Κοιτώντας πίσω στο 2020, κανένας επιχειρηματίας δε θα μπορούσε να προβλέψει τις εκπλήξεις που μας επιφύλασσε αυτή η χρονιά. Είναι γεγονός πως η πανδημία του νέου κορονοϊού έπληξε τους περισσότερους κλάδους επιχειρήσεων, με έναν από τους μεγαλύτερους πληγέντες να αποτελεί η κινηματογραφική βιομηχανία. Τα μέτρα πρόληψης και ο φόβος απέναντι στον ιό οδήγησε στο, πολλές φορές οριστικό, κλείσιμο κινηματογράφων σε όλο τον πλανήτη από τον Απρίλιο μέχρι τις αρχές του Σεπτεμβρίου.
Η επανέναρξη της κινηματογραφικής σεζόν στο τέλος του καλοκαιριού παρουσίασε στο παγκόσμιο κοινό το «Tenet», μία ταινία δράσης και επιστημονικής φαντασίας από τον ταλαντούχο Christopher Nolan, και το πολυαναμενόμενο remake της ταινίας «Μουλάν». Κοιτώντας τα νούμερα από τις εισπράξεις του Tenet (στις 30 Σεπτεμβρίου 2020) βρίσκεται στα 285 εκ. δολάρια στο παγκόσμιο Box Office, μία σχετικά χαμηλή απόδοση για μία ταινία του Nolan που -κατά την γνώμη μου- αποδίδεται εν μέρει στις συνέπειες της πανδημίας και εν μέρει στην δυσνόητη πλοκή του έργου.
Από την άλλη, το remake της Μουλάν, μια αναμενόμενη ταινία βασισμένη στο πασίγνωστο καρτούν από το 1998 δεν μπόρεσε να ανταπεξέλθει στον ανταγωνισμό, με τις εισπράξεις να ανέρχονται μόλις στα 58 εκ. δολάρια στο παγκόσμιο Box Office. Γιατί όμως μία πολλά υποσχόμενη τεράστια ταινία απέτυχε παταγωδώς, αποφέροντας μόλις το ¼ του μπάτζετ των 200 εκατομμυρίων δολλαρίων; Οι παρακάτω λόγοι επιχειρούν να απαντήσουν σε αυτή την ερώτηση.
Η αξία της νοσταλγίας και η έλλειψη πάθους
Η ταινία περιγράφει την προσπάθεια της πρωταγωνίστριας Μουλάν, η οποία στην προσπάθειά της να σώσει τον γέρο και άρρωστο πατέρα της από την επικείμενη επιστράτευση, μεταμφιέζεται ως άντρας στρατιώτης.
Είναι φανερό πως η Disney γνωρίζει την αξία της νοσταλγίας, καθώς το 2019 η εταιρία κυκλοφόρησε live Action Remakes του Lion King, Aladdin και Dumbo με την εταιρία να εισπράττει συνολικά πάνω από 1,9 δις δολλάρια. Η κερδοσκοπική νοοτροπία της εταιρίας φαίνεται καθαρά καθώς απευθύνεται στα πορτοφόλια όποιων αγάπησαν την αρχική ταινία του 1998.
Η χρήση της νοσταλγίας για ωφελιμιστικούς σκοπούς δεν δρα αναγκαστικά κατά μιας ταινίας. Ωστόσο, η παραγωγή της ταινίας βασίζεται υπερβολικά πάνω στην αξία της και δεν δίνει έμφαση στα υπόλοιπα στοιχεία που καθιστούν μία κινηματογραφική παραγωγή καλή. Για παράδειγμα, τα εφέ φαίνονται ξεπερασμένα με πολλές σκηνές να φαίνονται και να μοιάζουν ψεύτικες, όπως αυτή όπου οι ανταγωνιστές (Rorons) επιχειρούν να σκαρφαλώσουν με χρήση μαγείας τα τείχη ενός φρουρίου.
