1984… Για πολλούς μια ημερομηνία του προηγούμενου αιώνα που ανήκει για τα καλά στο παρελθόν, καθώς οι περισσότεροι από εμάς τους φοιτητές, μέλη της Γενιάς Ζ (Generation Z), δεν είχαμε καν ακόμα γεννηθεί. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια ημερομηνία σταθμό, πιο επίκαιρη από ποτέ, ιδίως σε ό,τι αφορά την πολιτική νουβέλα του George Orwell με τον ομώνυμο τίτλο.
Ο συγγραφέας γράφει το εν λόγω βιβλίο το 1948 (από αναριθμητισμό αυτού του έτους προέρχεται και ο τίτλος του έργου) με πρωτότυπο τίτλο στα αγγλικά «Nineteen Eighty-Four» και αυτό πρωτοεκδίδεται το 1949. Το έργο «1984», όπως ονομάζεται πιο συχνά στις εκδόσεις, αποτελεί ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα δυστοπικού μυθιστορήματος, δηλαδή παρουσιάζει μια κοινωνία και ένα καθεστώς εντελώς ανεπιθύμητα και πλήρως αντιθετικά με την ουτοπία, η οποία δεν είναι άλλη από έναν κόσμο ελεύθερο, απαλλαγμένο από κάθε φαινόμενο κοινωνικής παθογένειας. Συγκεκριμένα, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου αυτού, ο Orwell επιδιώκει να καταδείξει τον τρομακτικό βαθμό εξουσίας και τον έλεγχο που μπορεί να αποκτήσει και να διατηρήσει ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, αφού ίδιος υπήρξε από πρώτο χέρι μάρτυρας ανάλογων εξελίξεων τόσο στη Ρωσία, όσο και στην Ισπανία με την άνοδο του κομμουνισμού και τις μετέπειτα ενέργειες για την ενίσχυση της κυβερνητικής δύναμης.
Η υπόθεση σχετίζεται με την ιστορία ενός ανθρώπου, του Γουίνστον Σμιθ, στον εφιαλτικό κόσμο της Ωκεανίας, μιας χώρας με ένα δυστοπικό απολυταρχικό καθεστώς, στο οποίο όλοι οι κάτοικοι βρίσκονται υπό συνεχή παρακολούθηση. Το Κόμμα ασκεί τον πλήρη έλεγχο όχι μόνο στη σεξουαλική ζωή των πολιτών τους, αλλά και στις σκέψεις, τα συναισθήματά τους, ακόμη και στη συγγραφή ημερολογίου. Η συνεχής μαγνητοσκόπηση και επιτήρηση των πολιτών μέσω τηλεοθονών και η παραχάραξη της Ιστορίας από το «Υπουργείο Αλήθειας» αποτελούν μόνο μερικά από τα μέτρα ελέγχου ενός τέτοιου ολοκληρωτικού καθεστώτος. Στόχος του συγγραφέα, λοιπόν, είναι να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου στους αναγνώστες ως προς την κονιοποίηση των προσωπικών δικαιωμάτων, ελευθεριών και ατομικών σκέψεων κάτω από το πανίσχυρο χέρι ανάλογων κυβερνήσεων. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά στον «Μεγάλο Αδελφό», τον αφανή πολιτικό ηγέτη της χώρας, με πολύ γνωστή τη φράση «Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΔΕΛΦΟΣ ΣΕ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙ» («Big Brother is watching you»).
Εκτός από την ομοιότητα στον τίτλο, σε βαθύτερη ανάλυση το μυθιστόρημα του Orwell παρουσιάζει πολλά κοινά σημεία με το γνωστό σε όλους (ιδίως τις τελευταίες μέρες, με όσα συνέβησαν) ριάλιτι σόου, το οποίο επανήλθε μετά από χρόνια στους τηλεοπτικούς δέκτες της χώρας μας στις 29 Αυγούστου 2020 στη συχνότητα του «ΣΚΑΙ». Οι παίκτες που λαμβάνουν συμμετοχή σε αυτό οικειοθελώς(!) παραχωρούν τα θεμελιώδη δικαιώματα της προσωπικής ζωής, της ατομικής ελευθερίας και σκέψης, αλλά και της ιδιωτικότητας, καθώς δέχονται να κλειστούν σε ένα σπίτι μαζί με άλλα άγνωστα άτομα, ενώ η κάθε τους κίνηση βιντεοσκοπείται και προβάλλεται στο τηλεοπτικό και διαδικτυακό κοινό. Ταυτόχρονα, είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν πιστά τις εντολές του «Μεγάλου Αδελφού», ενός αφανούς ηγέτη του σπιτιού, ο οποίος τους αναθέτει δοκιμασίες και μυστικές αποστολές. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι στους κανόνες του παιχνιδιού περιλαμβάνονται και οι εξής: oι κάμερες (κρυφές και μη) λειτουργούν 23 ώρες το 24ωρο, οι ψιθυριστοί διάλογοι μεταξύ των συγκατοίκων απαγορεύονται, κάθε μορφή επικοινωνίας με τον έξω κόσμο απαγορεύεται, ενώ από το σπίτι εκλείπουν το ραδιόφωνο, το τηλέφωνο ή άλλα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, καθώς και γραφική ύλη (με εξαίρεση μία κιμωλία, με την οποία κάθε παίκτης γράφει με μεγάλα γράμματα κάποια απαραίτητα ψώνια για τις προσωπικές τους ανάγκες ή τις ανάγκες του σπιτιού).
