Ερωτήματα από την κάλπη της 21ης Μαϊου

Ερωτήματα από την κάλπη της 21ης Μαϊου

Του Στέφανου Φραγκόπουλου, πτυχιούχου του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης (ΕΚΠΑ) και φοιτητή στη Νομική (ΕΚΠΑ).

Η εκλογική αναμέτρηση της 21ης Μαΐου θα μείνει στην συλλογική μνήμη ως μία από τις σημαντικότερες εκλογικές αναμετρήσεις της μεταπολεμικής μας ιστορίας. Τα αριθμητικά δεδομένα που προέκυψαν από την κάλπη, ποσοστά πρώτου-δεύτερου κόμματος και διαφορά μεταξύ τους, μπορούν να συγκριθούν με τους συσχετισμούς που προέκυψαν από τις εκλογές του 1952, του 1964 και του 1981.

Ειδικότερα, στις εκλογές του 1952 ο Ελληνικός Συναγερμός του Αλέξανδρου Παπάγου, η κομματική έκφραση της Δεξιάς, έλαβε 49,22% και 247 έδρες (λόγω του πλειοψηφικού εκλογικού συστήματος που είχε ισχύσει τότε). Ο συνασπισμός των κεντρώων δυνάμεων, του Κόμματος Φιλελευθέρων και της Εθνικής Προοδευτικής Ένωσης Κέντρου, έλαβε 34,22% και 51 έδρες. 12 έτη αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1964 η Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου συγκέντρωσε 52,72% και 171 έδρες, δηλαδή άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ενώ η ΕΡΕ υπό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο 35,26% και 107 έδρες. Όταν το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε για πρώτη φορά την εξουσία το 1981, είχε πάρει το 48,1% των ψήφων και 172 έδρες, ενώ η Νέα Δημοκρατία ως αξιωματική αντιπολίτευση το 35,9% και 115 έδρες.

Η κοινή συνισταμένη των 3 αυτών εκλογών ήταν ότι το κόμμα -και η παράταξη που αυτό εκπροσωπούσε- που την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο ήταν αξιωματική αντιπολίτευση, ανέλαβε τη διακυβέρνηση με μεγάλη διαφορά απ’ το δεύτερο κόμμα. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η διαπίστωση πως οι εκλογικές αυτές νίκες συνοδεύονταν από ευρύτερα πολιτικά ρεύματα και σηματοδοτούσαν αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού: η επικράτηση του Ελληνικού Συναγερμού ήταν η απαρχή της κυριαρχίας της Δεξιάς για τουλάχιστον μία δεκαετία, ενώ το ΠΑΣΟΚ με τη σημαία της “αλλαγής” κυβέρνησε σχεδόν απρόσκοπτα απ’ το 1981 μέχρι το 2004. Η επικράτηση της Ένωσης Κέντρου το 1964 συνοδευόταν από αιτήματα εκδημοκρατισμού και αναδιανομής του εισοδήματος, όμως το ρεύμα αυτό ανακόπηκε εξαιτίας των μελανών γεγονότων του Ιουλίου 1965. 

Το 2023 η Νέα Δημοκρατία έλαβε 40,8% και ο ΣΥΡΙΖΑ 20%. Αριθμητικά, το πλαίσιο είναι παρεμφερές. Ποιοτικά όμως; Η απερχόμενη από την κυβέρνηση ΝΔ όχι μόνο δεν απώλεσε δυνάμεις, τις αύξησε ελαφρώς, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση καταποντίστηκε απ’ το 31,5% του 2019 στο 20%. Όχι μόνο δεν υπήρξε ανατροπή των συσχετισμών, αλλά παγιώθηκε το αντιΣΥΡΙΖΑ ρεύμα. Η κυβερνητική παράταξη κατάφερε να βάψει σχεδόν ολόκληρο τον εκλογικό χάρτη στα χρώματά της. Αντιθέτως η αξιωματική αντιπολίτευση “αιμορράγησε”.

Ο εκλογικός χάρτης του 2023 σε σύγκριση με εκείνον του 2019. Με μπλε η ΝΔ, με ροζ ο ΣΥΡΙΖΑ.
Πηγή: iEfimerida

Η Νέα Δημοκρατία κατόρθωσε να διατηρήσει τα υψηλά ποσοστά που είχε λάβει το 2019 και παράλληλα αύξησε τις δυνάμεις της σε περιοχές που παραδοσιακά ήταν “εχθρικά” προσκείμενες προς αυτήν, όπως ο Δυτικός Τομέας Αθηνών, η Δυτική Αττική, η Β’ Πειραιώς, η Αχαΐα και η Κρήτη. Η συμμαχία που της έδωσε τη νίκη το 2019, το αντιΣΥΡΙΖΑ ρεύμα, την κράτησε υψηλά και τώρα, κάτι που προκύπτει και από τους πρωτεύσαντες σε σταυρούς στο Λεκανοπέδιο: ο Δένδιας ως εκφραστής της καραμανλικής πτέρυγας στον Νότιο Τομέα, ο φιλελεύθερος Χατζηδάκης στον Βόρειο Τομέα και οι ορμώμενοι απ’ το ΠΑΣΟΚ Πιερρακάκης-Χρυσοχοΐδης σε Α’ Αθηνών και Δυτικό Τομέα αντίστοιχα. Τα αποτελέσματα αυτά σηματοδοτούν πλέον την πλήρη μετάλλαξη της ΝΔ σε πολυσυλλεκτικό κόμμα, που εκπροσωπεί πολίτες απ’ τις παρυφές της Κεντροαριστεράς μέχρι τη συντηρητική Δεξιά (με όποια ερωτηματικά προκύπτουν για την ιδεολογική και πολιτική της ομοιογένεια και συνοχή).

