Το ημερολόγιο δείχνει 6 Φεβρουαρίου 1945, όταν ο Robert Brasillach μεταφέρεται στο εκτελεστικό απόσπασμα με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Μια δίκη η οποία θα προκαλέσει αντιδράσεις στον πνευματικό κύκλο της «Τρίτης Δημοκρατίας». Ποιος πραγματικά ήταν ο Robert Brasillach και πώς με μια τόσο σύντομη δική αποφάνθηκε προδότης του έθνους;
Ο Robert Brasillach γεννήθηκε στην πόλη Περπινιάν της Γαλλίας το 1909, γιος του υπολοχαγού Artemil Brasillach και της Margerit Rento Brasillach. Ο πατέρας του θα σκοτωθεί το 1914 στην μάχη του Κενίφρα. Έπειτα από 3 χρόνια η μητέρα του τότε 4 χρονών Robert αρραβωνιάζεται ξανά. Η αντίδραση του νεαρού προς αυτήν την απόφαση ήταν να στείλει ένα υβριστικό γράμμα στον μέλλοντα πάτριό του, Paul Mozis. Ο Robert Brasillach στα 16 του χρόνια μετακομίζει στο Παρίσι, ώστε να παρακολουθήσει μαθήματα στο Louis Legrand με σκοπό να μπορέσει αργότερα να εισαχθεί στην Ecole Normale (ENS), ενός εκ των σπουδαιότερων πανεπιστήμιων της Γαλλίας τη δεδομένη εποχή.
Τον καιρό που πέρασε στην Louis Legrand αξιοσημείωτη ήταν η σχέση η οποία είχε αναπτύξει με έναν συμμαθητή του, τον Morris Bardes, ο όποιος ήταν ήδη μέλος της Δεξιάς. Ο άνθρωπος ο όποιος μύησε τα νεαρά αγόρια στην ιδεολογία της Δεξιάς ήταν ο καθηγητής Andre Belsor. Το 1928 ο Brasillach και ο Bardes καταφέρνουν να εισαχθούν στην ENS, στο τμήμα Λογοτεχνίας. Από τα πρώτα του χρόνια ως φοιτητής δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον στην Action Francais, μια εφημερίδα της Δεξιάς, η οποία εξέφραζε απόλυτα τη ξενοφοβία και τον αντισημιτισμό, ενώ λίγο καιρό αργότερα δημοσιεύει κρητικές στην ίδια την Action Francais, καθώς και στις Revue Francaise και Revue Universelle. Λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του βιβλίου του “Presence de Virgille” παίρνει την απόφαση, πέρα από κριτικός λογοτεχνίας να γίνει και αρθρογράφος.
Πολύ γρήγορα ο Robert Brasillach αναλαμβάνει εξολοκλήρου την καλλιτεχνική σελίδα του Action Francais και γίνεται ο μικρότερος σε ηλικία που έχει γράψει ποτέ σε αυτήν την εφημερίδα. Η βαθιά αγάπη του για την ιδεολογία του μονοπωλεί το καλλιτεχνικό του ενδιαφέρον και έτσι βρίσκεται τα επόμενα χρόνια αφοσιωμένος στην εθνικιστική εφημερίδα Je suis partout. Απροκάλυπτος υπήρξε ο ενθουσιασμός του για την άνοδο των φασιστικών παρατάξεων σε χώρες τις Ευρώπης, όπως επίσης αξιοσημείωτος είναι ο τρόπος που εκφράζεται προς τον φασισμό και τους υποστηρικτές αρχηγούς του, περιγράφοντας τον με αγνό ρομαντισμό στα όρια της παιδικής αφέλειας. Κατά τα λεγόμενά του, ανθρώπους όπως ο Χίτλερ τους χαρακτήριζε κυρίως ως ποιητές και καλλιτέχνες οι όποιοι θα «πλάσουν» έναν ιδανικό κόσμο απαλλαγμένο από την παρουσία εβραϊκών και αριστερών στοιχείων. Επηρεασμένος από ένα συνέδριο του ναζιστικού κόμματος στην Νυρεμβέργη το 1937, γοητευμένος από την ιδέα του ναζισμού, συγγράφει το δοκίμιό του με τίτλο «100 ώρες με τον Χίτλερ», το όποιο δημοσιεύεται στην Revue Universelle στο τεύχος του Οκτώβριου το 1938. Το δοκίμιο αυτό παρουσιάζει τις ναζιστικές συγκεντρώσεις σαν ένα εντυπωσιακό θέαμα, στο οποίο ο Χίτλερ σαγηνεύει τα πλήθη με την ομιλία του και τις τεχνικές θεάτρου που χρησιμοποιούσε για την μεγαλειότητα των παρελάσεων και την ομορφιά των λαβάρων.