Ίσως, μετά τα παραπάνω, καθίσταται αρκετά σαφές ότι το συγκεκριμένο τηλεοπτικό εγχείρημα, που στην Ελλάδα πρωτοεμφανίστηκε πριν από 19 χρόνια, δεν δανείστηκε μόνο τον τίτλο και το μότο “Big Brother is watching you” από το βιβλίο «1984», αλλά κυρίως την βασική ιδέα του περιεχομένου του. Ο τίτλος του μυθιστορήματος προοριζόταν να δείξει στους αναγνώστες του το 1948 ότι κάποια παραλλαγή του κόσμου που περιγράφεται στα κεφάλαιά του θα μπορούσε να επικρατήσει στο εγγύς μέλλον (και συγκεκριμένα το 1984), εάν οι πολίτες δεν αντισταθούν στην κατίσχυση ολοκληρωτικών καθεστώτων, μία πραγματικότητα που φαίνεται να υφίσταται σήμερα όσον αφορά -τουλάχιστον- τον «Μεγάλο Αδελφού» στην μικρή οθόνη. Στον 21ο αιώνα το σπίτι του ριάλιτι αυτού θα έπρεπε να θεωρείται από όλους μια δυστοπία, όπως η απεχθής φανταστική κοινωνία του George Orwell, με τον τρόπο που αυτή περιγράφεται στο έργο του. Εντούτοις, κάτι τέτοιο δυστυχώς δεν συμβαίνει, δεδομένου των ποσοστών τηλεθέασης, του μεγάλου αριθμού αιτήσεων συμμετοχής και της δημοτικότητας που λαμβάνει η εκπομπή.
Μέσα από ένα τέτοιο «παιχνίδι», συνεπώς, οι ύψιστες ανθρώπινες αξίες (αξιοπρέπεια, σεβασμός στην ιδιωτικότητα και τη μοναδικότητα του ατόμου, ελευθερία βούλησης) και η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων γενικότερα, καταδυναστεύονται έκδηλα στο βωμό του υλικού κέρδους και της εφήμερης αναγνώρισης. Οι παραγωγοί, τα άτομα του καναλιού, το ΕΣΡ, όλοι οι εμπλεκόμενοι στο σόου, αλλά πρωτίστως εμείς, ως τηλεθεατές, είμαστε συνήγοροι σε αυτό. Αφήνοντας στην άκρη τις ευθύνες των άλλων, ας αναλογιστούμε ότι βλέποντας το εν λόγω πρόγραμμα υποστηρίζουμε την ψυχική και πνευματική απογύμνωση του Ανθρώπου, την ίδια στιγμή που -ως νέοι του τόπου- λαμβάνουμε μέρος σε διαδηλώσεις, συλλόγους και πρωτοβουλίες για την υπεράσπιση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κάνουμε σχετικές αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα και καταδικάζουμε οποιαδήποτε συμπεριφορά καταπάτησής τους. Δεν είναι κάπως οξύμωρο όλο αυτό;
Πώς από τη μία τασσόμαστε υπέρ της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και από την άλλη δεχόμαστε να παρακολουθούμε με περίσσια ευχαρίστηση τον εγκλεισμό 17 ανθρώπων και την έκθεση κάθε προσωπικής τους στιγμής (φαγητό, συζήτηση, ύπνο, αλληλεπίδραση με τους συγκατοίκους, ντύσιμο, δραστηριότητες); Μπορεί τα συγκεκριμένα άτομα πράγματι να αποτελούν μέρος του τηλεοπτικού προγράμματος με τη θέλησή τους, ωστόσο εμείς, ως νοήμονες τηλεθεατές, θα έπρεπε να το αποδοκιμάσουμε και όχι να το ενισχύσουμε, αυξάνοντας τα νούμερα παρακολούθησης με πρόφαση το γέλιο και τη χαλάρωση