Της Ανδρομάχης Αρβανίτη, πρώην συντάκτριάς μας
Ιρλανδία και Αγγλία. Δύο χώρες με μία σχέση, η οποία-ίσως ποτέ-δεν βασίστηκε σε κάποιο πνεύμα συνεργασίας, αλληλεγγύης, ούτε διαπνεόταν ποτέ από κάποια διάθεση ειρηνική. Εκλαϊκευμένα: ποτέ δεν τα πήγαιναν καλά. Αν έπρεπε να προσδώσουμε έναν γενικό χαρακτηρισμό στη μεταξύ τους σχέση, το επίθετο που θα επιλέγαμε, μάλλον και ηπίως, θα ήταν «προβληματική».
Ήδη από τον 12ο αιώνα, μιλάμε για κυριαρχία της Αγγλίας επί της Ιρλανδίας. Ακολουθεί μία μακραίωνη προσπάθεια απελευθέρωσης και ανεξαρτητοποίησης· από ένα σημείο και μετά, επικαλούμενες και οι δύο πλευρές το πρόσχημα της θρησκείας (Ιρλανδοί: καθολικοί – Άγγλοι: προτεστάντες). Ο στόχος που πρεσβεύουν τα κινήματα και οι εξεγέρσεις που αναδύονται στον ιρλανδικό χώρο κατά τους παρελκόμενους αιώνες, είναι ένας: η αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και η δημιουργία μίας Ιρλανδίας ελεύθερης.
To 1919 o IRA (Irish Republican Army) ιδρύεται. Πρόκειται για μία ένοπλη στρατιωτική οργάνωση, αποτελούμενη από άτομα τα οποία υποστηρίζουν σθεναρά -και επιθυμούν να μετουσιώσουν- το διαχρονικό αίτημα περί ανεξαρτησίας της πατρίδας τους. Το συγκεκριμένο, παραμένει επίκαιρο καθώς ακόμα και ύστερα από καθοριστικές ιστορικές τομές (Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος), η Ιρλανδία παραμένει έρμαιο στα χέρια της Αγγλίας.
Όραμα και έναυσμα για τον αγώνα του: η διοικητική και οικονομική αυτονομία της χώρας. Από το 1919 έως το 1921 -την επονομαζόμενη περίοδο του “Πολέμου της Ανεξαρτησίας”- ο IRA, αντιμαχόμενος τη βρετανική αυθαιρεσία, στρέφεται στην ένοπλη σύγκρουση και υιοθετεί τακτικές ανταρτοπόλεμου. Οι αμφότερες απώλειες στάθηκαν αφορμή για τη μερική υποχώρηση της βρετανικής κυβέρνησης: μία συνθηκολόγηση η οποία προέβλεπε τη δημιουργία του Ελεύθερου Ιρλανδικού Κράτους (Irish Free State), υπό τη μορφή όμως κτήσης. Κάπως έτσι, οδηγούμαστε σε εσωτερικό διχασμό. Μία μερίδα συμβιβάζεται με τη συνθήκη, προσδοκώντας περεταίρω διεκδικήσεις μέσω θεσμικής πίεσης ενώ η άλλη -πιο ριζοσπαστική- αρνείται να δεχθεί τους όρους καθώς δεν υπήρχε ταύτιση με τους λόγους για τους οποίους, τόσο καιρό, πάλευε. Με τον εμφύλιο που προκύπτει και τη φαινομενική νίκη των “Free Staters” (1922-23), ουσιαστικά τελειώνει η πρώτη φάση του IRA, καθώς ο πυρήνας διασπάται και αναδύεται μία πιο ακραία μερίδα που εμμένει στη σημασία του ένοπλου κινήματος.