Πολιτική Ατζέντα : Η δύναμη της γυναίκας
Ένα άλλο φαινόμενο που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στις ταινίες της Disney, είναι η απεικόνιση των γυναικείων χαρακτήρων ως δυνατών και ανεξάρτητων. Στο remake του Μουλάν η πρωταγωνίστρια παρουσιάζεται ως σκληροπυρηνική από την αρχή. Η ανεξαρτησία και ο δυναμισμός αποτελούν εκ γενετής στοιχεία του χαρακτήρα της Μουλάν, στα οποία δεν τους δίνεται αφηγηματική υπόσταση, καθώς δεν επιχειρηματολογούνται εν μέσω της ανάπτυξης του χαρακτήρα της. Αντίστοιχα, υπόσταση δεν δίνεται και στην αφήγηση των αντρικών χαρακτήρων που παρουσιάζονται ως κακοί και σεξιστές μόνο και μόνο για να υπηρετήσουν την πλοκή και να εξυψώσουν τον δυναμισμό της ηρωίδας. Όλα αυτά τα αφηγηματικά στοιχεία συμβάλλουν στην ενδυνάμωση της όψης του γυναικείου φύλου (που στη συγκεκριμένη περίπτωση αντιπροσωπεύεται από την Μουλάν) να είναι αναγκασμένη για δράση αντί για οργανική με αποτέλεσμα να χαλάει το μήνυμα της ταινίας και να λειτουργεί εναντίον της πλοκής.
Προφανώς οι δυναμικές πρωταγωνίστριες και η ενδυνάμωση του γυναικείου φύλου στις ταινίες δεν αποτελούν κάτι κακό, αντιθέτως συνεισφέρουν σε ενδιαφέρουσες ιστορίες. Η ειρωνεία είναι πως μία από τις καλύτερες ταινίες που παρουσιάζουν σωστά τις γυναίκες αποτελεί η αρχική ταινία Μουλάν του 1998. Στο καρτούν, η Μουλάν παρουσιάζεται ως μια καθημερινή κοπέλα στην Κίνα του 15ο αιώνα που λόγω των περιστάσεων καλείται να εξελιχθεί ως άνθρωπος και να παλέψει για τη ζωή και την οικογένειά της κόντρα στα καταπιεστικά στερεότυπα. Η διαφορά του remake και του καρτούν είναι ότι η εξέλιξη της Μουλάν στο καρτούν είναι οργανική και λογική με την πρωταγωνίστρια να εξελίσσεται από μία καθημερινή χωριάτισσα σε μία ισχυρή πολεμίστρια. Στο remake επίσης λείπει η ερωτική έλξη ανάμεσα στη πρωταγωνίστρια και τον στρατηγό Li Shang, κάτι που σίγουρα θα έδινε υπόσταση στον χαρακτήρα της πρωταγωνίστριας.
Πολιτική Ατζέντα και υποκρισία: Το κινέζικο κοινό
Ίσως ο μεγαλύτερος λόγος της αποτυχίας της ταινίας είναι η ξεκάθαρη υποκρισία και η ασέβεια της Disney απέναντι στο κινέζικο και στο υπόλοιπο κοινό στο οποίο απευθύνεται.
Η Disney, εκμεταλλευόμενη το πιθανό κέρδος που μπορεί να αποφέρει το τεράστιο κινέζικο κοινό θέλησε να προσαρμόσει το remake στα ιδανικά της κινέζικης κοινωνίας, δηλώνοντας ότι η ταινία θα αποτελούσε μια πιο ρεαλιστική έκδοση της πρώτης ταινίας, πράγμα που τελικά δεν ίσχυσε. Στην μοντέρνα έκδοση ο κινέζικος δράκος «Mushu» είναι απών καθώς στην Κινέζικη κουλτούρα ο δράκος συνδέεται με το αντρικό φύλο και αντικαθίσταται από ένα φοίνικα, ο οποίος δεν αποσκοπεί σε κάτι συγκεκριμένο στην ιστορία. Επιπλέον, το remake απεικονίζει ένα περίεργο είδος μαγείας -το «Qi»- το οποίο επιτρέπει στην Μουλάν να μπορεί να πετάει και να πράττει διάφορα υπεράνθρωπα κατορθώματα. Τέλος, η ταινία δεν απευθύνεται στις πραγματικές Μογγολικές ρίζες της Μουλάν η οποίες ανήκουν στην βόρεια περιοχή της Κίνας καθώς και στους αρχικούς ανταγωνιστές της πρώτης ταινίας, τους Μογγόλους, οι οποίοι στο remake έχουν αντικατασταθεί από τους «Rourons».
