκη και η όποια κατάληξη είναι πλήρως δικαιολογημένη. Μιλάμε για συνειδητή αφαίρεση μίας ζωής, χωρίς το οικονομικό κέρδος, όπως τα λογαριάζουν οι πολιτικοί ηγέτες κάθε εποχής (ή οι επαγγελματίες δολοφόνοι), ξέχωρα της «οικειότητας», όπως στο παράδειγμα του γερασμένου σκυλιού ή ενός εμβρύου του οποίου οι γονείς δεν νιώθουν έτοιμοι να το φέρουν στον δικό μας κόσμο, για τον οποιοδήποτε λόγο.
Σε μία τέτοια κατάσταση, διαχρονική μου πεποίθηση είναι ότι σε ένα λογικό συμπολίτη, ο νους θα υπερτερούσε του συναισθηματισμού, με ένα τέτοιο αποτέλεσμα να αποτελεί μία κάποια απόδειξη, ότι υπάρχει πρόοδος της ανθρωπότητας, ακόμα και σε απειροελάχιστα ποσοστά. Από την άλλη δε, πολλοί άνθρωποι μπορεί να διστάζουν να εκδηλώσουν την άκρατη βιαιότητά τους, φοβούμενοι τον κοινωνικό χαρακτηρισμό και στιγματισμό. Βέβαια, ο φόβος επίσης δηλώνει μία μορφής ενσυναίσθησης, με το άγχος της κοινωνικής αποδοχής να καθίσταται σε μεγαλύτερη κλίμακα από το ίδιο το δίλημμα του φόνου (και, επομένως, να αποφεύγει να λάβει αποφασιστικά θέση στο δίπολο)! Όπως και να ’χει, παρότι φαίνεται ότι καταλήγω σε μία συγκεκριμένη άποψη, δεν θέλω να οριστικοποιώ κάτι για το οποίο δεν είμαι καν σίγουρος. Το δίλημμα του φονικού, αν και χρόνια διατυπωμένο, δεν έχει λάβει οριστική απάντηση ως προς τα συμπεράσματα που εξάγει, αν και αποτυπώνει ξεκάθαρα ορισμένα χαρακτηριστικά των ανθρώπων που κουβαλάνε χρόνια μέσα τους. Αν αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ξεκάθαρες κατευθύνσεις ως προς την ιδιοσυγκρασία κάθε ατόμου και σε ένα πιο ευρύ πλαίσιο μίας οργανωμένης κοινωνίας, τότε θα χρειαστεί ένα πείραμα μεγάλης κλίμακας, και σίγουρα όχι η ανάγνωση αυτού του κειμένου.
Παύλος Γιαννόπουλος... Αμέ, έχω και εγώ ένα όνομα. Ένα όνομα και ένα επίθετο, ανάμεσα σε τόσα άλλα στον κόσμο ετούτο. Ένας απλός φοιτητής του Καποδιστριακού, συγκεκριμένα στο τμήμα των Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης, διαβάζοντας και γράφοντας συνεχώς, προσπαθώντας να αφυπνίσω συνειδήσεις προπαγανδίζοντας (αν υπάρχει τέτοια φράση), ώστε στον βαθμό που και εγώ μπορώ να δώσω το θετικό μου στίγμα σε μία Γη που βράζει. Σε κοινωνίες και άτομα που χρήζουν εν συναίσθησης και εν συνείδησης.
ΦΚ λέγεται το project που μπορεί να πετύχει και να μετουσιώσει τα παραπάνω. Mία φοιτητική ιστοσελίδα που χαρακτηρίζεται από μία ανιδιοτέλεια και μία αντικειμενική υποκειμενικότητα που στους καιρούς μας απουσιάζουν.