Μέχρι να οδηγηθούμε στην έκβαση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο IRA είχε κηρυχθεί όχι μία αλλά δύο φορές παράνομος από την κυβέρνηση της Ιρλανδίας εξαιτίας της ωμότητας των πρακτικών του. Το 1948, τα γεγονότα αλλάζουν και αναδιαρθρώνονται οι βλέψεις του: η Ιρλανδία μετατρέπεται σε ανεξάρτητη δημοκρατία, με μόνο ένα μικρό κομμάτι στον Βορρά να παραμένει στη Βρετανική Κοινοπολιτεία, στο οποίο σαφώς και θα μεταφερθεί το κέντρο βάρους. Συρράξεις με απώτερο σκοπό την ενοποίηση της Βόρειας Ιρλανδίας και της ανεξάρτητης Ιρλανδίας, συνεχίστηκαν και κατά τη δεκαετία του 1950 και 1960. Ωστόσο, μόνο στις αρχές του 1970 μπορούμε να μιλήσουμε για την ουσιαστική «τρομοκρατικοποίηση» του IRA. Το 1969 έχει προηγηθεί μία ακόμη διάσπαση της οργάνωσης σε επίσημο IRA (ΟIRA) και προσωρινό (PIRA), με τον τελευταίο να τάσσεται υπέρ της τρομοκρατίας και μαζί με μία προέκτασή του, τον Ιρλανδικό Εθνικό Απελευθερωτικό Στρατό (Irish National Liberation Army), και άλλες παραστρατιωτικές ομάδες, από το 1968 έως το 1998 να εξαπολύονται κατά προσέγγιση 10.000 βομβιστικές επιθέσεις.
Η ενδελεχής παράθεση όλων των γεγονότων από τη δεκαετία του ‘70 έως τα πρώτα χρόνια της νέας χιλιετίας, κατ’ εμέ στη παρούσα φάση δεν κρίνεται απαραίτητη, καθώς αυτό που στην ουσία παρατηρείται είναι ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο και ένας φαύλος κύκλος αλόγιστης βίας: βομβιστικές επιθέσεις, δολοφονίες πολιτικών – θρησκευτικών προσωπικοτήτων, θάνατοι βρετανών στρατιωτικών αλλά και αθώων πολιτών-, ληστείες. Για τους περισσότερους -και όχι αδίκως-, ο ΙRΑ μετεξελίχθηκε σε μία αμιγώς εγκληματική οργάνωση. Πάρα ταύτα, δεν συνίσταται η μονομερής αντιμετώπιση αυτού του κεφαλαίου της Ιστορίας.
Κανείς δεν αντιτίθεται στο γεγονός πως από ένα σημείο και μετά, οι δράσεις του IRA παρά τα αρχικά -αγνά- κίνητρα, σκόρπισαν τον φόβο και τον θάνατο και πως ο -πλέον παραποιημένος- σκοπός «αγίασε τα μέσα». Ωστόσο, για πολλά χρόνια, ο Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός όχι μόνο στάθηκε σύμβολο απελευθέρωσης της κατεχόμενης Ιρλανδίας, αλλά λειτούργησε και ως ανάχωμα στις ιμπεριαλιστικές τάσεις και καταχρήσεις της εξουσίας από τους Βρετανούς και στη καταπάτηση των δικαιωμάτων των Ιρλανδών. Η πραγματικότητα για τους υπόδουλους Ιρλανδούς ήταν σκληρή: βίωναν σε καθημερινή βάση την ασύδοτη και πολλές φορές αναίτια καταστολή από τις βρετανικές δυνάμεις, την παραβίαση του οικογενειακού ασύλου και αλλεπάλληλες διακρίσεις σχετικά με στοιχειώδη κοινωνικά δικαιώματα στον τομέα της εργασίας, τον εκλογικό και όχι μόνο. Ο IRA μετουσίωσε, σε αρχική φάση, την ελπίδα των ανθρώπων για αλλαγή της ανυπόφορης κανονικότητάς τους.
Η Ιστορία ενδέχεται να κρύβει πολλαπλές όψεις της πραγματικότητας, οι οποίες είναι προς ανακάλυψη για τη διαμόρφωση της σφαιρικής αντίληψης μας όσον αφορά γεγονότα αμφιλεγόμενα. Η ενδελεχής μελέτη της, κρίνεται απαραίτητη, εφόσον θέλουμε να ρίξουμε φως σε ανεξιχνίαστες υποθέσεις, όπως αυτή του IRA και του αντιστασιακού αγώνα της Ιρλανδίας.