που αυτό προσφέρει. Πώς είναι δυνατόν να χαρακτηρίζουμε ελαφριά και ευχάριστη μια εκπομπή κενή ουσιαστικού περιεχομένου, η οποία δεν έχει τίποτα άλλο να επιδείξει παρά την καθημερινότητα -με ό,τι αυτή συνεπάγεται- απαίδευτων ατόμων, υπέρμαχων ακραίων και επικίνδυνων απόψεων και ιδεολογιών (όπως πρόσφατα αποδείχθηκε ακράδαντα, αλλά και εξαρχής επιλέχθηκαν εσκεμμένα για τον ίδιο ακριβώς λόγο); Κορυφαία στιγμή της διπροσωπίας του τηλεθεατή; Τα ιδιαίτερα υψηλά νούμερα τηλεθέασης της Δευτέρας 07/09/20, μιας μέρας μετά τις βροντερές αντιδράσεις σύσσωμης της ελληνικής κοινωνίας για την χυδαία και εξευτελιστική τοποθέτηση του διαγωνιζόμενου Α.Αλεξανδρίδη (σχετικό άρθρο στην Εφημερίδα μας με τίτλο «Big Brother: Ο απόπατος της ελληνικής κοινωνίας»). Αναλυτικότερα, οι μετρήσεις έδειξαν ότι κατάφερε να φτάσει κατά τη διάρκεια της προβολής του, ποσοστό τηλεθέασης 23.1% στο γενικό σύνολο και 23.9% στο δυναμικό κοινό.
Κλείνοντας, πιθανώς γίνεται αντιληπτό σε μεγάλο βαθμό πως το απολυταρχικό καθεστώς, το οποίο σκιαγραφείται από τον George Orwell , δεν φαντάζει πλέον σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Τουναντίον, συνιστά την μέλλουσα -πιθανώς- πραγματικότητα, εφόσον οι σύγχρονοι πολίτες δεν αντισταθούν σε οποιαδήποτε παραβίαση των δικαιωμάτων τους με κάθε τρόπο. Ξεκινώντας από το πολυσυζητημένο ριάλιτι -και φτάνοντας ευελπιστώ πολύ μακροπρόθεσμα- πρωταρχική λύση είναι να κλείσουμε τις τηλεοράσεις μας σε κάθε τέτοια εκπομπή, και δευτερευόντως να απαιτήσουμε το οριστικό κλείσιμο του ματιού του «Μεγάλου Αδελφού» στις μικρές μας οθόνες.
Ονομάζομαι Ανθή Καψάλη και είμαι απόφοιτος του Λεοντείου Λυκείου Νέας Σμύρνης. Το φθινόπωρο του 2019 ξεκίνησα να φοιτώ στο Τμήμα Βιολογίας της Σχολής Θετικών Επιστημών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Εκτός από θέματα που αφορούν το αντικείμενο σπουδών μου, έχω ιδιαίτερη αδυναμία στο Θέατρο, τα ταξίδια και τη Λογοτεχνία. Η αγάπη μου για το γράψιμο και την ανάγνωση βιβλίων και άρθρων υπήρξε ανέκαθεν μεγάλη. Ενισχύθηκε, ωστόσο, με την είσοδό μου στο Πανεπιστήμιο.
Μείζων στόχος μου μέσα από τη συμμετοχή μου στην Εφημερίδα «Φοιτητικός Κόσμος» συνιστά η κοινοποίηση των προβλημάτων και των ανησυχιών που μοιραζόμαστε ως φοιτητές, καθώς και η προβολή ενδιαφερουσών πρωτοβουλιών και ιδεών. Τέλος, μετά τον στείρο τρόπο γραφής που χρειάστηκε να υιοθετήσουμε στο Λύκειο για την έκθεση των Πανελληνίων εξετάσεων, με τη συμμετοχή στην εφημερίδα μου δίνεται πλέον η ευκαιρία ελεύθερης έκφρασης, ανάδειξης προσωπικού ύφους γραφής και δημοσιοποίησης απόψεων πάνω σε ζητήματα που μας αφορούν σχετικά με ποικίλες θεματολογίες.