6η του Δεκέμβρη σήμερα και κάθε 6η εδώ και 13 χρόνια κάτι μέσα μας πεθαίνει. Και πέρυσι τιμήσαμε αυτή τη μέρα εδώ στον «Φοιτητικό Κόσμο», όταν ο τέως Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, με ντροπιαστικό τρόπο και με πρόσχημα τον covid-19 δεν άφηνε απλούς πολίτες να αφήσουν ένα λουλούδι στο μνημείο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Ένα λουλούδι… ένα μπουκέτο λουλούδια, σαν αυτό που πέρυσι με περίσσιο θράσος και μίσος ένας αστυνομικός των ΜΑΤ διέλυσε χτυπώντας το ανελέητα.
Εδώ και 13 Δεκέμβρηδες πεθαίνει κάτι μέσα μας. Λίγο πριν τα μελομακάρονα, τα δέντρα, τα κάλαντα και τα Χριστούγεννα… ένας αναστεναγμός ατελείωτος. Σαν αυτούς που βγαίνουν από τα στήθη μας στις μεγάλες μας λύπες ή όταν ξαπλώνουμε το βράδυ στο κρεββάτι και μας επισκέπτονται οι σκέψεις μας. Αυτές είναι οι μέρες του Αλέξη. Η χαμένη αθωότητα των παιδικών μας χρόνων. Θα μπορούσα να ήμουν εγώ εκείνο το βράδυ, εσύ, αυτός… δεν έχει σημασία. Σημασία έχει πως ο Αλέξης και ο κάθε Αλέξης μετέπειτα δεν είναι εδώ πια.
Και ακολούθησαν κι άλλοι. Ο Ζακ Κωστόπουλος και ο Νίκος Σαμπάνης. Κλωτσιές και σφαίρες. Θυμάμαι τις φλόγες εκείνου του Δεκέμβρη με τα πολλά πρόσωπα. Το πρόσωπο της εξέγερσης, των αρχών της οικονομικής κρίσης και εκείνο το τεράστιο «γιατί;» να πλανάται από τα πρώτα δευτερόλεπτα που οι σφαίρες διαπέρασαν την καρδιά ενός μικρού που θα έμενε για πάντα 15 χρονών. Δεν κράτησε πολύ η προπαγάνδα και τα ψέματα της Αστυνομίας. 30 λεπτά μόνο. Μέχρι να φτάσει ο Κορκονέας στο Tμήμα Εξαρχείων. Σε μια εποχή με πρώιμα social media, παρά μόνο κινητά και sms, το νέο διαδόθηκε αστραπιαία. Στους δρόμους, τα μπαλκόνια και τα σπίτια ο χρόνος σταμάτησε. Μόλις είχαν γίνει μάρτυρες μιας δολοφονίας. Το ασθενοφόρο κι ας ήρθε σε 5-6 λεπτά, απλά επιβεβαίωσε αυτό που ο νους δεν μπορούσε να χωρέσει. 13 χρόνια μετά ακόμα κάποιοι ρωτούν και αγωνίζονται για να σε κάνουν να αηδιάσεις: «τι έκανε ο 15χρονος στα Εξάρχεια;». 13 χρόνια μετά, κάποιοι φοβούνται ένα νεκρό παιδί.
Ήμουν 8 χρονών όταν δολοφονήθηκε ο Αλέξης Γρηγορόπουλος. Θυμάμαι την Αθήνα στην τηλεόραση να καίγεται και λίγες μέρες μετά αντίκρυσα μια εικόνα που ποτέ δεν θα ξεχάσω. Ένα βουνό λουλούδια. Ο τάφος του μικρού Αλέξη δεν φαινόταν καν. Ένα απεριόριστο πλήθος κόσμου που όλο έκλαιγε ασταμάτητα. Πρώτη φορά στη ζωή μου έβλεπα με τα παιδικά μου μάτια τόσα δάκρυα. Στριμωγμένα πρόσωπα, παγωμένα. Λουλούδια, λουλούδια απίστευτα πολλά, μαύροι σκούφοι, ζωγραφιές μικρών παιδιών. «Αλέξη Ζεις» έγραφαν πολλές. Άφησα κι εγώ το λουλούδι μου σε ένα σημείο του βουνού που έφτανα και ξαφνικά δάκρυσα. Δεν ξέρω γιατί ειλικρινά. Δεν είχα καταλάβει καν, αλλά 8 χρονών μικρούλης τι άλλο να έκανα. Ένα αντιλήφθηκα εκείνη τη στιγμή. Πως κάποιος, ένα παιδί, που μου φαινόταν πολύ μεγάλο στο μυαλό μου, έφυγε. Μεγαλώνοντας, διάβασα και κατάλαβα.