Η υποκρισία της εταιρίας φάνηκε επίσης κατά την διάρκεια της παραγωγής της ταινίας όπου η ηθοποιός που υποδύεται την πρωταγωνίστρια Liu Yifei δήλωσε δημόσια ότι υποστήριζε τις βιαιοπραγίες της αστυνομίας του Χονγκ Κονγκ έναντι στον πληθυσμό της πόλης. Ειρωνικό είναι το γεγονός πως η Yifei δηλώνει κάθετη στη δημοκρατία και τα δικαιώματα των πολιτών του Χονγκ Κονγκ ενώ η εταιρεία που την πληρώνει προσπαθεί να βγάλει κέρδος από τους ίδιους πολίτες. Αυτές οι δηλώσεις προκάλεσαν αρκετές αντιδράσεις τον Ιούνιο του 2019, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει το κίνημα Boycott Mulan.
Το ίδιο κίνημα αναζωπυρώθηκε το 2020 αμέσως μετά την κυκλοφορία της ταινίας, οπότε ανακαλύφθηκε ότι το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας γυρίστηκε στην περιοχή της Xinjiang. Το καλοκαίρι του 2020 ήρθαν στη δημοσιότητα πλάνα της κινέζικης κυβέρνησης να «εκπαιδεύσουν» πάνω από ένα εκατομμύριο Uyghurs, μία μειονότητα ανθρώπων στην περιοχή Xinjiang, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Σοκ προκάλεσε επίσης το σχέδιο να θανατωθεί περίπου το 1/3 του πληθυσμού των Uyghurs σε αυτά τα στρατόπεδα ενώ οι γυναίκες αυτής της μειονότητας στειρώθηκαν, με σκοπό να τεθούν υπό έλεγχο οι γεννήσεις στη χώρα. Τα ίδια στρατόπεδα που χρησιμοποιούνται για την μακάβρια καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων χρησιμοποιήθηκαν για τα γυρίσματα της ταινίας, ενώ στους επαίνους η εταιρία ευχαρίστησε την αστυνομία και τα κυβερνητικά σώματα της Xinjiang εντείνοντας άθελα (;) την υποκρισία της.
Το συμπέρασμα; Boycott Mulan, Boycott Disney
Η ολική υποκριτική συμπεριφορά της Disney απέναντι στο κοινό το οποίο απευθύνεται θεωρείται ανεπίτρεπτη εν έτει 2020. Η παραγωγή της ταινίας είναι καθαρά και μόνο κερδοσκοπική και δεν αποσκοπεί σε κάποιο κοινωνικό μήνυμα για την θέση της γυναίκας και την ισότητα των φύλων. Η Disney εκμεταλλευόμενη την νοσταλγία των θεατών και του τεράστιου κερδοφόρου κινέζικου κοινού αγνοεί την πραγματικότητα, την ιστορία και το πιο σημαντικό την δημοκρατία και το δικαίωμα στα ανθρώπινα δικαιώματα. Ωστόσο εμείς ως θεατές και ως κοινό έχουμε την ικανότητα να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας και να «μιλήσουμε» με το πορτοφόλι μας μποϋκοτάροντας την ταινία, μόνο έτσι θα καλυτερέψουν τα πράγματα.
Για αυτό λοιπόν Boycott Mulan, Boycott Disney.
Ένας φοιτητής μακριά από την πατρίδα. Σπουδάζει αρχιτεκτονική στο παραθαλάσσιο Κάρντιφ της Ουαλίας και ο ρόλος του στον «Φ.Κ.» είναι να ενημερώνει για θέματα που αφορούν τις σχέσεις της Αγγλίας και της Ελλάδας. Έχοντας συμμετέχει σε πολλά MUN conferences και debate clubs (θέλει) να πιστεύει ότι το με την κατάρτισή του και τις προσωπικές εμπειρίες θα καταφέρει να σας κερδίσει το ενδιαφέρον με τα άρθρα του. Στην εφημερίδα θα τον δείτε να μιλάει για διαφορετικά θέματα από το Brexit μέχρι το πάθος του για την τέχνη, τα κτήρια και την ποίηση κ.α. Ο σκοπός του είναι μέσα από τα άρθρα του να δείτε μια διαφορετική φοιτητική ζωή. Mια ζωή γεμάτη συναρπαστικές πληροφορίες, ενδιαφέρουσες ιστορίες και γεγονότα. Και γιατί όχι, μια μέρα, ο «Φ.Κ.» να διαβάζεται σε όλα τα πανεπιστήμια της χώρας.