Με την έναρξη του πολέμου και την κατάληψη του μεγαλύτερου μέρους της Γαλλίας, οι αποφάσεις της κυβέρνησης του Βισύ είχαν απογοητεύσει τους φασίστες όπως ο Brasillach, ο όποιος ασκούσε κριτική μέσω της εφημερίδας Je suis partout. Ο Brasillach δήλωνε ανοιχτά την επιθυμία του για την ένωση της Γαλλίας και της Γερμανίας. Τα μέλη της εφημερίδας Je suis partout όχι μόνο δεν έκρυβαν τον ενθουσιασμό τους για την κατάληψη του Παρισιού από τους Ναζί, αλλά έπρατταν όσο το δυνατόν περισσότερα για το συμφέρον τους, με πράξεις όπως η δημοσιοποίηση μιας λίστας με το όνομα “partout et ailleurs”, η οποία ανέγραφε τις διευθύνσεις και τις ταυτότητες των εβραίων που προσπαθούσαν να κρυφτούν. Η λίστα αυτή καμιά φορά αναφερόταν και σε μέλη της αντίστασης, ηγέτες του λαϊκού μετώπου και εξόριστους διανοουμένους.
Μετά την απελευθέρωση του Παρισιού το 1944, τα μέλη της εθνικής αντίστασης συλλαμβάνουν οποιονδήποτε είχε σχέσεις με τους Γερμανούς. Ο Brasillach παραδόθηκε οικειοθελώς. Παρά τον εγκλεισμό του, ο Brasillach συνέγραφε κανονικά. Η ιδέα της φυλάκισης τον ενθουσιάζει, αντί να τον ανησυχεί και παρά την τακτική της κυβέρνησης Ντε Γκολ που πραγματοποιούσε αυστηρή «κάθαρση» των εχθρών της. Η δική του πραγματοποιήθηκε στις 19 Ιανουαρίου 1945 και υπήρξε σύντομη. Μετά την δική μεταφέρθηκε στην απομόνωση, οπού έγραφε ποιήματα με το πιο γνωστό να είναι «Διαθήκη ενός καταδικασμένου». Κατά την διάρκεια της παραμονής για την απόφαση της δίκης, κάποιοι συγγραφείς αποφάσισαν να εκδώσουν αίτηση υπέρ του Brasillach, με πρωτοβουλία του Jean Anouilh, η οποία απορρίφτηκε από τον εισαγγελέα Reboul και τον De Gaul. Ο Brasillach οδηγήθηκε στην εκτέλεση, κατηγορούμενος ως πληροφοριοδότης των Γερμανών, προπαγανδιστής και ομοφυλόφιλος.
Λίγες μέρες μετά την εκτέλεσή του υπήρξαν αντιδράσεις από τον λογοτεχνικό κόσμο. Εφημερίδες και ραδιοφωνικές εκπομπές αφιέρωσαν ώρες στις εκπομπές τους αναλύοντας την σκληρότητα που υπέδειξαν στην δίκη του Robert Brasillach, ενώ οι περισσότεροι δεξιοί συγγραφείς αφέθηκαν αργότερα ελεύθεροι λόγο των αιτήσεων χάριτος που έγιναν δεκτές. Μερικά χρόνια αργότερα και όταν πλέον άνοιξε ξανά η υπόθεση Robert Brasillach εμφανιστήκαν παρά πολλά κενά και «λάθη» στην υπόθεση. Είναι άγνωστο αν ήταν θέμα ανθρώπινης αμέλειας ή κάτι διαφορετικό, δεδομένου ότι ένα χρόνο μετά από την δική του δίκη το μεγαλύτερο μέρος των αιτήσεων χάριτος έγιναν δεκτές. Ο Robert Brasillach, παρά ταύτα υπήρξε από τους πλέον αναγνωρισμένους συγγραφείς, κριτικούς και ποιητές της εποχές.
Το όνομά μου είναι Κωστής Χατζηθωμάς, είμαι γεννημένος το 2000 και είμαι μεγαλωμένος στην Σκύρο. Τα τελευταία 4 χρόνια ζω στην Βάρνα της Βουλγαρίας και φοιτώ στην Ακαδημία Εμπορικού Ναυτικού. Πολύ τυπική και κρύα αρχή νομίζω αλλά θα φτιάξει παρακάτω… Μάλλον… Πιστεύω πως ο πιο όμορφος και ευχάριστος τρόπος έκφρασης είναι η μουσική. "Πολύ όμορφος τρόπος να χαρακτηρίσεις τον θόρυβο που κάνεις με την πένα σου" σας ακούω να λέτε. Δίκιο έχετε, αλλά τέλος πάντων.
Παρόλα αυτά, η ενασχόλησή μου με την λογοτεχνία ξεκινάει από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, και αυτός ο χώρος εδώ του ΦΚ είναι κάτι παραπάνω από ιδανικός για να αφήσω ελεύθερη κάθε λογοτεχνική ανησυχία μου. Η έκφραση θεωρώ πως είναι κάτι παραπάνω από δικαίωμα, είναι υποχρέωση όλων. Γιατί ποιοι άλλοι, αν όχι εμείς;