Μεγάλωσα και τώρα πια, 21 ετών γομάρι, κατάλαβα τι έγινε εκείνες τις μέρες. Η αυθόρμητη συγκέντρωση ανθρώπων από όλα τα μονοπάτια της ζωής που μέσα τους έβραζε ένα «Δεν πάει άλλο»… Το χάος που ακολούθησε με την ατελείωτη καταστολή και τον κόσμο, φοιτητές, μαθητές, απλούς πολίτες, γονείς να μην κάνουν βήμα πίσω… Τα έκτροπα και οι καταστροφές που μονομιάς τελείωσαν στα μάτια τις εποχές «των παχιών αγελάδων», με την οικονομική κρίση να ακολουθεί… Την μεγάλη πληγή στη Δημοκρατία και τις σκοτεινές πτυχές των Σωμάτων Ασφαλείας (άραγε ποιος μας προστατεύει από τους φύλακες)… Είδα το Ζακ να τον ποδοπατούν ανελέητα, γιατί δεν ήταν δικός τους. Είδα να ξεπλένουν τη βία στα δελτία των ειδήσεων. Είδα έναν νέο άνθρωπο στην ηλικία μας να του φυτεύουν 36 σφαίρες και να αηδιάζω με την ανίδεη φράση που ξεστόμιζε κάθε αδιάφορος συνάνθρωπος «Ε, εντάξει ένας Ρομά ήταν».
Μεγάλωσα και φοβάμαι που βλέπω το πρόσωπο του τέρατος στους ανθρώπους γύρω μου. Να συμβιβάζονται με το άσχημο, το σκοτεινό… τον ίδιο τον θάνατο. Όταν συμβιβάζεσαι με το τέλος, πόσο ζωντανός είσαι πραγματικά; Όταν ξεπλένεις το μίσος, διχάζεις και βιάζεις κάθε έννοια μνήμης, πόσο άνθρωπος είσαι πραγματικά;
«Το αίμα κυλάει. Εκδίκηση ζητάει», έγραφαν οι τοίχοι της Αθήνας πριν 13 χρόνια. Η σφαίρα έπεσε, το χώμα πότισε και ο Αλέξης έφυγε. Μετά το μεγάλο «Γιατί;» τι έμεινε άραγε; Η Δικαιοσύνη. Αυτό και μόνο αυτό. Και η μνήμη. Γιατί οι άνθρωποι πεθαίνουν πραγματικά μόνο όταν τους ξεχνάμε. Το χρωστάμε στον Αλέξη που σήμερα θα ήταν 28 χρονών. Να ζήσουμε για εκείνον.
Ο Δεκέμβρης δεν ήταν η απάντηση. Ήταν η ερώτηση.
Και η απάντηση σε αυτή θα έρθει μόνο από εσένα κι εμένα. Από εκείνα τα παιδικά μας δάκρυα και τις ψυχές μας που θα βγουν στον δρόμο την επόμενη μέρα. Εκεί θα απαντήσουμε σε αυτούς που μας προκαλούν. Αυτές οι μέρες είναι του Αλέξη και κανείς δεν μπορεί να τις καταπατήσει. Οι απαντήσεις μας θα δοθούν στο δρόμο. Εκεί είναι που γράφεται η Ιστορία.
Ονομάζομαι Βαγγέλης Βαλαβάνης. Συντάκτης, από τα ιδρυτικά μέλη του Φοιτητικού Κόσμου. Είμαι φοιτητής του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου. Αν και ερωτευμένος βαθιά με την Ιστορία και το Ιστορικό-Αρχαιολογικό, ο αέρας των Πανελληνίων με έστειλε στο εξωτικό και γυναικοκρατούμενο Πάντειο. Ιστορία, η πρώτη αγάπη. Πολιτικές Επιστήμες η δεύτερη. Η συγγραφή όμως, μια και μοναδική. Ίσως ο μοναδικός τρόπος να μπορώ να είμαι κοντά και στις δυο μου αγάπες. Να εκφράζομαι, να προβληματίζομαι, να αναδεικνύω τα κακώς κείμενα της εποχής μου, να δέχομαι και να ασκώ κριτική, να…να…να… Να ταξιδεύω και να αναπνέω.
Γιατί αυτό είναι η συγγραφή. Μια ανάσα μες στην σκόνη του κόσμου. Μια πράξη βαθιά πολιτική και συναισθηματική. Γιατί η γραφή ήταν, είναι και θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα δημιουργήματα του Ανθρώπου. Ο τρόπος του να αποτυπώσει την ψυχή του, το αέναο πάθος του για τη ζωή και να ακολουθεί το βαθύ του χτυποκάρδι. Ένα ταξίδι για να τον ανακαλύψουμε και να τον κάνουμε καλύτερο. Και αυτός εδώ στον Φ.Κ. είναι και ο δικός μας στόχος. Γράψτε. Προβληματιστείτε. Ανακαλύψτε και Ονειρευτείτε για τον δικό σας. Για έναν κόσμο που μας αξίζει. Για τον δικό μας κόσμο. Τον Φοιτητικό Κόσμο.