Μοναδική παγίδα για τη ΝΔ εν όψει των εκλογών της 25ης Ιουνίου είναι η πιθανότητα εισόδου στη Βουλή τουλάχιστον άλλων 2 κομμάτων (Νίκη και Πλεύση Ελευθερίας), κάτι που σε συνδυασμό με ενδεχόμενη χαλάρωση των ψηφοφόρων της ίσως καταστήσει δυσχερή την επίτευξη αυτοδυναμίας. Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι ότι το πολύ υψηλό ποσοστό της πρώτης κάλπης μπορεί να αποβεί σε βάρος της ΝΔ, υπό την έννοια ότι, λόγω της διαφαινόμενης ευρύτατης κοινοβουλευτικής της πλειοψηφίας, ίσως ενεργοποιηθούν αντιδεξιά αντανακλαστικά μέρους του εκλογικού σώματος, με συνέπεια να διαθέτει στη νέα Βουλή λιγότερους βουλευτές από όσους θα διέθετε εάν οι προηγούμενες εκλογές είχαν διεξαχθεί υπό το ισχύον εκλογικό σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής (π.χ. να εκλέξει 155 αντί 170 βουλευτές).

Σε ό,τι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, οι επόμενες εκλογές είναι υπαρξιακού χαρακτήρα. Το χαμηλό ποσοστό σε συνδυασμό με την υψηλή διαφορά έχουν στερήσει από την αξιωματική αντιπολίτευση το αφήγημα της κυβερνητικής εναλλακτικής, με συνέπεια να τρίζουν τα θεμέλια του δικομματισμού που φάνηκε να διαμορφώνεται εκ νέου το 2019. Δικομματισμός δίχως εναλλαγή των 2 ισχυρότερων κομμάτων στην εξουσία δεν νοείται. Οι απώλειες προς άλλα μικρότερα κόμματα της Αριστεράς ή και προς το ΠΑΣΟΚ είναι πλέον πολύ πιθανές. Το κύριο λάθος του ΣΥΡΙΖΑ οργανωτικά ήταν πως δεν μεταλλάχθηκε από κόμμα στελεχών σε κόμμα μαζών. Η φυσιογνωμία του και η παρουσία του στη δημόσια σφαίρα όσο ήταν αξιωματική αντιπολίτευση ανταποκρινόταν περισσότερο σε κόμμα διαμαρτυρίας παρά σε κόμμα εξουσίας. Κάτι που αποδοκιμάστηκε σαφώς από τους ψηφοφόρους.

Πηγή: taNea.gr

Ακόμη ένα οδυνηρό για τον ΣΥΡΙΖΑ στοιχείο είναι το ενδεχόμενο ανατροπής των συσχετισμών που διαμορφώθηκαν στην Κεντροαριστερά μετά τον διπλό εκλογικό σεισμό του 2012, καθώς το ΠΑΣΟΚ με τη δυναμική που ανέπτυξε διεκδικεί εκ νέου τα ηνία του χώρου. Απαραίτητη προϋπόθεση για το ΠΑΣΟΚ στην προσπάθεια αυτή είναι η αύξηση των δυνάμεών του στην Αττική, όπου είναι 4ο κόμμα πίσω απ’ το ΚΚΕ, εικόνα η οποία βρίσκεται σε απόλυτη αναντιστοιχία με τις επιδόσεις του στην επαρχία (σε Δράμα, Κιλκίς, Λακωνία, Ρέθυμνο, Λασίθι και Χίο αναδείχθηκε 2ο κόμμα, πάνω και απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ).

Αριστερά: Οι περιοχές όπου το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε χαμηλότερα ποσοστά απ’ τον πανελλαδικό μέσο όρο. Όσο πιο έντονο το χρώμα, τόσο χαμηλότερο το ποσοστό.
Δεξιά: Οι περιοχές όπου το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε υψηλότερα ποσοστά απ΄ τον πανελλαδικό μέσο όρο. Όσο πιο έντονο το χρώμα, τόσο υψηλότερο το ποσοστό. 
Πηγή: https://ekloges.ypes.gr/current/v/home/statistics/106/

Όλες αυτές οι παρατηρήσεις μας οδηγούν στα εξής ερωτήματα εν όψει της 2ης κάλπης: Πώς θα διαμορφωθεί το πολιτικό σύστημα; Θα υπάρξει κατακερματισμός της αντιπολίτευσης στη Βουλή; Οι αντισυστημικοί ψηφοφόροι (υπολογίσιμο μέγεθος, ιδίως δεξιά της ΝΔ) θα έχουν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση; Το ερώτημα αυτό είναι καίριας σημασίας, ειδικά στην περίπτωση που το κόμμα “Νίκη” πετύχει την είσοδό του στη Βουλή. Μία τέτοια εξέλιξη καθιστά επιτακτικό τον χωρισμό Κράτους-Εκκλησίας στην επόμενη συνταγματική αναθεώρηση, καθώς το συγκεκριμένο μόρφωμα αμφισβητεί ανοιχτά τον κοσμικό χαρακτήρα του Κράτους. Τελευταίο και μακροπρόθεσμα το σημαντικότερο: εισερχόμαστε σε φάση κυριαρχίας ενός κόμματος στην πολιτική σκηνή; Και αν ναι, ελλοχεύουν κίνδυνοι για τη Δημοκρατία και τη λειτουργία των θεσμών;

+ posts